Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα museums. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα museums. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024

 





Christmas is here...

  



Bringing good cheer


Enjoy!






Σημείωση: Το εικαστικό είναι μία Χριστουγεννιάτικη Κάρτα  ( 1966 ) του Joan Miró

Τρίτη 6 Ιουνίου 2023

 


Landscapes & Portraits 

 

  




Έχουμε μυθιστορήματα γκόθικ; Στο νου μου έρχονται το Φθινόπωρο του Κων/νου Χατζόπουλου, αλλά και  Ο Πύργος του Ακροποτάμου του· ο Συμβολαιογράφος του Αλ. Ρίζου Ραγκαβή και  ο Αλ. Παπαδιαμάντης, επιλεκτικά – ελάχιστο, σε αριθμό, δείγμα κι αυτό γραμμένο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Κι επιπλέον, τα μυθιστορήματα αυτά έχουν ήδη, κατηγοριοποιηθεί μόνο ως αστική ηθογραφία. Δεν έχω πλήρη εικόνα για το σήμερα, σκέφτομαι όμως τα διηγήματα του Χρ. Τσαπραΐλη που εστιάζουν αποκλειστικά στην ελληνική παράδοση και θα μπορούσαν να ενταχθούν σε μια κατηγορία αμιγούς ελληνικού γκόθικ. Σε ένα ευρύτερο γεω-λογοτεχνικό γκόθικ πλαίσιο θα μπορούσαμε να εντάξουμε την πρόσφατη συλλογή διηγημάτων του Ανδρέα Νικολακόπουλου

Το  "Σάλτος" (Ίκαρος, 2Ο22) αποτελείται από ιστορίες με στοιχεία Φανταστικού όπως για παράδειγμα στο δέκατο διήγημα, το Κύματα, όπου ένας εκπαιδευτής γερακιών καταλύει σε ένα ερημοκλήσι. Δεν είναι κάστρο, όπως θα ήθελε ο αφηγητής και όπως είναι σύνηθες στην γοτθική λογοτεχνία, αλλά ένα μέρος με θρύλους, το ίδιο απόκοσμο και μυστυριώδες – το ερημοκλήσι του Αγίου Γκόβαν βρίσκεται στο τέλος της στεριάς και στην αρχή της θάλασσας, όπου "...τα όρθια βράχια του σιγοτρώγονταν απο τα λευκογάλανα κύματα που έρχονταν φουσκωμένα από το κανάλι του Μπρίστολ και έσπαγαν με ορμή επάνω στους μελανιασμένους ασβεστόλιθους  που έμοιαζαν με ανθρώπους." Εκεί, κάποια στιγμή, εμφανίζεται η φασματική μορφή ενός νεκρού άντρα – θυμίζει τη φανέρωση της Φεγγαροντυμένης του Διονυσίου Σολωμού. Η αντίστοιχη του Νικολακόπουλου θα μπορούσε να είναι η Ραλλιώ στο τέταρτο διήγημα, το Μέλι και γάλα – μία γυναίκα όμορφη και προκλητική που θα εμπνεύσει τον πόθο στον αφηγητή και η οποία, ωστόσο, θα υποστεί την μοίρα που επιφυλάσσει η λαϊκή παράδοση για το είδος. Κι αυτό είναι ακόμη ένα στοιχείο γκόθικ – η γυναίκα που βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση και κατατρεγμό, συνήθως από κοινωνικούς και υλιστικούς περιορισμούς.




