Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα illustration. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα illustration. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025




Thou Spirit given

 



Θα μπορούσε να είναι ένα κινηματογραφικό mystery thriller – ένα έγκλημα στην αρχή και έντονη δράση, στη συνέχεια, με αργή κλιμάκωση, ανατροπές, χιούμορ και σασπένς μέχρι την ανακάλυψη του ενόχου. Οι πρωταγωνιστές δε, αρκετοί και διακριτοί – οι καλοί, όπως ο επιθεωρητής που αναλαμβάνει την υπόθεση· οι κακοί, που κρύβουν στοιχεία και προσπαθούν να εμποδίσουν την έρευνά του, και  αρκετοί, ενδιάμεσων αποχρώσεων, τύποι.

Όχι όμως ένα συνηθισμένο thriller. Ο Χαμ, είναι ένας τόσο αποτυχημένος ντετέκτιβ που δεν μπορεί να ελέγξει ούτε τα συναισθήματά του κι αυτό του δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα. Συν ένα ακόμη: δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συνεργαστεί με τον συνήθη εχθρό του. Μάλλον, ένα πρωτότυπο animation thriller – ο συνδυασμός των καρτουνίστικων ασπρόμαυρων σκίτσων με τα Op-Pop πολύχρωμα προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον έως ενθουσιασμό, και μια παιγνιώδη διάθεση παρά την αγωνία της υπόθεσης καθώς ο Χαμ και η βοηθός του έχουν μόνον δώδεκα ώρες για να ανακαλύψουν όχι μόνον αυτόν που τραυμάτισε τον Βινς αλλά και τα ακρωτηριασμένα μέλη του ώστε να επανασυγκολληθούν.

Εάν, όμως, στον ρόλο του θύματος, που είναι μουσικοκριτικός, βάλετε έναν λαγό με βιαίως κομμένα τα δυο του αυτιά· έναν χαμαιλέοντα στον ρόλο του επιθεωρητή κι ένα θηλυκό κουνούπι σε εκείνον της πολύτιμης Σνουπ, θα έχετε στα χέρια σας το "Κλεμμένα Αυτιά" ( Μικρή Σελήνη, 2021 )  – μία ιστορία μυστηρίου που απαρτίζεται αποκλειστικά από ζώα του δάσους και η οποία απευθύνεται σε παιδιά από επτά χρονών και άνω. Αυτό, υποθέτω, συμπεριλαμβάνει και τους ενήλικες καθώς το κείμενο του Φώτη Δούσου δεν είναι σε τίποτα υποδεέστερο ενός αστυνομικού μυθιστορήματος ενηλίκων – η διάρθρωση της ιστορίας  είναι κρουστή, με μαθηματική, λες, συνάφεια και πειθαρχία ενώ η έλλειψη κάθε υπαινιγμού για τον πραγματικό ένοχο αυξάνει την ένταση της αγωνίας και παρασύρει τους αναγνώστες στο σύμπαν του Χαμ που κινείται ενάντια στον χρόνο για να εξιχνιάσει το μυστήριο. 




 Όπως και σε ένα παραδοσιακό thriller ενηλίκων, η αναζήτηση της αλήθειας και η λύση του εγκλήματος γίνονται στο πλαίσιο της λογικής που εκφράζεται με σκέψεις, παρατηρήσεις και διαλόγους έξυπνα, στακάτα και ρεαλιστικά. Η δε γλώσσα που  χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι χωρίς εκπτώσεις και γλυκανάλατες προσαρμογές – πλούσια, ρέουσα και συνεκτική, με "δύσκολες" λέξεις, συνδηλώσεις, νοήματα και ιδέες, όπως πχ η δικαιοσύνη, η δημοκρατία σε αντιπαραβολή με την ολιγαρχία και η ευγονική. Το βιβλίο, ωστόσο, είναι απολύτως εύληπτο και διασκεδαστικό. Και, ως αλληγορία για τα ανθρώπινα, υπερβαίνει το μονοδιάστατο των λέξεων – ο Φώτης Δούσος μιλά με ευθύτητα και ευστροφία για τις  διάφορες λειτουργίες της ζωής σε μια μικρή κοινότητα και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της. Χρησιμοποιεί με ευφυία το φυσικό χαρακτηριστικό του χαμαιλέοντα να αλλάζει χρώματα και να προσαρμόζεται στο περιβάλλον του για να μιλήσει για τα συναισθήματα, όπως και για τις διάφορες αποκλίσεις ενός χαρακτήρα. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε η επιλογή του να ασχοληθεί με την κριτική (υπάρχουν υπόνοιες πως ίσως ο δράστης είναι ένας από αυτούς που δέχτηκαν την αρνητική κριτική του Βινς), όπως και ο τρόπος που ανατέμνει τις διάφορες στερεοτυπικές συμπεριφορές για να τις καταρρίψει  με χιούμορ κι ενσυναίσθηση.  

Η πρωτότυπη, σχεδόν εκκεντρική εικονογράφηση της Στέλλας Στεργίου είναι ένα από τα ατού της έκδοσης. Αν και δεν συμβάλει στην εξέλιξη της πλοκής, εξάπτει την περιέργεια των μικρών αναγνωστών προσδίδοντας  στο κείμενο  μια ξεχωριστή  αίσθηση που προάγει την ανάγνωση ενώ προσθέτει και στον οπτικό γραμματισμό των παιδιών. Το όλο σύνολο δε, ασκεί το βλέμμα τους στην εικαστική αισθητική.

Δεν θα αποκαλύψω το τέλος της υπόθεσης. Μόνο πως είναι μία έκδοση που πραγματοποιήθηκε εξ αποστάσεως –  η εικονογράφος εδρεύει σε άλλη χώρα, ο συγγραφέας σε άλλη πόλη και η art director με την εκδότρια, που βρίσκονταν στην ίδια, δεν μπορούσαν να συναντηθούν εξαιτίας, φαντάζομαι, των lockdowns. Και τον επόμενο χρόνο συμπεριλήφθηκε στις βραχείες λίστες για το Κρατικό Βραβείο Παιδικού Βιβλίου. Καθόλου άσχημα για ένα βιβλίο που μπορεί να σου αλλάξει, προς το καλύτερο, την διάθεση – ατόφια ψυχαγωγία που υπογραμμίζει με ευστροφία αξίες και ανάγκες, μεταξύ άλλων, της λογικής, των δύσκολων συνεργασιών και της ομαδικότητας· του να ανήκεις κάπου, να πιστεύεις στον εαυτό σου και να επιλέγεις τον δρόμο σου.




Μπορεί, επίσης, να σου υποβάλλει, κατά κάποιο τρόπο, τις αντίστοιχες, ελαφρώς αργοπορημένες, ευχές για τον νέο χρόνο: 

έμπνευση και καλές αναγνώσεις! 

Και, βεβαίως, τα αυτιά μας και το ανάμεσό τους στην θέση τους! 


*


 





 


Σημειώσεις: Ο τίτλος της ανάρτησης είναι στίχος από το Tamerlane του Edgar Allan Poe: "O, human love! thou spirit given / On Earth, of all we hope in Heaven!" Το πρώτο εικαστικό της ανάρτησης είναι η Έκρηξη (1965, -66) του Roy Lichtenstein. Τα άλλα δύο, από την εικονογράφηση του βιβλίου. 

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2023

 

 

 

 


Σημειώσεις Ενός

   Καλοκαιριού  





"Η χρονιά του 1961 θ' αρχίσει με τη βαρυσήμαντη δήλωση της Απογευματινής: 'Παταγώδης αποτυχία των αστρολόγων το 1969', για να πάρει τη σκυτάλη ο Μαρής και ο Μπέκας: 'Ίλιγγος – ΄Ολα εμφανίζονται ανεξήγητα και μεταφυσικά' συνδυάζοντας στην εφημερίδα απολαυστικά για την εποχή του το ελαφρό ανάγνωσμα με το αστυνομικό αφήγημα."

Έτσι τελειώνει ο Πρόλογος του Ίλιγγος (Άγρα, 2013)  και θα συμφωνήσω με την εκτίμηση του υπογράφοντος Ανδρέα Αποστολίδη για το βιβλίο του Γιάννη Μαρή – είναι πράγματι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα. Έχει, όμως, πολλές περισσότερες αποχρώσεις από μία ιστορία μυστηρίου ή ένα απλό whodunnit.

