Υπάρχουν κι εκείνα τα βιβλία που λειτουργούν σαν σιδερένιοι σύρτες που ξεκλειδώνουν τις πόρτες του παρελθόντος και σε οδηγούν σε δρόμους δύσβατους. Πολύ δύσβατους. Το "ΜεταΠοίηση" (Κέδρος, 2012) είναι ένα από αυτά - μία συλλογή δώδεκα ολιγοσέλιδων διηγημάτων του Δημοσθένη Παπαμάρκου τα οποία κινούνται σχεδόν με θράσος στον χώρο και στον χρόνο και σε φέρνουν αντιμέτωπο με τα δικά σου όρια αναγνωστικής αντοχής και αλήθειας.
"Τον είχα σκοτώσει το προηγούμενο βράδυ. Τον είχα βρει καθισμένο στο γραφείο του, τα μανίκια στους αγκώνες και το πουκάμισο ξεκούμπωτο ως τη μέση του στήθους, να κοιτάει αφηρημένα τον τοίχο. Δεν του άρεσε να τον ενοχλούν τις ώρες που στεκόταν πάνω απ' τα ανοιχτά χαρτιά του, εγώ όμως ήξερα ότι δεν δούλευε, κι εξάλλου δε μ' ένοιαζε να μην τον ενοχλήσω. Είχα ακουμπήσει το πιστόλι στον κρόταφό του. Με κατάλαβε, αλλά δεν είπε τίποτα. Του έδωσα χρόνο, αλλά δε μίλησε. Κάτι σαν δάκρυ μόνο πήγε να παίξει στα μάτια του, ήξερε όμως πόσο τον μισούσα και δεν θέλησε να μου ζητήσει λύπηση. Έσκυψα και του ψιθύρισα στο αυτί κάτι που πια δεν μπορώ να θυμηθώ, και σκόρπισα τη σιωπή κόκκινη στον τοίχο." (.45)
"Τα μάζεψα λοιπόν και τα 'κοψα τα μακρινά ταξίδια. Βρήκα δουλειά σ' ένα φέρι στην αρχή για κάνα δυο χρόνια, αλλά το 'χα σιχαθεί το αλάτι. Είχα σιχαθεί και την πατρίδα μου. Μετά από κάθε μεγάλο μπάρκο γύρναγα δή΄θεν να ξεκουραστώ και να αράξω, κι αντί γι' αυτό, θυμόμουνα όλα τα σκατά που μ' είχαν κάνει να φύγω. Ξέρεις, ακόμα και τη γλώσσα δεν μπορούσα να ακούω πολλές φορές. Έχεις ακούσει τόσα πρόστυχα πράγματα σε χίλιες δυο γλώσσες, που όταν βρεθείς με δικούς σου ανθρώπους περιμένεις κάτι άλλο. Βλέπεις μετά ότι τα ίδια κι εκεί. Η ίδια προστυχιά, μόνο που πια δεν έχεις καμιά δικαιολογία να μην την καταλαβαίνεις. Σου τη σπάει, ρε φίλε. Καταλαβαίνεις τι λέω; Σε χαλάει πολύ." (Εγκιβωτισμός)
"Βάλε να φάω, βάλε να πιω, κι έτσι ν' αναθυμήσω
πώς κάμουνε οι βλάμηδες κι οι ξυπνητοί ανθρώποι.
Γιατί αδερφός σου ξάπλωσα, μ' αναγυρίζω ίσκιος.
και μη ρωτάς με να σου πω τι αντίκρισα στον Άδη,
γιατί 'ναι κρίμα ν' αγρικάς τι λεν' οι πεθαμένοι.
Μόν' ένα λόγο θα σου πω, μια μπιστική κουβέντα.
Εκείθε είναι οι πολλοί κι εδώθε είν' οι λίγοι."
Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος συστήνεται ως εξής: "Είμαι
επαρχιώτης, διδακτορικός φοιτητής αρχαίας ιστορίας, σχεδόν τριαντάρης,
καπνιστής, wargamer, horror movies fan, μάλλον αριστερός, Έλληνας,
μετανάστης και άλλα πολλά. Δεν είμαι συγγραφέας. Γράφω επειδή μπορώ και
μου αρέσει." Και συνεχίζει: "Στην πορεία ανακάλυψα επίσης πως έγραφα απελευθερωμένος από το άγχος της αποδοχής. Γουστάρω ταινίες με ζόμπι. Υπήρχε αναφορά σε ζόμπι. Γουστάρω pulp action λογοτεχνία, υπήρχε action και βία. Γουστάρω τον Borges. Υπάρχει αναφορά στον Borges. Γουστάρω δημοτικά και ρεμπέτικα. Υπήρχε αναφορά σε δημοτικά και ρεμπέτικα. Και κάπως έτσι κατέληξα να γράφω και σε δεκαπεντασύλλαβο, χωρίς ν’ αναρωτηθώ για το αν η εποχή στην οποία γράφω το «επιτρέπει»".