Γεννημένος στην Αθήνα το 1983, ο Ανδρέας Νικολακόπουλος μοιράζει σήμερα την ζωή του ανάμεσα σε Λονδίνο και Αθήνα. Στο ενδιάμεσο, έχει ταξιδέψει σε πολλούς τόπους και σε τούτο, το τρίτο, βιβλίο του μεταφέρει τους χαρακτήρες σε αντίστοιχα μέρη ανά τον κόσμο, κάτι που έρχεται σε αντίθεση  με τον γοτθικό τύπο όπου η πλοκή τού κάθε διηγήματος εκτυλίσσεται σε έναν μόνον τόπο.  Έτσι, εκτός από την Βρετανία, οι πρωταγωνιστές στο Mon Nox, στο Αμάμπλε Πικουέρ, στο Αλισάχνη βρίσκονται στην Ισπανία. Ο αφηγητής στο Και οι ερυθρόδερμοι καλπάζουν νηπενθείς ταξιδεύει από την Ελλάδα στην Λατινική Αμερική και πάλι πίσω ενώ στο Η άσφαλτος που καίει  επιστρέφει  στην ελληνική ύπαιθρο και αποκαλύπτει την πραγματική εικόνα πίσω από έναν εφιαλτικό θρύλο του αντάρτικου.  Στην ελληνική επαρχία τοποθετείται και το ομότιτλο Σάλτος όπου ο αφηγητής εξιστορεί τον θρύλο ενός υπαρκτού βράχου απ' όπου οι ντόπιοι πετούν ανεμπόδιστα οποιοδήποτε πλάσμα είναι ελαττωματικό – σαν τον Καιάδα των αρχαίων. Ώσπου ο αφηγητής αναλαμβάνει ο ίδιος να φυλά το πέρασμα προς το βάραθρο.

Εκτός από την λατρεία της φύσης και της υπαίθρου που είναι φανερή στα διηγήματα, ο Ρομαντισμός –ακόμη ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της γοτθικής λογοτεχνίας–, γίνεται εμφανής και στην διακειμενικότητα του βιβλίου. Στις τελευταίες σελίδες του υπάρχουν επεξηγηματικές παραπομπές για τα αποσπάσματα που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως εισαγωγή σε κάθε διήγημα ή ως συνθετικό υλικό εντός του – Ρεμπώ, Τριστάν Τζαρά, Τρακλ αλλά και Τζιμ Μόρισσον. Κι επιπλέον, οι χαρακτήρες των διηγημάτων φέρουν το μακάβριο του Ε.Α.Πόου και την περιθωριακή αύρα και το ανεκπλήρωτο εκείνων της Κάρσον ΜακΚάλλερς. Ωστόσο, η εικαστική τεχνοτροπία της γραφής υπερισχύει – σαν impasto που δίνει πνοή στην αφήγηση και σε κάνει να αισθάνεσαι ψηφίδα σε πίνακα του Ιερώνυμου Μπος ή του Μουνκ.  Η παρουσία της μουσικής, επίσης, δεν είναι αμελητέα: τόσο ως μελωδικότητα και ρυθμός – η συναρμογή των λέξεων και των σημασιών απειχούν την βιαιότητα των συμβάντων, τον ζόφο, την τραχύτητα αλλά και το σφρίγος των ανθρώπων που συναντούμε στα παραδοσιακά τραγούδια. Όσο και ως αντικείμενο – στο Υπερμογγολικός ο νεαρός Ζίλιν μελετά το έργο του Ερίκ Σατί και προσπαθεί να βρει την εργασία των ονείρων του. Από το Ωδείο της Θεσσαλονίκης στο Γκρατς της Αυστρίας, στην Συμφωνική του Πεκίνου και από εκεί στον μεγαλύτερο σιδηρόδρομο του κόσμου, με πρόσληψη στο δρομολόγιο Πεκίνο-Σιβηρία. Μέσα από μεγαλουπόλεις, κωμοπόλεις, μικρά χωριά και ατέλειωτα χιλιόμετρα μετ' επιστροφής, ο νεαρός πιανίστας με την άσβεστη επιθυμία να γυρίσει τον κόσμο παίζοντας την αγαπημένη κλασική μουσική γίνεται μέρος του τραίνου, μόνιμο αξεσουάρ των βαγονιών ώσπου το γκρίζο κεφάλι του  "...σχηματίζει βαριά επάνω στα πλήκτρα τη συγχορδία Μι χωρίς εναλλαγή." 



 