Η υπόθεση έχει ως εξής: Ο Γεραλέξης, λογιστής σε υπερωκυάνιο,  ξυπνά στο μπάνιο μιας έπαυλης και συνειδητοποιεί πως είναι κλεισμένος σε ένα άγνωστο μέρος. Κι επιπλέον, βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο με έναν νεκρό, επίσης εντελώς άγνωστο. Παρά τη ζάλη και τον πανικό που τον κυριεύει, καταφέρνει να δραπετεύσει και να γυρίσει στο δωμάτιο του αθηναϊκού ξενοδοχείου που διαμένει – είναι σε άδεια και σκοπεύει να επιστρέψει στο νησί του. Το επεισόδιο όμως ετούτο θα ματαιώσει τα σχέδια.




Στην προσπάθειά του να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που τον βαραίνουν  (ποιός ήταν ο νεκρός δίπλα του; ποιος τον νάρκωσε; γιατί βρέθηκε κλεισμένος στην έπαυλη της Εκάλης;) ο Γεραλέξης θα απευθυνθεί στην αστυνομία. Την υπόθεσή του θα αναλάβει, ανόρεχτα είναι η αλήθεια, ο Αστυνόμος Μπέκας η φυσιογνωμία του οποίου φέρνει στο νου τον γάλλο συνάδελφό του Ζυλ Μαιγκρέ. Ανάμεσα στις επιρροές του συγγραφέα, όπως αναφέρει ο Κ. Καλφόπουλος στο επίμετρο της έκδοσης, είναι πράγματι και ο Ζωρζ Σιμενόν.  Παρά τον μπρίσκο αέρα που του προσδίδει ο Μίμης Πλέσσας, o Αστυνόμος Μπέκας, όπως και ο Μαιγκρέ, είναι χαμηλών τόνων, εσωστρεφής κι απότομος αλλά επίμονος για την λύση της κάθε υπόθεσης που αναλαμβάνει. Ωστόσο, ο έλληνας αστυνομικός έχει ένα ελαφρώς δύσθυμο δημοσιοϋπαλληλικό ύφος που τον διαφοροποιεί –στην διάθεση, όχι στην εμφάνιση ή στην γενικότερη στάση του– από τον γάλλο συνάδελφό του αλλά και από την περσόνα του Σταύρου Ξενίδη που τον υποδύθηκε στις τηλεοπτικές μεταφορές των μυθιστορημάτων του Μαρή.

Ο Μπέκας και ο Γεραλέξης θα περιηγηθούν στην Ομόνοια, με τα ξενοδοχεία και τα λαϊκά καμπαρέ, σε συνεργεία αυτοκινήτων στην Αχαρνών, σε χαμόσπιτα στο Δρογούτι αλλά και στο αστικό προάστιο του Διονύσου, στην ερημιά της Βούλας (όπου βρέθηκε στην συνέχεια πεταμένος ο νεκρός), στην αρχαία Επίδαυρο. Μαζί τους, ο αναγνώστης συναντά διάφορους χαρακτηριστικούς τύπους της κάθε περιοχής. Γνωρίζει, επίσης, τον Γραικό (δεύτερος μηχανικός στο ίδιο πλοίο με τον Γεραλέξη και φίλος του), τον επαγγελματία παλαιστή Γιώργο Λογοθέτη, μία "πριγκίπισσα" – την τροτέζα Άννα,  και τον  Καταπάνο – έναν βασιλιά του αθηναϊκού υποκόσμου. Ο μεγάλος κακός της ιστορίας, ένας τυχοδιώκτης ακαθόριστης εθνικότητας αλλά διεθνούς εμβέλειας ονόματι Ισαάκ Γιοβέλ ή Αράντο Κάστρο,  εμφανίζεται μόνον δια του έργου του – έχει γεμίσει το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας με αντίγραφα των μυκηναϊκών εκθεμάτων του, προωθώντας τα πρωτότυπα στο εξωτερικό. Είναι η πρώτη φορά, από τις δύο, που ο Γιάννης Τσιριμώκος, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ασχολείται λογοτεχνικά με το ζήτημα της Αρχαιοκαπηλίας και γίνεται, κατά κάποιον τρόπο, μάντης πραγματικών κακών – λίγους μήνες αργότερα από την δημοσίευση των κεφαλαίων του μυθιστορήματος, τα πρωτοσέλιδα του Τύπου της εποχής θα απασχολήσει μία παρόμοια υπόθεση.

 


Η αγωνιώδης αναζήτηση της χαμένης μνήμης και η δίνη του αγνώστου είναι το κεντρικό θέμα της πλοκής που ο Γιάννης Μαρής εμπνεύστηκε από τον κινηματογραφικό "Δεσμώτη του Ιλίγγγου" του Ά. Χίτσκοκ. Ωστόσο, διαφοροποιείται αρκετά προσδίδοντας στην αφήγηση επιπλέον αποχρώσεις μελοδράματος, ταξιδιωτικού πεζογραφήματος και χρονογραφήματος καθώς ενσωματώνει στην πλοκή λεπτομέρειες που αντανακλούν κοινωνικές αναφορές και ανθρωπογεωγραφικές παρατηρήσεις  που σκιαγραφούν εύγλωττα το ζωντανό μωσαϊκό της Αθήνας, της Ελλάδας καλύτερα, του '60, κάτι που εντέλει καθιστά το συγκεκριμένο έργο του λιγότερο ελαφρύ απ' ότι θα περίμενε κανείς. Τα συστατικά που τόσο συχνά χρησιμοποιεί ο συγγραφέας με πρόδηλο τρόπο –κοινωνικές αντιθέσεις, ίντριγκες και πάθη, πλαστοπροσωπίες κι ένοχα μυστικά, κλισέ, εξιδανικεύσεις, στερεότυπα, κ.ά.– δεν παρουσιάζονται εδώ. Αντ' αυτών, υπάρχουν ψήγματα χιούμορ που στηλιτεύουν το τότε σύγχρονο παρόν:  "Οι αστυνομικοί παρακολουθούσαν το κότερο του Νικολαΐδη με ένα τρεχαντήρι..."

 



Το μυθιστόρημα εκδόθηκε σε ογδόντα εννέα συνέχειες στον ημερήσιο Τύπο και δεν κυκλοφόρησε ποτέ σε μορφή βιβλίου παρά μόνον το 2013 όταν και εκδόθηκε η παρούσα πρώτη έκδοσή του κι αυτός είναι ένας λόγος για να το διαβάσει κανείς – δεδομένης της αποσπασματικότητάς του, και της μη επιμέλειάς του από τον συγγραφέα (κάτι που συνήθιζε όταν εκδιδόταν ένα βιβλίο του) το μυθιστόρημα έχει εξαιρετικά συνεκτική δομή και ο ρυθμός της αφήγησης παραμένει σταθερός κι ελεγχόμενος σε όλη την εξέλιξη της πλοκής. Οι δε χαρακτήρες της ιστορίας δεν είναι επίπεδοι ή στεγνοί παρ'  όλο το λιτό, ανεπιτήδευτο, ύφος της γραφής του. Ο σημαντικότερος όμως λόγος για να διαβαστεί το βιβλίο είναι η δεξιότητα του Γιάννη Μαρή να επικοινωνεί άμεσα και με οικείο, πειστικό κι ενδιαφέρον έως αγωνιώδες τρόπο την ιστορία του ενώ παράλληλα ψυχαγωγεί τον κάθε αναγνώστη δίχως να ευτελίζει την γλώσσα, την νοημοσύνη ή τον ψυχισμό του. Αυτός δεν είναι, άλλωστε, στόχος της λογοτεχνίας; 




 





Σημειώσεις: Το εικαστικό της ανάρτησης είναι λεπτομέρεια του ομότιτλου με την ανάρτηση έργου του  Γιώργου Χατζημιχάλη. Το ασπρόμαυρο σκίτσο είναι από την εικονογράφηση του βιβλίου από τον Φ. Δελλή – ακόμη ένας λόγος για να διαβάσετε το βιβλίο. Η φωτογραφία της κόμμωσης της Tippi Hedren είναι από τον Δεσμώτη του Ιλίγγου. Στο τέλος, το πορτραίτο του συγγραφέα από τον Μ. Γαλλία κι έχει αντληθεί από το αυτί του βιβλίου. 

Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023

 
 
 
 
Νόημα στο Αφηρημένο 

 
 
 

Το να εξηγήσεις σε ένα μικρό παιδί αφηρημένες έννοιες δεν είναι εύκολο. Μπορείς να επιστρατεύσεις την φαντασία και την παντομίμα για να ορίσεις τις απλές όπως είναι τα συναισθήματα. Δεν είναι, όμως, αρκετό για τα πιο σύνθετα αφηρημένα ουσιαστικά όπως, για παράδειγμα, τις ιδέες και τις αντιλήψεις. Χρειάζονται, τότε, όχι μόνον συγκεκριμένες λέξεις αλλά και παραδείγματα που θα κάνουν την αφηρημένη έννοια απτή και οικεία και γι' αυτό κατανοητή στο παιδί. 

Αυτό κάνει ο Κυριάκος Χαρίτος στο πρόσφατο "Το Όλο και το λίγο" (Καστανιώτης, 2Ο22) – επιστρατεύει παιδικές εμπειρίες και καθημερινές καταστάσεις για να δώσει υπόσταση σε έννοιες όπως, τα μεγέθη και το βάρος, η απόσταση, η ποσότητα, η χωριτικότητα, η δύναμη. Και πετυχαίνει να τους δώσει σαφές νόημα με την σύγκριση αντιθέτων. Έτσι, σε κάθε αριστερή σελίδα, συγκεντρώνονται οι πολλές εκφάνσεις του γενικού, το Όλο του τίτλου – τα στοιχεία της φύσης, η κίνηση των πραγμάτων και  η κινητικότητα των πολιτών,  οι ανθρώπινες αισθήσεις και οι απάνθρωπες καταστάσεις όπως είναι η προσφυγιά. Κι αυτό, το κάθε Όλο, έρχεται σε αντίθεση με το Λίγο που απεικονίζεται στην δεξιά σελίδα και είναι μία λεπτομέρεια από την οικεία καθημερινότητα του παιδιού – ένα σπασμένο παιχνίδι, ένας κεφτές, μία μουντζούρα από μολύβι, ένας μπέμπης με ένα κατσαρόλι, δυο σφιχτά κοτσίδια.  Έτσι, με την αντιπαραβολή  φαινομένων, καταστάσεων κι εμπειριών της ζωής τους που εναλλάσσονται, οι μικροί αναγνώστες μαθαίνουν τις πρώτες απλές αφηρημένες έννοιες.

Μην μπερδευτείτε: δεν πρόκειται για ένα βιβλίο με θεωρίες και κανόνες αλλά για μία σαν-παραμύθι αφήγηση που απευθύνεται, καταρχάς, σε παιδιά 4 με 6 ετών. Εξού και η γλώσσα του συγγραφέα είναι απλή, παιγνιώδης, με εύρος κι ευφάνταστες συνθέσεις ενώ η έμμετρη μορφή της αποπνέει έναν ανάλαφρο λυρισμό. Δεν είναι βέβαια η πλούσια κι ενθουσιώδης γλώσσα τού "Για Φαντάσου", είναι όμως το ίδιο ζωντανή και εικονοπλαστική. Σε αυτό προσθέτει και η ανάγλυφη εικονογράφηση της Ίριδας Σαμαρτζή που παίζει με την σκιαγράφηση και τις υφές σε μία γήινη, λεπτοδουλεμένη κι ελκυστική χρωματική παλέτα η οποία, ωστόσο, είναι ελαφρώς μουντή κι επίπεδη – περίμενα μεγαλύτερες διαβαθμίσεις στην φωτεινότητα των χρωμάτων ώστε να τονίζουν την πολυπλοκότητα και την κάθε διαφορά που απορρέει από τα κείμενα: την έλλειψη, την απόσταση, την ένταση, την σημαντικότητα, το βάθος.

Παρ' όλα αυτά, και παρά την συνεχόμενη αντιπαράθεση του Όλου με το Λίγο, η από κοινού –συγγραφέα και εικονογράφου– αφήγηση είναι γοργή, όμορφη και διασκεδαστική ενώ, παράλληλα, ασκεί την πνευματική νοημοσύνη των μικρών αναγνωστών στην ενσυναίσθηση και την συλλογιστική. Τους δείχνει, επίσης, και την σχετικότητα – τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους έξω από το μικρό εγωιστικό πλαίσιο της παιδικής ηλικίας προσλαμβάνοντας, με αυτόν τον τρόπο, μία ευρύτερη εικόνα της κοινωνίας και του κόσμου. 

Δεν βλέπουμε τίποτα στ' αλήθεια εάν δεν το καταλάβουμε, είπε ο βρετανός ζωγράφος John Constable. Και με τούτο το βιβλίο τα παιδιά διακρίνουν πράγματι το μεγάλο και σημαντικό από το μικρό και τετριμμένο και εστιάζουν στο ουσιώδες – αυτό το "λίγο ακόμα" που συμπληρώνει το Όλο και διαφεύγει κάθε ρητού ορισμού. Κι αυτό είναι το σπουδαιότερο.

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2022


 


 Limelight, 

   

 ol' chum.

 

 

 



 

Είναι μέρες τώρα που προσπαθώ να γράψω για το "Ένα άλογο μπαίνει σ' ένα μπαρ" (μτφρ: Λουίζα Μιζάν - Ψυχογιός, 2O19) – το βραβευμένο με Booker International (2O17) μυθιστόρημα του David Grossman που αφηγείται μία παράσταση κωμωδίας stand-up. Πάλκο, προβολείς, μικρόφωνο, σκαμπό, ένας κωμικός που αυτοσχεδιάζει. Κι ένα κοινό που, πίνοντας το ποτό του ή και τρώγοντας κάτι, ακούει αστεία όπως αυτό που έδωσε τον τίτλο στο βιβλίο του ισραηλινού συγγραφέα: "Ένα άλογο  μπαίνει σε ένα μπαρ και ζητάει από τον μπάρμαν μια μπίρα Γκόλντσταρ βαρέλι. Ο μπάρμαν τού δίνει, και το άλογο την πίνει και ζητάει ένα ποτήρι ουίσκι. Το πίνει, ζητάει ένα ποτηράκι τεκίλα, Την πίνει. 'Ενα σφηνάκι βότκα και μια μπίρα..."  Ωστόσο, ο τρόπος που το χειρίζεται ο ισραηλινός συγγραφέας αποδεικνύει ότι είναι κάτι πολύ σύνθετο, περίτεχνο και επώδυνο. 

Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε ένα καταγώγιο της  Νατάνια, μιας μικρής πόλης στο σύγχρονο Ισραήλ, όπου ο αφηγητής παρακολουθεί μια παράσταση κωμωδίας stand-up. Εντελώς ασυνήθιστο για κάποιον του κύρους και της φήμης ενός δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ωστόσο ο Αβισάι Λαζάρ, συνταξιούχος πλέον, αναγκάζεται να δεχτεί την πρόσκληση του κωμικού Ντόβαλε Γκρίνσταϊν που υπήρξε για λίγο παιδικός του φίλος. Γνωρίστηκαν όταν έκαναν μαζί ιδιαίτερα μαθήματα και δεν άργησαν να γίνουν κολλητοί – ο Ντόβαλε τον θαύμαζε για την εξυπνάδα και την σταθερότητά του ενώ εκείνος για το πνεύμα και την αντιδραστικότητά του. Όταν σταμάτησαν τα μαθήματα χάθηκαν, για να βρεθούν λίγα χρόνια αργότερα, κατά τύχη, στην στρατιωτική κατασκήνωση ΓκάντναΕκεί, ο Λαζάρ διατήρησε μια ουδέτερη, απόμακρη στάση απέναντι στον μικροκαμωμένο φίλο του κι αυτό τον κάνει να πιστεύει πως ο Ντόβαλε τον καλεί τώρα για κάποιον προσωπικό, εκδικητικό, λόγο. Ο κωμικός ωστόσο είναι σαφής – το μόνο που του ζητούσε ήταν να τον δει και να του πει, στο τέλος της παράστασης, «τι βγάζει προς τα έξω».