Τούτο το στοιχείο της απενοχοποίησης και της σχεδόν αποστασιοποίησης από τα γραφόμενα είναι χαρακτηριστικά εμφανές και στις δώδεκα ιστορίες. Δεν ξέρω κατά πόσο περιέχουν κάτι από μια Μετα-Ποιητική περίοδο του ίδιου του συγγραφέα ή της Τέχνης γενικότερα όπως υπονοεί ο τίτλος του βιβλίου, μπορώ ωστόσο να πω ότι τα συγκεκριμένα διηγήματα μεταποιούν με τον δικό τους τρόπο την θεματολογία της νεοελληνικής λογοτεχνίας όχι με την έντονη ετερότητα των πρωταγωνιστών και την αγωνιώδη αναζήτησή τους για τον Άλλο. Είναι με την οπτική ματιά του συγγραφέα που αναπαράγει με λεπτομέρεια εξαιρετικά βίαιες σκηνές περιγράφοντας μ' αυτό τον τρόπο το μίσος, την εκδίκηση, την δειλία, την επικράτηση επί του αδυνάτου, τα βαθύτερα ένστικτα και το τραγικό -αλλά απελευθερωτικό για τους ίδιους- τέλος των αφηγηματικών ηρώων του - οπτική που επαναφέρει δυναμικά στο προσκήνιο τη νατουραλιστική γραφή.
Η "ΜεταΠοίηση" του Δημοσθένη Παπαμάρκου παρουσιάζει ένα περίεργο, όσο και αξιοθαύμαστο, κράμα πεζογραφίας, ιστορίας και παράδοσης. Η μάχη στα Γαυγάμηλα, ο Μακεδονικός πόλεμος και ο σύγχρονος κόσμος συνδέονται με την αρβανίτικη γλώσσα (Γκρίχου, ο τίτλος του πρώτου διηγήματος, στα αρβανίτικα σημαίνει "σήκω"), τις προκαταλήψεις (που απορρέουν από τον αστερισμό του Περσέα - Tseih She, ο τίτλος του δεύτερου διηγήματος, είναι η κινεζική ονομασία του αστερισμού που αποκαλείται επίσης "Δαίμονας") και αρχαιοελληνικές παραδόσεις (στο πρώτο διήγημα, ο ένας αδερφός είναι θαμένος μπρούμυτα, μία ταφική πρακτική που έχει πανάρχαιες ρίζες). Ρίψασπις, Τίσις, Σποδός, Πτέρυγα, Εγκιβωτισμός, Καΐνα, Ferrum (το πιο ευαίσθητο από τα διηγήματα), ΜεταΠοίηση, .45, Σαρκώζα - οι συνδέσεις αυτού και άλλων ειδών συνεχίζονται.
Τα αποσπάσματα που έχω αντιγράψει πιο πάνω δεν αποδίδουν παρά μόνο ένα λίγο της ατμόσφαιρας του βιβλίου - πολλή βία και splatter, μεταφυσική και μαγγανείες, προκαταλήψεις, ήθη κι έθιμα της ελληνικής παράδοσης και ψυχοπαθολογίες της σύγχρονης εποχής μας αποδίδονται με γκόθικ ύφος σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση που σε αναγκάζει να συμμετέχεις έστω κι από απόσταση. Χωρίς ωστόσο να σοκάρει, η γραφή του Δημοσθένη Παπαμάρκου αποκαλύπτει την άλλη πλευρά του ανθρώπου - την κτηνώδη φύση του που εγείρεται σε συνθήκες άκρατης μοναξιάς και πιέσεων κοινωνικών, οικονομικών, βιολογικών. Από το "Πίστομα" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη είχα να διαβάσω κάτι τόσο ολοκληρωμένο κι αποκαλυπτικό...
Τα αποσπάσματα που έχω αντιγράψει πιο πάνω δεν αποδίδουν παρά μόνο ένα λίγο της ατμόσφαιρας του βιβλίου - πολλή βία και splatter, μεταφυσική και μαγγανείες, προκαταλήψεις, ήθη κι έθιμα της ελληνικής παράδοσης και ψυχοπαθολογίες της σύγχρονης εποχής μας αποδίδονται με γκόθικ ύφος σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση που σε αναγκάζει να συμμετέχεις έστω κι από απόσταση. Χωρίς ωστόσο να σοκάρει, η γραφή του Δημοσθένη Παπαμάρκου αποκαλύπτει την άλλη πλευρά του ανθρώπου - την κτηνώδη φύση του που εγείρεται σε συνθήκες άκρατης μοναξιάς και πιέσεων κοινωνικών, οικονομικών, βιολογικών. Από το "Πίστομα" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη είχα να διαβάσω κάτι τόσο ολοκληρωμένο κι αποκαλυπτικό...
Σημείωση: Ο τίτλος της ανάρτησης προέρχεται από την ομότιτλη ποιητική συλλογή της Ελένης Βακαλό (Νεφέλη, 1995). Το πρώτο εικαστικό είναι το "Η ορφανή νέα στο κοιμητήριο" του Eugène Delacroix. Το δεύτερο είναι η γνωστή Guernica του Pablo Picasso "πειραγμένη" ελαφρώς από έναν σύγχρονο Βρετανό καλλιτέχνη με το ψευδώνυμο Pure Evil. Το μικρό αυτο-βιογραφικό του συγγραφέα είναι απόσπασμα από κείμενό του στο διαδικτυακό περιοδικό Bibliotheque. Ακούστε εδώ (από το 58:06') τον ίδιο, προσκεκλημένος της εκπομπής Booktalks, να μιλά για το βιβλίο. Μπορείτε επίσης να διαβάσετε εδώ ένα ανέκδοτο διήγημα του Δ.Παπαμάρκου, πολύ πιο ήπιων, έως τρυφερών κι αστείων, τόνων τούτη τη φορά αλλά με τον ίδιο ιδιαίτερο λόγο του.
Mono pou to onoma tou anthropou gia tou opoiou to ergo grafete legete Dimosthenis Papamarkos kai oxi Papadopoulos
ΑπάντησηΔιαγραφήΖητώ συγγνώμη και σας ευχαριστώ πολύ για την επισήμανση - σπεύδω να το διορθώσω.
ΑπάντησηΔιαγραφή