Δεν θυμάμαι τον λόγο που επέλεξα το συγκεκριμένο βιβλίο, ούτε το τι περίμενα να διαβάσω – όταν βρίσκεσαι σε περίοδο ανόρεχτης περιδιάβασης σελίδων, δεν το πολυσκέφτεσαι. Αναζητάς κάτι που θα σε ιντριγκάρει, θα σε επανέφερει σε μια αναγνωστική κανονικότητα.  Το "Σάλτος" το κατάφερε όχι μόνον με τα κείμενά του που είναι πυκνά, ισόρροπα στην δομή τους και μεστά νοήματος αλλά κυρίως με την γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Νικολακόπουλος – μία γλώσσα ιδιότυπη κι απολύτως προσωπική. Γλώσσα δυναμική, εξαιρετικής ποιότητας, εκπληκτικού πλούτου, έντασης και αποχρώσεων – λέξεις αρχαίες που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα σε ντοπιολαλιές συνδέονται με λέξεις σύγχρονες αστικές αλλά και της υπαίθρου, κι επίσης με λέξεις αντλημένες από διάφορες μικρο-διαλέκτους και ορολογίες (πχ. των ναυπηγών, των ρετσινάδων, των χημικών). Ανάμεσά τους αρκετές άγνωστες που με ανάγκασαν να ανοίξω λεξικό και να ανακαλύπτω, κάθε φορά, πόσο εύστοχα εκφράζουν τις έννοιες που θέλει ο συγγραφέας. Κι επιπλέον, πως συνθέτουν εικόνες μαγικού νατουραλισμού μεγάλης εκφραστικότητας.




"Η αναζήτηση λέξεων που εμπεριέχουν την πραγματικότητα και συνάμα το αίσθημα που προξενεί η πραγματικότητα παραμένει έως σήμερα το  αδιάλειπτο μέλημά μου όταν γράφω, όποιο κι αν είναι το θέμα,"  λέει ο συγγραφέας. Σ' ετούτη την συλλογή, θέμα του είναι ο χρόνος και οι επιβολές του: στο Παραπέτασμα του μύλου, όπου μία Διεθνής Γραμμή Ημερομηνίας επιβάλλει έναν παράξενο διαχωρισμό  στους κατοίκους ενός χωριού. Είναι, επίσης, η ιστορία και ο τρόπος που διαπερνά τις ζωές των ανθρώπων και τους αιώνες – στο Αλισάχνη είναι της ισπανικής γρίπης, στο Αμάμπλε Πικουέρ του ισπανικού εμφυλίου ενώ στο συνταρακτικό Η άσφαλτος που καίει του ελληνικού. Θέμα του συγγραφέα είναι, μεταξύ άλλων, και η απομυθοποίηση των προσδοκιών και της εργασίας. Σε όλα τα διηγήματα, ωστόσο, τονίζεται η ιδιαιτερότητα και η οικουμενικότητα των διαπροσωπικών σχέσεων καθώς και το πως το κοινωνικό επιβάλλει τους  όρους του στο ατομικό. Ιδίως δε ο τρόπος που το δεύτερο αμύνεται του πρώτου. Το τελευταίο διήγημα, Ο Αγγελοκρουσμένος, είναι ενδεικτικό του αποτελέσματος αυτής της μάχης.

Η ανθρώπινη φιγούρα, λέει ο Αλμπέρτο Τζιακομέττι για τα γλυπτά του, είναι μία κατασκευή. Το αποδεικνύει και ο Νικολακόπουλος με τις δικές του ανθρώπινες φιγούρες – ξεκινώντας από το προφανές, μια απλή μάζα σάρκας κι αίματος, ο συγγραφέας επεκτείνει τον στοχασμό και τις μνήμες του μέχρι το διαφανές, το γεμάτο θέλω, επιθυμίες, ένστικτα και βαθύτατους φόβους Είναι τους. Ετούτη η πρωτόγονη, προ-συνειδησιακή επικράτεια του νου όπως αναδύεται μέσα από τις λέξεις και τις γραμμές είναι ισχυρή και χαοτική, ωστόσο, το σύμπαν που δημιουργεί ο Νικολακόπουλος είναι στέρεο, άριστα οργανωμένο. Κι επιπλέον, εύθραυστο – ο Νικολακόπουλος καταφέρνει να αιχμαλωτίσει με διαύγεια το ρευστό εκείνο σημείο όπου συμβαίνει αυτή η υπέρβαση και η γήινη ψυχή παίρνει μια γρήγορη, σκοτεινή στροφή προς το απόξενο, το μεταφυσικό. Ή, απλώς, το άγνωστο και μη αναστρέψιμο όπως στο Ασημένια Χορδή, το Και οι ερυθρόδερμοι καλπάζουν νηπενθείς και το ομότιτλο Σάλτος. 