Η παράσταση ξεκινά με τον Ντόβαλε να λέει μερικά κοινότοπα αστεία και να φλυαρεί με το κοινό. Στην συνέχεια, ωστόσο, οι αυτοσχεδιασμοί του γίνονται μια σειρά από ξεκάρφωτα ξεσπάσματα –μία μείξη από προσωπικά βιώματα με εμβόλιμους χυδαίους, προσβλητικούς κυνισμούς εν είδει αστείων– για να καταλήξουν σε έναν σχεδόν ανεξέλεγκτο, παραλληρηματικό μονόλογο για την παιδική ηλικία του. Κανείς δεν ήξερε την τυραννική συμπεριφορά του πατέρα του ενώ αντίθετα όλοι ήξεραν ότι τραμπουκίζονταν συστηματικά από τους συμμαθητές του και κανείς δεν έκανε κάτι γι' αυτό. Έτσι, ο μικρός είχε αναπτύξει μια δουλική συμπεριφορά για να τους ικανοποιεί όλους, και να αποφεύγει τα χειρότερα, και μία κλοουνίστικη τεχνική που τους διασκέδαζε κιόλας – περπατούσε ανάποδα, με τα χέρια. Με όρους ψυχολογίας, αυτό θεωρείται συνήθης μαζοχιστική μανούβρα. Κομβικό σημείο στον μονόλογό του είναι ένα συγκεκριμένο γεγονός που τον στιγμάτισε – στα δεκατέσσερά του, κι ενώ βρισκόταν ακόμη στην Γκάντνα, οι αξιωματικοί διακόπτουν ένα από τα πολλά επεισόδιο τραμπουκισμού του για να του ανακοινώσουν ότι πρέπει να παραστεί στην κηδεία του γονιού του,  χωρίς ωστόσο να του πουν για ποιόν από τους δύο πρόκειται.

Ταυτόχρονα με την αφήγησή του στην σκηνή, ο Ντόβαλε κάνει σπασμωδικές, φρικαρισμένες  κινήσεις κι αυτοτραυματίζεται – σπάει τα γυαλιά του, ματώνει.  Έτσι, αυτό που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μέσο ενδυνάμωσης της αυτοπεποίθησής του, ή έστω ένας μηχανισμός διαχείρησης μιας κρίσης άγχους ή της επανεμφάνισης του θρήνου για τον γονιό που έχασε, γίνεται ένα επώδυνο φιάσκο· μία τρύπια ασπίδα ενάντια στο βάρος της αναδυόμενης μνήμης και της τρέχουσας πραγματικότητας – στα πενήντα επτά του, με πέντε αποτυχημένους γάμους, ισάριθμα παιδιά που δεν θέλουν να έχουν σχέση μαζί του, πολλά μοναχικά βράδυα σε άθλια μοτέλ και μία πρόσφατη διάγνωση καρκίνου του προστάτη.

 


Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στην διάρκεια μόλις δύο ωρών και ο συγχρονισμός του Νταβίντ Γκρόσμαν, που κινεί πολλά νήματα, είναι άψογος – κάθε ενέργεια του Ντόβαλε επί σκηνής επιδρά και συνυφαίνεται με κάθε σκέψη και κίνηση του Λαζάρ ο οποίος, παρακολουθώντας την παράσταση, συνειδητοποιεί πως και η δική του ζωή δεν είναι ακριβώς επιτυχημένη. Φημισμένος μεν για τις ακριβοδίκαιες αποφάσεις του και το πάθος του για δικαιοσύνη αλλά και ιδιαίτερα αντιπαθής για την επικριτικότητά του και την παγερή αποστασιοποίησή του, εντός κι εκτός δικαστηρίου, κάτι που επιτάχυνε την συνταξιοδότησή του. Χωρίς σύζυγο – πέθανε ξαφνικά από καρκίνο πριν από λίγα χρόνια. Χωρίς παιδιά. Με ελάχιστους φίλους κι ένα παρόν αυστηρά μοναχικό –  μόνοι σύντροφοί του ένας ηλικιωμένος σκύλος και η απαρηγόρητη θλίψη του. 

Παράλληλα, η παραμικρή αντίδραση του κοινού κουμπώνει εντελώς απρόσκοπτα με τις σκέψεις των δύο και  η εξέλιξη της πλοκής (η παράσταση έχει πράγματι πλοκή και μάλιστα περιπέτειας) μεταδίδει την αίσθηση του επείγοντος – ο αναγνώστης συμμερίζεται την πνιγηρή αίσθηση που δίνουν τόσο το γεμάτο καταγώγιο όσο και το μανιακό παραλλήρημα του Ντόβαλε. Ο συγγραφέας έχει δε προσδώσει στην παράσταση και μια χροιά θρίλερ –  ο επί σκηνής Ντόβαλε δεν αποκαλύπτει ποιός από τους δύο γονείς του είχε τότε πεθάνει παρά μόνον προς το τέλος της παράστασης. Όπως και ο έφηβος Ντόβαλε που το έμαθε μπροστά στη σορό. 

Η γραφή του Γκρόσμαν είναι λιτή και διαυγής αλλά πλούσια σε αποχρώσεις του ανθρώπινου ψυχισμού τον οποίο ο συγγραφέας αποκαλύπτει με λεπτότητα. Ένα παράδειγμα: η μητέρα του Ντόβαλε –μία τραγική μορφή που επιχείρησε να σβήσει το ψυχικό εγκαυστικό που της άφησαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης κόβοντας τις φλέβες της–,  προβάλλει εύθραυστη. Ο πατέρας του, ένα δεύτερο – η αναπαράσταση του δαιμόνιου, αεικίνητου και σκληρού μα μίζερου άντρα είναι ζωντανή αλλά δεν τον αντιπαθείς (πολύ). Ή, στον αντίποδά τους, η Ευρύκλεια – μία μικροσκοπική και αφελής γυναίκα που έρχεται από το παρελθόν του Ντόβαλε και ως άλλη τροφός ενός σύγχρονου, συναισθηματικά χαμένου, Οδυσσέα παρακολουθεί την παράσταση με την σθεναρή πεποίθηση ότι ο φίλος της δεν είναι αυτή η αποκρουστική καρικατούρα που θέλει να παρουσιάσει στην σκηνή. Και του το λέει. Πόσο εξισορροπητικό εύρημα ετούτη η μητρική φιγούρα. 

Η οικογένεια και η δυναμική της είναι ένα από τα βασικά μοτίβα της θεματολογίας του Γκρόσμαν καθώς και η φιλία, η ιαματική δύναμη της αποδοχής από τον Άλλο, η ειρηνική συνύπαρξη με τους Άραβες – ενυπάρχουν κι εδώ όπως ακριβώς και στο magnus opus του, το "Στο τέλος της γης"Σε τούτο το "μυθιστόρημα δωματίου" ωστόσο λείπει η φύση και ο συγγραφέας "περιορίζεται" στις περιγραφές του εσώτερου τόπου των χαρακτήρων του. Ακόμη και των θεατών –μια ανάγλυφη εικόνα αντιπροσωπευτική της ισραηλινής κοινωνίας– που, όπως ο χορός αρχαίας τραγωδίας, δίνει τον τόνο και προάγει την δράση με την εναλλασσόμενη διάθεση του καθενός και τις διάφορες αντιδράσεις  τους – άλλοι γελούν, άλλοι φεύγουν αγανακτισμένοι, άλλοι παραμένουν αλλά δυσανασχετούν, μερικοί συμμετέχουν, κάποιοι σιωπούν αμήχανα, μία ώριμη κυρία φλερτάρει τον Λαζάρ ενώ μία νεαρή γυναίκα συγκινείται και δείχνει να συμπάσχει με το δράμα του κωμικού. 