Το βιβλίο, γράφει ο συγγραφέας, αφιερώνεται στις κινούμενες σκιές και στα αμίλητα πνεύματα των κατά καιρούς δωματίων του. Και είναι αυτά, μαζί με αγαπημένους συγγενείς και γνωστούς από το παρελθόν του, που φέρει ως κορώνα του, όπως θα έλεγε ο Mallarmé, και τους δίνει βήμα. Το πιο σημαντικό ωστόσο είναι πως ο Νικολακόπουλος αποκαλύπτει ότι όλες οι πραγματικότητες, και οι ανθρώπινες ενέργειες σ' αυτές, δεν εμφανίζονται από το πουθενά. Είναι, αντίθετα, καλυμμένες αντιδράσεις των ανθρώπινων αισθήσεων που εκκινούν από αρχετυπικές έννοιες. Είτε, λοιπόν, μετακινείται αφηγηματικά ανά την υφήλιο είτε παραμένει εντός της ελληνικής επικράτειας, ο Νικολακόπουλος μιλά για την επιβίωση, τον έρωτα, τις σχέσεις – το Οι κόρες της αιθάλης θα μπορούσε να είναι ένα μανιφέστο υπέρ του φεμινισμού. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι μια αλληγορία για την εξουσία, ανεξαρτήτως φύλου, κι αυτό αιτιολογεί κάλλιστα, σε ένα πρώτο επίπεδο, την βία εν γένει. Έμφυλη και εμφύλια, ειδικότερα.

Οι προκαταλήψεις, οι δεισιδαιμονίες, οι εμμονές· η άγνοια, η παράνοια περιλαμβάνονται, επίσης, στην θεματική των ιστοριών, όπως και ο θάνατος – όχι όμως μόνον ο βιολογικός αλλά κυρίως ο ψυχικός. Λόγια που δεν ειπώθηκαν, άνθρωποι που έφυγαν, άλλοι που έμειναν πίσω και προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα από βαριές σιωπές· κι άλλοι που χάνονται, με την ερμηνεία που δίνει ο συγγραφέας: "ο χαμός –κάτι που το αποφασίζουν οι άνθρωποι που μένουν πίσω ή ο νεκρός κατά τη διάρκεια της ζωής του και με βάση τις πράξεις που έκανε ή τη στάση που κράτησε όσο ζούσε–, είναι ένα ατελείωτο και δραματικό γεγονός που παρασύρει πολλά μαζί του." Σαν να διάβαζα το συμπεριφορικό αντικαθρέφτισμα της Γραμματικής του Buchmann στον μοντέρνο κόσμο.  



 

Ίσως, εντέλει, εκείνο που με τράβηξε στο βιβλίο να ήταν η αντίστιξη του συμβολισμού στο εξώφυλλό του – ολόλευκα οστά και νεκροκεφαλές πλαισιωμένα από μικρά κλωνάρια αμάραντου, φυτό που είναι γνωστό ως λουλούδι της αιώνιας νεότητας. Μια εικόνα που συμπυκνώνει  την γενικότερη αίσθηση που διαπνέει τα διηγήματα της συλλογής. Μία συλλογή με τοπία ψυχομετρίας και  τραχιά πορτραίτα ανθρώπων με φανερές, ωστόσο, τις λειασμένες άκρες τους. Δεκατρία σκοτεινά παραμύθια για ενηλίκους με σφοδρή, γεμάτη αυτοπεποίθηση, γραφή χωρίς κανένα συγκινησιακό επίθετο (τι επίτευγμα!), μα παρ' όλα αυτά, πλήρους διαβροχής συναισθημάτων. Συμπεριλαμβανομένου και του δικού μου ενθουσιασμού που διάβαζα ένα τέτοιο βιβλίο, ένα βιβλίο που στέκεται μακριά από μανιερισμούς, τυποποιήσεις και συρμούς. Τextpocalypse στην κυριολεξία.









Σημειώσεις: Η φωτογραφία του τίτλου είναι από τον Νίκο Παππά για την ελληνική Vogue. Το εικαστικό είναι η σπουδή Wing of a European Roller του Albrecht DürerΗ ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι Η Χειρονομία της Donata Wenders ενώ η κατασκευή με το μπαλόνι της κυπρίας εικαστικού Λευκής Σαββίδου. Στο τέλος, ένα ντεκολάζ του Jacques Villeglé από την περιοδική έκθεση Nouveau Réalisme του μουσείου Β&Ε Γουλανδρή, το Arcueil (1971) / Μπορείτε να δείτε την παρουσίαση του βιβλίου εδώ.