Μία στερεότυπη  κωμωδία stand-up είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο είδος για να το αποδώσεις, πολύ περισσότερο δε τούτη η έκτροπη παράσταση, μα ο  Γκρόσμαν το κάνει με έξοχο τρόπο. Αποδίδει αριστοτεχνικά και με συναισθηματική ευφυΐα την πολυπρισματική θέαση και την χωροταξία της παράστασης όπως και τον ρυθμό της – αν και πράγματι δύσκολο να αναπαραχθεί γραπτώς, εδώ είναι διακριτός κι εύγλωττος, σταθερά κλιμακούμενος και ασύλληπτα έντονος. Η μετάφραση της Λουίζας Μιζάν (από τα εβραϊκά) συμπορεύεται με τον ίδιο ρυθμό και το πνεύμα του συγγραφέα. Μεταφράζει: "Την ακούω να ανασκάπτει με το ένα χέρι μέσα στην τσάντα της..." (σελ.276)

Στην αρχή είχα υποθέσει πως πρόκειται για μια ιστορία "Γέλα, παλιάτσο!" Σε αυτό συνέβαλλε το εξώφυλλο που παραπλανά – το καπέλο μπόουλερ είναι χαρακτηριστικό σύμβολο των παραστάσεων καμπαρέ ή ενός πρωτότυπου  κωμικοτραγικού vaudeville με μονόλογο τύπου Σαρλώ. Σε κάθε περίπτωση είναι κάτι εντελώς ξένο με το ύφος και το περιεχόμενό της κωμωδίας stand-up.  Το "Ένα άλογο μπαίνει σ' ένα μπαρ"  είναι ένα πράγματι ξεχωριστό, ασυνήθιστο,  πιο οικουμενικό βιβλίο. Όχι μόνον επειδή μιλά για το πόσο φοβερά δυσλειτουργικοί είναι οι άνθρωποι και οι κοινωνίες, κι επιπλέον δείχνει τις αντιθετικές δυνάμεις  που διαμορφώνουν τις ζωές μας. Ούτε (μόνον) επειδή ο Γκρόσμαν περιγράφει τον πόνο με λέξεις κι έναν ακλόνητα νηφάλιο τρόπο –  αν και πολύ οδυνηρή η ιστορία και ο πρωταγωνιστής του όντως πάσχει, δεν τον καταδικάζει· δεν του δίνει ένα βεβιασμένο happy end, ούτε όμως του αφήνει χώρο για απόγνωση. Με μια θαραλέα κίνηση, ο Ντοβ υπερβαίνει το τραύμα του και πετά το γάντι στον Αβισάϊ και τους αναγνώστες – πόση πραγματικότητα μπορούμε να αντέξουμε και τι κάνουμε όταν αυτή γίνεται αβάσταχτη;

Ετούτο το θεμελιώδες ερώτημα είναι που θέτει ο βραβευμένος συγγραφέας και ακτιβιστής για περισσότερο από 3Ο χρόνια με το έργο του, τόσο για τους ενηλίκους όσο και για τα παιδιά. Και μας υπενθυμίζει πως πάντοτε έχουμε επιλογές. Μας αναγκάζει να σκεφτούμε ποιοί είμαστε στ' αλήθεια και να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία των πράξεων, ή μη-πράξεών μας. Μας παρακινεί να αναλάβουμε ευθύνη, και δράση. Ο κόσμος, όλος μια σκηνή, δεν γυρνά με την αδράνεια. Η γνήσια λογοτεχνία και η ανάγνωσή της δεν είναι μία παθητική πράξη.  




ΥΓ.: Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος 131 (Ιουνίου 2Ο22) του The Books' Journal – της έγκριτης επιθεώρησης για το βιβλίο, με επιπλέον κείμενα παρεμβάσεων για τα γράμματα, τις τέχνες, τις ιδέες, την πολιτική, την επιστήμη.  





Σημειώσεις: Η αρχική εικόνα είναι λεπτομέρεια επεξεργασμένη από την σελίδα τίτλου του βιβλίου. Το εικαστικό είναι η έγχρωμη οπτικοποίηση των μουσικών δεδομένων των Τεσσάρων Εποχών του Antonio Vivaldi από τον σχεδιαστή και ψηφιακό καλλιτέχνη Nicholas Rougeux. Μπορείτε να το δείτε και σε κίνηση εδώ

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022








 
 Ήρωες & Τέρατα 

  
     



Είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά, αγαπημένα, βραβευμένα και ευπώλητα παιδικά βιβλία όλων των εποχών. Κι όμως, χρειάστηκε να περάσουν 59 χρόνια από την έκδοση του κλασικού πλέον "Η χώρα των τεράτων" (απόδοση Γιάννης Παλαβός – Παπαδόπουλος, 2Ο22) για να εκδωθεί για πρώτη φορά στα ελληνικά.

Η ιστορία που έγραψε ο Maurice Sendak αφορά μία τυπική αντίδραση των παιδιών – ο μικρός Μαξ παίζει στο σπίτι του και η μητέρα του, αγανακτισμένη από την αναστάτωση τον αποκαλεί "Τέρας!". Ο Μαξ της απαντά αμέσως: "Θα σε φάω!" Αυτό δεν της αρέσει καθόλου και τον στέλνει τιμωρία στο δωμάτιό του, χωρίς φαγητό. Εκεί, με κάποιον ανεξήγητο μα εντελώς φυσικό στα μάτια του παιδιού τρόπο, ο χώρος μεταβάλλεται σε μία ζούγκλα και ο Μαξ βρίσκεται να ταξιδεύει με μία βάρκα προς το άγνωστο. Κάποια στιγμή φτάνει σε ένα νησί που το κατοικούν τέρατα. Ασυνήθιστα στην μορφή, αλλά πραγματικά τέρατα. Ο Μαξ, όμως, όχι μόνον δεν πτοείται αλλά τα τιθασεύει και γίνεται ο βασιλιάς τους και μαζί κάνουν "τον κακό χαμό!". Κι όταν θέλει, τα στέλνει για ύπνο χωρίς το φαγητό τους. Τότε όμως, ο Μαξ νοιώθει μόνος και θέλει να γυρίσει πίσω. Παρ' όλο που τα άγρια πλάσματα δεν θέλουν να τον αποχωριστούν, ο Μαξ τα αγνοεί και γυρίζει στο δωμάτιό του όπου τον περιμένει ένα πιάτο φαγητό, ζεστό. 




Όταν πρωτοεκδόθηκε, το 1963, η επικρατούσα αντίληψη για το παιδί ήταν πως είναι αθώο, άβουλο κι ανόητο. Ο τρόπος που σκέφτεται, το πως αισθάνεται και συμπεριφέρεται αφορούσε μόνο σε απλοϊκές φορμαλιστικές εικόνες – πειθήνιο κι ευγενικό κοκκινομάγουλο κουκλάκι που παίζει με κουνελάκια κάτω από καταγάλανους ουρανούς με άσπιλα λευκά σύννεφα. Ο Μώρις Σέντακ κατέρριψε όλες αυτές τις αυταπάτες των μεγάλων με μόλις 1Ο προτάσεις που αποτυπώνουν με ειλικρίνεια το αδάμαστο κρυφό μέρος της παιδικής ηλικίας –τον κίνδυνο, την ανία, την απογοήτευση, τον θυμό– και το πώς τα παιδιά καταφέρουν να συμβιβαστούν με την πραγματικότητα της ζωής τους. Φυσικό επόμενο ήταν να συναντήσει αντιδράσεις – ο τρόπος του δεν ήταν εκείνος ο ιδανικός που, ακόμη και σήμερα με διάφορες παραλλαγές, μας αρέσει να φανταζόμαστε τα παιδιά. Ένας επιφανής ψυχολόγος κατέκρινε, τότε, το βιβλίο λέγοντας πως θα προκαλούσε φόβο εγκατάλειψης στα παιδιά και ότι αποθεώνει μία συμπεριφορά που δεν είναι αποδεκτή – τον Μαξ να κάνει σκανταλιές και ζημιές, να ξεσπά με θυμό, να αντιμιλά στη μαμά του. Αρκετοί γονείς δε σχολίασαν έντονα πως τα τέρατα της ιστορίας είναι πολύ τρομακτικά για τα παιδιά. 

Η περιστασιακή βία, το άσχημο, το επικίνδυνο, το τρομακτικό προσελκύουν τα παιδιά. Ως αντιδραστική κατάσταση είναι μέρος του ψυχισμού τους, αν και όχι στον ίδιο βαθμό για το καθένα, καθώς με αυτά δοκιμάζουν τα όρια τα δικά τους και της πραγματικότητας γύρω τoυς ώστε να βγάλουν νόημα και να αντιμετωπίσουν όσο καλύτερα μπορούν το άγνωστο, τον φόβο και το άγχος που βιώνουν καθημερινά, για πολλά θέματα – μια διεργασία που, σύμφωνα με τον Alfred Adler, είναι θεμελιώδους σημασίας για την μελλοντική ζωή του παιδιού και  σχετίζεται με την καλή ψυχική υγεία και την συναισθηματική ευελιξία του ενήλικα. Τα άγρια γκροτέσκα πλάσματα που φέρνει στο μυαλό του ο Μαξ τον βοηθούν να εκτονωθεί και να γίνει ήρωας στα δικά του μάτια, όπως πιθανότατα έκανε και ο ίδιος ο Σέντακ όταν ήταν μικρός – θείοι και θείες του, επιζώντες του Ολοκαυτώματος, μαζεύονταν κάθε Κυριακή στο σπίτι του και τον τρομοκρατούσαν με την συνεχή προσοχή τους. "Είσαι τόσο καλός, θα μπορούσαμε να σε φάμε!" του έλεγαν. Είμαι σίγουρη πως στη συνέχεια του τσιμπούσαν το μάγουλο με δύναμη. Εξ ού και τα τέρατα του βιβλίου βασίζονται στα χαρακτηριστικά αυτών των συγγενών του: «Ήταν απεριποίητοι, τα δόντια τους ήταν τρομακτικά. Τρίχες ξεπετάγονταν από τις μύτες τους!», είχε πει σε συνέντευξή του ο αμερικανός συγγραφέας. Έχουν δε και τα ονόματά τους: Τζίππυ, Μωής, Άαρον, Εμίλ, Μπέρναρντ. Όχι, όμως, στο βιβλίο αλλά στην διασκευή του σε όπερα και αργότερα στην κινηματογραφική μεταφορά του. 




Ο Μώρις Σέντακ ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα πρώτα ως εικονογράφος. Το αποφάσισε όταν, σε ηλικία 12 χρονών, παρακολούθησε την "Φαντασία" του Ντίσνεϋ. Ωστόσο, όταν ξεκίνησε να γράφει και να εικονογραφεί τα δικά του βιβλία για παιδιά ορκίστηκε πως δεν θα έγραφε  ιστορίες με ήλιους και ουράνια τόξα διότι, όπως έλεγε, αυτά δεν είναι η πραγματική ζωή. Και όντως, η εικονογράφηση της "Χώρας των Τεράτων" είναι "αντηλιακή" – έχει μια ανεπαίσθητη μελαγχολία στις αποχρώσεις των χρωμάτων, που συμβαδίζει εν πολλοίς και με το κείμενο όπως το απέδωσε ο  Γιάννης Παλαβός. Έχει, επίσης, μία ιδιαίτερη εικαστική υφή – μπορεί να διακρίνει κανείς έντονες επιρροές από ευρωπαίους ζωγράφους, αν και η κατά τόπους επιμελής σκιαγράφηση μου θύμισε το τσίκι-τσίκι του Ακριθάκη, σε γεωμετρική μονοχρωματική απόδοση.  

Ίσως τώρα, με το συνονθύλευμμα από εικόνες και διαδραστικά ερεθισμάτα που δέχονται τα παιδιά, το βιβλίο να φαντάζει τετριμμένο. Ωστόσο, η παρούσα έκδοση είνα χάρμα αφής – το χαρτί, από την κουβερτούρα του βιβλίου έως και την τελευταία σελίδα του, είναι εξαιρετικής ποιότητας. Χάρμα, επίσης, οφθαλμών – η εικονογράφησή του είναι για πρώτη φορά τόσο πιστή αναπαραγωγή των αρχικών σχεδίων του αμερικανού συγγραφέα ο οποίος την είχε εγκρίνει ένθερμα. Το πιο σημαντικό: ο κάθε αναγνώστης θα ευχαριστηθεί το ταξίδι του Μαξ γιατί, εκτός από την ανυποχώρητη αναγνώριση της πραγματικής φύσης των παιδιών, ο Σεντάκ έδωσε μορφή στην δύναμη που η φαντασία και τα όνειρα ενσταλάζουν στα παιδιά, εν μέρει και στους μεγάλους: την αίσθηση της αυτονομίας, την ευχέρεια να αλλάζουν την διάθεσή τους όποτε θέλουν, την ισχύ να δαμάζουν τους φόβους τους κοιτώντας τους κατευθείαν στα μάτια· και την αδιαπραγμάτευτη απαίτηση για φροντίδα, προστασία, κατανόηση και τρυφερότητα από τους γονείς τους.  



Ειλικρίνεια στη ζωή – την φανταστική και την πραγματική – είναι η βάση όλης της υψηλής τέχνης, είπε ο Μώρις Σέντακ παραλαμβάνοντας το πιο σημαντικό από τα βραβεία του, το Caldecott. Είναι το στοιχείο που αναγνωρίζουν, έστω κι ασυναίσθητα, τα παιδιά  γι' αυτό έχουν αγαπήσει ετούτο το βιβλίο. Όπως και αρκετοί μεγάλοι που δεν απάλειψαν το παιδί μέσα τους.


 






Σημειώσεις: Η πρώτη εικόνα είναι από την εικονογράφηση του βιβλίου. Το σκίτσο είναι μία μελέτη του Μ. Σέντακ για την σαιξπηρική "Χειμωνιάτικη Ιστορία". Ακολουθεί το Πορτραίτο της Κυρίας ΒΙ (1931) από τον Paul Klee. Στο τέλος, ο συγγραφέας, ένας ήρωας κι αυτός όπως και όλα τα παιδιά που επιβιώνουν της παιδικής ηλικίας, ανάμεσα στους ήρωες του βιβλίου του. 

Δευτέρα 16 Μαΐου 2022

  





Fiction &

Interference facts 



    

Ποιός ήταν ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ; Και πώς αλήθεια έμοιαζε; Μία απλή εγκυκλοπαιδική καταγραφή δίνει αρκετά στοιχεία που είναι λίγο-πολύ γνωστά και σχηματίζουν μια συγκεκριμένη, οικεία εικόνα του Βάρδου. Ωστόσο, ο Bill Bryson στη βιογραφία "Σαίξπηρ: Ολη η αλήθεια για τη ζωή του" (μτφρ. Ελένη Βαχλιώτη – Μεταίχμιο, 2Ο22 / β' έκδοση) ανατρέπει όσα γνωρίζουμε:

"Με τον Ουίλιαμ Σαίξπηρ λοιπόν βρισκόμαστε στην περίεργη θέση να έχουμε τρεις διαφορετικές προσωπογραφίες από τις οποίες  προήλθαν όλες οι άλλες – δύο από αυτές δεν είναι πολύ καλές και είναι έργα καλλιτεχνών που έζησαν χρόνια μετά τον θάνατό του. Η τρίτη είναι πιο εντυπωσιακή ως πορτρέτο, αλλά μπορεί να παριστάνει ένα εντελώς διαφορετικό άτομο. Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι μάλλον παράδοξο. Όλοι αναγνωρίζουμε αμέσως μια προσωπογραφία του Σαίξπηρ μόλις τη δούμε, χωρίς όμως να ξέρουμε πραγματικά πώς έμοιαζε ο ίδιος. Το ίδιο συμβαίνει και με όλες σχεδόν τις πτυχές της ζωής του και του χαρακτήρα του. Είναι συγχρόνως το πιο γνωστό και το πιο άγνωστο πρόσωπο των αγγλικών γραμμάτων." 

Ο μόλις 2Ο3 σελίδων (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι Ευχαριστίες του συγγραφέα, οι υποσημειώσεις της μεταφράστριας και μία βασική βιβλιογραφία) τόμος είναι διαρθρωμένος σε εννέα κεφάλαια,  καθένα από τα οποία αφορά και μία διαφορετική χρονική περίοδο της ζωής του μεγάλου δραματουργού. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το τρίτο κεφάλαιο όπου ο συγγραφέας διερευνά τα "χαμένα χρόνια" – την βαρετή για πολλούς μελετητές περίοδο 1585-1592 όπου δεν υπάρχει κανένα ιστορικό ίχνος του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ εκτός από έναν υπαινιγμό ότι το 1592 ήταν μέρος της θεατρικής σκηνής του Λονδίνου. Κι αυτό είναι ένα από τα αξιοπρόσεκτα στοιχεία ετούτης της βιογραφίας – οι πολλές ιδιότητες του Άγγλου που εκτός από δραματουργός, υπήρξε σκηνοθέτης και ηθοποιός. "Ο Σαίξπηρ φαίνεται πως ήταν ηθοποιός σε όλη την επαγγελματική ζωή του..."  γράφει ο Μπράισον. Αναφέρεται επίσης και στην ύπαρξη της Anne Whateley – της νεαρής γυναίκας που υποτίθεται πως προοριζόταν για μελλοντική σύζυγος του Ουίλλιαμ πριν αυτός παντρευτεί την Ανν Χάθαγουέι. Αν και οι περισσότεροι μελετητές πιστεύουν πως η Ουότλι δεν υπήρξε ποτέ και πως το όνομά της σε ένα έγγραφο σχετικά με τον γάμο του Σαίξπηρ οφείλεται σε λάθος υπαλλήλου, αρκετοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως η Ουότλι υπήρξε πραγματικά και ήταν αντίζηλος της Χάθαγουέι.