 

 ΥΓ.: Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος 135 (Οκτωβρίου 2Ο22) του The Books' Journal – της έγκριτης επιθεώρησης για το βιβλίο, με επιπλέον κείμενα παρεμβάσεων για τα γράμματα, τις τέχνες, τις ιδέες, την πολιτική, την επιστήμη.  Στην παρούσα αναδημοσίευση έχει προστεθεί η φράση "σε ένα πρώτο επίπεδο" στην όγδοη παράγραφο.

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

 





Μέγα Μουσείο

 


Το περιοδικό The Economist, σε πρόσφατο άρθρο του, έχει αφιέρωμα στο νέο αρχαιολογικό μουσείο της Βεργίνας που άνοιξε στις 19 Δεκεμβρίου. Στο άρθρο, η διευθύντρια του μουσείου Αγγελική Κοτταρίδη αναφέρεται σε λεπτομέρειες που δίνουν μία νέα προοπτική για την τροχιά της αρχαίας ιστορίας και τα κληροδοτήματα της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Κατ’αρχάς, η κ. Κοτταρίδη, η οποία έχει περάσει μια ζωή σκάβοντας τον αρχαιλογικό χώρο στην Βεργίνα, προτιμά το αρχαίο όνομα του τόπου –Αίγαι– που σημαίνει κατσίκες, οι οποίες υπάρχουν ακόμα σε αφθονία στην περιοχή, ένα μέρος που ήταν εντελώς άσημο μέχρι που άρχισαν να αναδύονται θησαυροί από την υγρή γη του, πριν από περίπου μισόν αιώνα.

Ως 20χρονη φοιτήτρια, η κ. Κοτταρίδη έγινε μάρτυρας μιας συγκλονιστικής στιγμής για την αρχαιολογία: την ανακάλυψη ενός βασιλικού τάφου, το 1977, με χρυσά τεχνουργήματα και όμορφες τοιχογραφίες, τον οποίο ο μέντοράς της Μανόλης Ανδρόνικος, με αμφιλεγόμενο τρόπο στην αρχή, προσδιόρισε ως ταφικό μνημείο του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας. Έχοντας κληρονομήσει την δέσμευση του Ανδρόνικου, η κ. Κοτταρίδη και η ομάδα της έχουν έκτοτε φέρει στο φως ένα βασιλικό ανάκτορο τρεις φορές το μέγεθος του Παρθενώνα, δεκάδες ακόμη βασιλικούς τάφους και πάνω από 1.000 κοινούς, όπως κι ένα θέατρο που πρέπει να ήταν ο τόπος δολοφονίας του Φιλίππου κατά τη διάρκεια μιας γαμήλιας γιορτής το 336 π.Χ.

Τον Φίλιππο διαδέχθηκε ο 20χρονος γιος του, Αλέξανδρος και τα υπόλοιπα είναι παγκόσμια ιστορία: όταν το 323 π.Χ. πέθανε, ο Μέγας Αλέξανδρος είχε διοικήσει μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από την Αίγυπτο μέχρι το Hindu Kush. Παρά τη συντομία της, η ηγεμονία του μεγάλου στρατηλάτη ήταν πάντα σεβαστή. Τούρκοι, Άραβες και Πέρσες τον αποκαλούν Iskander, ένα δημοφιλές όνομα που δίνονταν σε ανθρώπους και τόπους. Μια έκθεση που τρέχει τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη στο Λονδίνο αποδεικνύει αυτή την δημοφιλία στο πέρασμα του χρόνου, εκθέτοντας τους πολλούς τρόπους με τους οποίους έχει ειπωθεί η ιστορία του Αλεξάνδρου, από τα μεσαιωνικά χειρόγραφα έως τα σύγχρονα κινούμενα σχέδια.



 

Το ολιστικής φιλοσοφίας Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών εξερευνά τα επιτεύγματα της οικογένειας του Μεγάλου Αλεξάνδρου τα οποία, λέει η κ. Κοτταρίδη στον συντάκτη του άρθρου Bruce Clark, ξεπέρασαν κατά πολύ την κατάκτηση εδαφών. Η πρωτεύουσα της αρχαίας Μακεδονίας, εξηγεί, ήταν το πρωτότυπο ενός είδους αστικού πολιτισμού που αργότερα επεκτάθηκε από το Μαγκρέμπ μέχρι την Κεντρική Ασία.

Το έργο της κ. Κοτταρίδη και το μουσείο αμφισβητούν τις συμβατικές απόψεις της αρχαίας ιστορίας και εγείρουν εύστοχα ζητήματα σχετικά με τα κληροδοτήματα της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Για την κ. Κοτταρίδη, δύο πτυχές της ιστορίας του μονάρχη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες. Η πρώτη, η αποτελεσματικότητα με την οποία ο Φίλιππος δημιούργησε μια εξελιγμένη κοινωνία που βασιζόταν στην εγχρήγματη συναλλαγή από μια ομάδα άξεστων βοσκών. Όπως είπε κάποτε ο Αλέξανδρος στους στρατιώτες του, στην περίφημη ομιλία του στην Ώπη, ο πατέρας του «...βρήκε μια φυλή από εξαθλιωμένους περιπλανώμενους, ντυμένους κυρίως με προβιές, να ταΐζουν λίγα πρόβατα… Σας έκανε κατοίκους πόλεων, σας έφερε νόμους, σας εκπολίτισε.»

Η δεύτερη είναι ο τρόπος με τον οποίο η ταχεία αστικοποίηση του είδους που υποστήριζε ο Φίλιππος επαναλήφθηκε σε ολόκληρο τον λεγόμενο ελληνιστικό κόσμο – με άλλα λόγια, σε όλα τα διάδοχα κράτη, επιρρεασμένα από το ελληνικό στοιχείο, στα οποία αποσυντέθηκε η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου. Οι Μακεδόνες κατακτητές, λέει η κ. Κοτταρίδη, κληροδότησαν μια χαρακτηριστική μορφή αστικής κοινωνίας: όχι τόσο δημοκρατική ή ηγεμονική όσο η Αθήνα της Χρυσής Εποχής, αλλά προικισμένη με θεσμούς που λειτουργούσαν καλά, άφθονες δημόσιες υποδομές και μια αστική αγωγή στην οποία άνθρωποι πολλών γλωσσών και θρησκειών μπορούσαν να συμμετάσχουν. Όπως το θέτει ένα panel στο νέο μουσείο, οι αποστολές του Αλεξάνδρου «θα μεταμόρφωναν την από αρχαιοτάτων χρόνων σύγκρουση μεταξύ Ευρώπης και Ασίας στην πιο δημιουργική σύνθεση και συνύπαρξη πολιτισμών που είχε δει ποτέ ο κόσμος».

Η τροχιά της αρχαίας ιστορίας συνήθως σκιαγραφείται πολύ διαφορετικά, γράφει το άρθρο. Η εστίαση είναι γενικά στις ελληνικές πόλεις-κράτη που άκμασαν στον πέμπτο και τις αρχές του τέταρτου π.Χ. αιώνα: η Αθήνα πρωτίστως, αλλά και η Κόρινθος, η Θήβα και η φιλοπόλεμος Σπάρτη. Από αυτή την προοπτική, η άνοδος του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, που υπέταξαν τις νότιες ελληνικές πόλεις, ήταν μια ανάστροφη κίνηση. Κατά την άποψη της κ. Κοτταρίδη, οι ελληνικές πόλεις-κράτη είχαν εξαντληθεί από τις εσωτερικές μάχες και οι κοσμοπολίτικες πόλεις που αναπτύχθηκαν μετά τον Αλέξανδρο αντιπροσώπευαν μια πρόοδο. Οι ελληνιστικές πόλεις, λέει, έπαιξαν ζωτικό ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού θρησκευτικού κόσμου, ως κόμβοι του πρώιμου χριστιανισμού και, αναμφισβήτητα, του βουδιστικού πολιτισμού, επίσης. Για παράδειγμα, οι Ινδο-Έλληνες βασιλιάδες που κυριαρχούσαν στο χώρο που σήμερα είναι το πακιστανικό Παντζάμπ, όχι μόνο ασκούσαν τον Βουδισμό, αλλά διέδιδαν ενεργά αυτή την πίστη και την καλλιτεχνική της έκφραση.