Το βιβλίο δεν γράφτηκε για να συνεισφέρει νέα βιογραφικά στοιχεία για τον άγγλο δραματουργό αλλά για να συμπληρώσει την σειρά βιβλίων μεγάλου εκδοτικού οίκου η οποία περιλαμβάνει βιογραφίες  σημαντικών προσωπικοτήτων. Ωστόσο, ο λόγος συγγραφής του μοιάζει να είναι  η ανατροπή της κάθε βεβαιότητας που έχουμε για τον Άγγλο. Ο Μπράισον, σε όλη την έκταση του βιβλίου, χρησιμοποιεί τις ελάχιστες επιβεβαιωμένες πληροφορίες που υπάρχουν για τον Σαίξπηρ και, βασιζόμενος μόνο σε πρωτογενείς πηγές και αποκωδικοποιημένα αρχεία της εποχής, φωτίζει τις συνθήκες διαβίωσης του Βάρδου ενώ αντικρούει, επίσης, τις όποιες σκοτεινές θεωρίες κυκλοφορούν για το έργο του χωρίς να προβεί στην παραμικρή κριτική για την λογοτεχνικότητά του. Κι επιπλέον, δίχως να κάνει τις συνήθεις συνδέσεις βίου κι έργου, όπως οι υπόλοιποι βιογράφοι του Σαίξπηρ τους οποίους επικαλείται.          

Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς πως ο αμερικανο-βρετανός Μπράισον, ως ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος που είναι, γράφει με στεγνό, ενημερωτικό τρόπο και γι'αυτό ανιαρό. Πολύ περισσότερο δε τη στιγμή που χρησιμοποιεί ακαδημαϊκό υλικό και συγκεκριμένη μεθοδολογία με συστηματικό κι εκτενή τρόπο. Ωστόσο, ο Μπράισον είναι επίσης ένας χαρισματικός συγγραφέας ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, ιδιαίτερα δημοφιλής, και κάνει εδώ αυτό που ξέρει να κάνει πολύ καλά – μιλά για το αντικείμενό του τοποθετώντας το στο αντίστοιχό του χρονικό πλαίσιο και αναλύοντάς το περιμετρικά και με κάθε λεπτομέρεια. Από τις διατροφικές συνήθειες, τις ενδυματολογικές μόδες και τον καλλωπισμό· την κοινωνική διαστρωμάτωση και τις υγειονομικές συνθήκες (βλ. πανώλη) μέχρι την τυπογραφία, την ιστορία του θεάτρου στο Λονδίνο, τις θεατρικές πρακτικές και τις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες του Γκλόουμπ έως την ορθογραφία, την χρήση και την εξέλιξή της αγγλικής γλώσσας και την δημιουργία του Σίτι. 




Έτσι το βιβλίο, που απευθύνεται στο γενικό κοινό και όχι σε αναγνώστες με επαγγελματική ειδίκευση, θα μπορούσε να είναι μία δελεαστική και edutaining εισαγωγή στο έργο του μεγάλου Βάρδου. Ένα πυκνό και πράγματι συναρπαστικό αφήγημα με πολύ γνώση, πνευματώδεις παρατηρήσεις και σασπένς που αναβιώνει δύο εποχές (ελισαβετιανή και ιακωβιανή) και περιβάλλει τον αναγνώστη με την αύρα τoυς. Και αν, στο τέλος της ανάγνωσης, μας διαφεύγουν η αληθινή, φωτορεαλιστική εικόνα του προσώπου του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και οι πολλές επακριβείς λεπτομέρειες για την ζωή του σε όλες τις εκφάνσεις της, μας μένει ανεξίτηλη η αίσθηση του πνεύματος και του χαρακτήρα του – ευγενική φύση, δυναμικός μα ελκυστικός σκεπτικισμός κι ένα χάρισμα (για τις λέξεις και την αφήγηση) ασυναγώνιστο, ακόμη και στην εποχή μας. 






Σημειώσεις: H πρώτη εικόνα είναι λεπτομέρεια από χειρόγραφο του "Οι Δαιμονισμένοι" όπου ο  Fyodor Dostoevsky έχει σκιτσάρει  ένα μικροσκοπικό πορτρέτο του Σαίξπηρ σε προφίλ. Στο κολάζ βλέπετε τις τρεις γνωστές προσωπογραφίες και το γλυπτό που αναφέρονται στο βιβλίο και αποδίδουν την υποτιθέμενη μορφή του Σαίξπηρ. Τέλος, η επιχρωματισμένη μεζοτίντα του M. Rapine δείχνει τα χρώματα που εμφανίζονται σε μια σαπουνόφουσκα από την παρεμβολή των ανακλώμενων ακτίνων φωτός. 

Παρασκευή 15 Απριλίου 2022

 


Εκεί, 


ψηλά στον ουρανό


 



...βρίσκεται  το "Φεγγάρι του Κιέβου" (μτφρ. Α. Παπαθεοδούλου – Παπαδόπουλος, 2Ο22) και αναρωτιέται:


... αν το φεγγάρι 

του Κιέβου

είναι τόσο όμορφο

όσο είναι το φεγγάρι της Ρώμης.

Αναρωτιέμαι αν είναι το ίδιο φεγγάρι

ή είναι  το αδέλφι  του...


Το τρυφερό ποίημα του φημισμένου ιταλού συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας και δημοσιογράφου Gianni Rodari πρωτοκυκλοφόρησε το 1955 και μόλις πριν από τρεις ημέρες κυκλοφόρησε ξανά μετά από πρωτοβουλία των εκδόσεων Einaudi Ragazzi και της Beatrice Allemagna«Ήταν τρομερή τιμή που με σκέφτηκαν» λέει η ιταλίδα εικονογράφος και συγγραφέας.  Ίσως επειδή την είδαν δυσάρεστα εντυπωσιασμένη από αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία, εκτός από το ότι γνώριζαν την αγάπη της για τον Ροντάρι, τα βιβλία του οποίου έχει ήδη εικονογραφήσει. «Για μένα είναι ένας μη κοσμικός πατέρας, υπάρχει πάντα λίγο από αυτόν στα έργα μου», συμπληρώνει η εμπνευσμένη δημιουργός που μένει μόνιμα στο Παρίσι αλλά γι' αυτό το έργο της επέστερεψε στην Μπολόνια. 

Ένα φεγγάρι που γίνεται παγκόσμιο σύμβολο ειρήνης – σε μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου ή και ενός συμβατικού χάρτινου, κυκλοφόρησε στις 12 Απριλίου ταυτόχρονα σε πολλές χώρες παγκοσμίως. «Ανακάλυψα ότι τα παιδικά βιβλία είναι μια κοινωνική και πολιτική πράξη (...) Δεν νομίζω ότι υπάρχει ιδιαίτερη αύξηση στον χώρο (συγγραφής βιβλίων που μιλούν για τον πόλεμο). Υποθέτω μόνον πως τώρα είναι ιδιαίτερα αισθητή η παρουσία τους λόγω της κατάστασης που τα έχει φέρει στο προσκήνιο», σχολιάζει.

 

 

Η ελληνική έκδοση είναι η συμβατική χάρτινη και τα έσοδα από τις πωλήσεις του θα διατεθούν στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, υποστηρίζοντας έτσι το έργο τους στην εμπόλεμη Ουκρανία (δείτε εδώ).




Τρίτη 9 Μαρτίου 2021





Reclaiming the Frame 

 
 
 


           
   
Όσο δύσκολο κι αν  είναι να εξηγήσεις τον κόσμο στα παιδιά τόσο απαραίτητο είναι να κατανοήσουν όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω τους, ιδίως αυτή την περίοδο,  ακόμη και τα πιο μικρά. Σε αυτό απαντά η βραβευμένη συγγραφέας και κριτικός  παιδικής λογοτεχνίας Μαρίζα Ντεκάστρο με δύο σχεδόν πρόσφατα βιβλία της όπου ασχολείται με την αγωγή του πολίτη – ένα από τα σημαντικότερα θέματα που αναδύθηκαν ετούτες τις μέρες, εξίσου σημαντικό και θεμελιώδες κι εκτός της τωρινής συγκυρίας. 
 