 

Για να βοηθήσει τους επισκέπτες να αντιληφθούν αυτό το πλαίσιο, το μουσείο παρουσιάζει γιγαντιαία βίντεο τα οποία, στραμμένα προς την ανατολή, δείχνουν υλικό από αρχαία ερείπεια της ελληνιστικής περιόδου στο Λεβάντε. Αυτό είναι το πρώτο βήμα, λέει η κ. Κοτταρίδη, για τη συναρμολόγηση μιας τεράστιας ψηφιακής έκθεσης για την ελληνιστική εποχή. Ανάμεσα στα όπλα, τα κοσμήματα και τα σκεύη, το καλύτερο ίσως φυσικό τεχνούργημα είναι ένα γλυπτό της μητέρας του Φιλίππου, της βασίλισσας Ευρυδίκης, ντυμένης με μακρύ χυτό ένδυμα που κυματίζει. Ως πρότυπο για την απεικόνιση βασιλισσών ή γυναικείων θεοτήτων, αυτή η καλλιτεχνική μορφή επαναλαμβάνεται ευρέως, κυρίως στις απεικονίσεις της Παναγίας. Η εσωτερική αυλή του μουσείου, όπου βρίσκονται πολλά αυθεντικά αρχαία τμήματα, είναι μια ακριβής αναπαραγωγή του επάνω ορόφου του βασιλικού ανακτόρου, ο κοντινός χώρος του οποίου θα ανοίξει σύντομα για το κοινό.








Σημείωση: Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στις Ο8.Ο1.2Ο23  στην ιστοσελίδα του The Books' JournalΣτο προλόγισμά του ο Ηλίας Κανέλλης, εκδότης του TBJ κι έγκριτος δημοσιογράφος, αναφέρει πως το νέο κεντρικό κτίριο του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών αποτελεί τη νέα είσοδο του αρχαιολογικού χώρου και μια «πύλη» στην ιστορία των Μακεδόνων βασιλέων. Είναι, επίσης, μια νοερή «είσοδος» στην εποχή της ελληνιστικής οικουμένης και ταυτόχρονα ένας προθάλαμος του αρχαιολογικού πάρκου της Βεργίνας. // Στην πρώτη φωτογραφία είναι μία όψη του νέου μουσείου κι αντλήθηκε τυχαία από το διαδίκτυο. Στην δεύτερη, μία λεπτομέρεια του Μωσαϊκού του Αλεξάνδρου. Στην τρίτη φωτογραφία, η Αγγελική Κοτταρίδη.

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2022




 
ΝΕΟΝ WORKs
 


 
 

Το «Εικαστικό Πανόραμα» είναι η ετήσια συλλογική διοργάνωση του Κ.Μ.Σ.Τ. που σκοπό έχει να καταγράψει και να προβάλλει  την κίνηση της σύγχρονης τέχνης της χώρας μας. Ανάμεσα στα έργα  που συνιστούν το εικαστικό παρόν της Ελλάδας του 2007 είναι  και μία εγκατάσταση  του Stephen Antonakos. Δεν ξέρω το λόγο, αλλά κάθε φορά που συναντώ το έργο αυτού του καλλιτέχνη, μου συμβαίνει να στέκομαι μπροστά του σε στάση προσοχής και συλλογισμού. Στο συγκεκριμένο έργο, ίσως ήταν το έντονο φως, κόκκινο και ζωντανό πράσινο της ενέργειας, ίσως ήταν η λιτότητά του  ή η σιωπή που απέρρεε, γεγονός όμως είναι ότι κάθε έργο του ελληνοαμερικάνου δημιουργού σε υποβάλλει.  

Έλληνας γεννημένος στον Άγιο Νικόλαο Λακωνίας το 1926 και Αμερικανός από το 1930 –όταν μετανάστευσε στην Νέα Υόρκη με την οικογένειά του– ο Στήβεν Αντωνάκος είναι ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης. Ένας γλύπτης. Ξεκινά σε νεαρή ηλικία να ζωγραφίζει μιμούμενος τον μεγαλύτερο αδελφό του με μόνα υλικά το χαρτί και την τέμπερα. Ενήλικος πια, περνά στον χώρο της εικονογράφησης για βιοποριστικούς λόγους χωρίς όμως να παραγκωνίζει την τέχνη. Παράλληλα με την πρωινή εργασία του, πειραματίζεται με πολλά ετερόκλητα υλικά – ύφασμα, κομμάτια παλιών επίπλων, μαξιλάρια, κουμπιά, κορδόνια, οτιδήποτε μπορεί να βρει και να χρησιμοποιήσει ώστε τα έργα του να γίνουν εμπειρίες για τους θεατές τους: «αληθινά πράγματα στον αληθινό κόσμο» εξηγεί ο ίδιος που δεν αρκείται στις απλές αναπαραστάσεις.  