Στο  "Πού κρύβονται τα δικαιώματα;" (Μεταίχμιο, 2Ο19) η αφήγηση ξεκινά με μία απλή απορία της μικρής πρωταγωνίστριας: «Τι είναι το Σύνταγμα; Πλατεία; Στάση του μετρό; Αγορά;» Ο φίλος της τής  απαντά και στη συνέχεια τα δυο παιδιά συζητούν για εκείνα τα πράγματα που δικαιούνται να έχουν και να κάνουν ως παιδιά, εκείνα  που δεν επιτρέπονται κι εκείνα που προστατεύει το Σύνταγμα – το χάρτινο έγγραφο που είναι ο νόμος των νόμων της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η συγγραφέας, με πλούσιο κι έγκριτο έργο στα βιβλία γνώσης για παιδιά, δίνει εδώ μερικές ουσιώδεις ιστορικές πληροφορίες για την ύπαρξη και λειτουργία του Συντάγματος το οποίο προστατεύει όλα τα δικαιώματα όλων των Ελλήνων πολιτών – πότε και πού δημιουργήθηκε, ποιοί το ζήτησαν και πώς. Παράλληλα, η μινιμαλιστικής αίσθησης παιδικότροπη εικονογράφηση της Άνας Μάτεγιτς προβάλλει με ενάργεια περιστατικά της πραγματικής ιστορίας όταν το Σύνταγμα είχε καταλυθεί – βιβλία που καίγονται σε σωρό, ανθρώπους φυλακισμένους για τις ιδέες και τα πιστεύω τους.

Στο θέμα της Δημοκρατίας αναφέρεται το ομότιτλο "τι είναι Δημοκρατία (Μεταίχμιο, 2Ο2Ο)  Στο βιβλίο ετούτο η βραβευμένη συγγραφέας είναι το ίδιο ευθύς κι εύγλωττη – εξηγεί τι σημαίνει Δημοκρατία, γιατί είναι σημαντική και τι σημαίνει για τους ανθρώπους παντού στον κόσμο. Η πολύχρωμη, σχεδόν ναΐφ, εικονογράφηση του  Χρήστου Κούρτογλου συμβάλλει στην πυκνότητα της αφήγησης, ιδίως στις σελίδες που αναφέρονται στο αντίθετο της Δημοκρατίας: την δικτατορία. Αυτή η εμφανής και σαφής παράθεση των αντιθέσεων βοηθά τους μικρούς αναγνώστες να καταλάβουν με ακρίβεια την λεπτή διαφορά μεταξύ των "θέλω" και της επικίνδυνης ασυδοσίας,  όπως και στο πρώτο βιβλίο
 
"Τέλεια! Έχω δικαίωμα να κάνω ό,τι θέλω, αν έτσι πιστεύω και κανένας δεν μπορεί να μου λέει όχι." λέει η εκφραστική μικρή που σκιτσάρισε η Μάτεγιτς. Και ο νεαρός φίλος της απαντά: "Λάθος! Στο Σύνταγμα υπάρχουν και άρθρα για τις υποχρεώσεις των πολιτών, ώστε να μην θίγονται τα δικαιώματα των υπόλοιπων."


Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις δεν αφορούν μόνον σ' ένα "κλειστό" πλαίσιο (άτομο, οικογένεια, σχολείο), αλλά και το ευρύτερο – της πόλης και κατ' επέκταση της πολιτείας κι αυτό καθιστά τα δύο βιβλία αλληλένδετα. Κάλλιστα, ωστόσο, μπορούν να διαβαστούν ξεχωριστά. Το καθένα τους είναι ένα καλό εφαλτήριο για συζητήσεις με θέματα που συναντούμε πλέον σε καθημερινή βάση αλλά δεν θεωρούνται παιδικά – πολίτευμα, νόμοι, δικαιώματα, ευθύνες, δημοκρατία.  Ωστόσο, όπως κάθε εκπαιδευτικός γνωρίζει, τα πάντα μπορούν να συζητηθούν με τα παιδιά αρκεί αυτό να γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο που θα τα σέβεται. Η Ντεκάστρο, ως έμπειρη παιδαγωγός, με σπουδές και στην λογοτεχνία για παιδιά και νέους, γράφει με τρόπο περιεκτικό αλλά απλό και κοντά στην διάθεση και τις γνωστικές ικανότητες των παιδιών. Δεν χρησιμοποιεί πατερναλιστικές τρυφερότητες, δεν επιβάλλει διδαχές αλλά συνδιαλέγεται μαζί τους επί ίσοις όροις – ακούει τις ερωτήσεις της μικρής πρωταγωνίστριας και απαντά, μέσω του μικρού της φίλου, με αμεσότητα και σαφήνεια δείχνοντας έτσι στους μικρούς αναγνώστες πως να βλέπουν γύρω τους, να σκέφτονται και να μιλούν με κρίση κι αυτοπεποίθηση. 



Τα δύο βιβλία απευθύνονται σε παιδιά από 5 και 6 ετών αντίστοιχα γι' αυτό η συγγραφέας δεν αναφέρει καθόλου λεπτομέρειες – ακριβείς ημερομηνίες και τοπόσημα δεν έχουν καμία σημασία σε αυτές τις ηλικίες. Εκείνο που έχει, ωστόσο, είναι οι έννοιες των λέξεων (δικαιώματα και υποχρεώσεις, νόμοι , πολίτευμα, δημοκρατία),  και η ουσιαστική κατανόησή τους ώστε τα επόμενα βιβλία που θα διαβάσουν τα παιδιά και θα αναφέρουν το σύνταγμα και την δημοκρατία –ή οτιδήποτε άλλο σχετικό δουν ή ακούσουν που, λόγω της φετινής επετείου για το 1821 αλλά και της γενικότερης πραγματικότητας, θα είναι αρκετά– να τους είναι βατά έως ευχάριστα. Και σε τούτο ακριβώς επιτυγχάνει η προσέγγιση της Ντεκάστρο – οι διάσπαρτες λέξεις που ακούγονται ξένες στα αυτιά των μικρών παιδιών  μπαίνουν στο σωστό τους πλαίσιο ώστε ο κόσμος γύρω τους να αποκτήσει νόημα. Και οι  σύντομες ιστορικές πληροφορίες που παραθέτει βοηθούν τους μικρούς αναγνώστες να προσδιορίσουν τι είναι αυτό το κουτί που τους λένε συνέχεια και να αρχίσουν έτσι, στην πράξη, να συμπεριφέρονται  ως μελλοντικοί υπεύθυνοι κι ελεύθεροι ενήλικες. 



Το χτίσιμο της προσωπικότητας ενός παιδιού χρειάζεται χρόνο, επιμονή κι έναν γερό σκελετό για να αναπτυχθεί σε όλα τα επίπεδα, σε όλες του τις διαστάσεις. Γι' αυτό η ανάγνωση στα παιδιά και οι συζητήσεις με τους γονείς-συναναγνώστες που θα τους συνοδεύουν είναι τώρα περισσότερο αναγκαία – όχι μόνο για να αντιπαρέλθουν τις ενδεχόμενες συνέπειες του παρατεταμένου lockdown και να προχωρήσουν στην τυπική εκπαίδευσή τους αλλά να βαδίσουν και πέρα από αυτή καθώς η επικαιρότητα είναι ήδη αμείλικτη: προσωπικά δεδομένα, αυταρχικές κυβερνήσεις, ρατσιστικές νοοτροπίες, βίαιες συμπεριφορές, ψέματα κι αυθαιρεσίες βάζουν την σωματική, πνευματική και ηθική μας ακεραιότητα σε σοβαρό κίνδυνο. Οι λέξεις που περικλείονται στα δύο πιο πάνω βιβλία και η ουσία τους –η ουσία των βιβλίων εντέλει– αποτελούν μια στιβαρή θωράκιση για το μέλλον των παιδιών. Και όλων μας.

 




Σημείωση: Οι εικόνες της ανάρτησης είναι από τις εικονογραφήσεις των βιβλίων. Η εικόνα της συγγραφέως είναι φιλοτεχνημένη από τον Βασίλη Παπαγεωργίου.