Η εξερεύνηση αυτή στα υλικά θα συνεχιστεί για καιρό ενώ συγχρόνως  εκτείνεται και στο πεδίο των τεχνικών που χρησιμοποιεί: σχέδια, κολλάζ, ράψιμο, συναρμολογήσεις, εγκαταστάσεις που σταδιακά μεγαλώνουν.  Ώσπου το 1960 “ανακαλύπτει” το υλικό που θα κυριαρχήσει στο έργο του. «Ζώντας στο Μανχάταν είπα κάποια στιγμή ‘Θεέ μου κοίτα αυτά τα φώτα με νέον’… το φως τους είναι καταπληκτικό…» λέει και συνεχίζει: «Το νέον ήταν σε πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους. Εγώ το έφερα μέσα…» αναφέρει ο ίδιος για το μέσο  που  του έδωσε απεριόριστη ελευθερία έκφρασης: μπορούσε να  πιάσει αυτό το φως και να το χυτεύσει  σε εκείνη τη γεωμετρική φόρμα που εξέφραζε τις ιδέες, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τα όνειρά του. Επιπλέον, το νέον δεν τον  απομάκρυνε από τη αρχιτεκτονική δομή  που είχε ήδη υιοθετήσει στα έργα του. Αντίθετα, του έδωσε  την δυνατότητα και την ευχέρεια  να εντείνει την δημιουργία του και να εξωτερικεύσει την αίσθηση που έχει για την επιφάνεια και το βάθος, ανθρώπων και αντικειμένων: παρεμβαίνει σε αρχιτεκτονικούς χώρους ντύνοντας το εξωτερικό πολλών δημόσιων κτηρίων σε όλο τον κόσμο αλλά και “χτίζει” ο ίδιος ιδιαίτερους  χώρους, προσωπικούς τόπους μικρών διαστάσεων όπου μπορεί κανείς να σκεφτεί για τον εαυτό του, να διαλογιστεί. Τα παρεκκλήσια, τα «δωμάτια διαλογισμού», ακόμη και τα εικονοστάσια που έχει δημιουργήσει δηλώνουν αυτό που ο καλλιτέχνης πιστεύει: «…οι άνθρωποι να έχουν μια στενή σχέση με τον χώρο».

Πράγματι, η αντίληψη που έχει για τον χώρο ο Στήβεν Αντωνάκος  είναι μια προσέγγιση αντιπροσωπευτική του ύφους του.  Η Η αυστηρότητα και η αμεσότητα που εκπέμπει το νέον σε συνδυασμό με τα έντονα χρώματα που  περικλείονται σε κάθε δημιουργία του, διαχέουν στον περιβάλλοντα χώρο ένα εσώτερο φως, ένα φως που ενσωματώνει τον θεατή και του επιτρέπει μια ήρεμη ενατένιση – απαραίτητη συνθήκη για «την ανυψωμένη συνείδηση, την  πνευματικότητα», όπως ο ίδιος την ορίζει. Προφανώς, αυτό είναι που με μαγνητίζει κάθε φορά που παρατηρώ το  έργο του.
 
 

 
Το Μουσείο Μπενάκη, στο κτήριο της οδού Πειραιώς, παρουσιάζει μια  αναδρομική έκθεση του καλλιτέχνη, εκθέτοντας 250 έργα του που έχουν διανύσει  μια πορεία 45 χρόνων – από το 1956. Εκτός από αυτά, θα παρουσιαστούν και  νέα έργα που έχουν φιλοτεχνηθεί ειδικά για την αναδρομική έκθεση της Αθήνας. Η έκθεση θα λειτουργήσει μέχρι τις 9 Μαρτίου 2008.  



 
 
 
 
 
Σημείωση: Και οι δύο πιο πάνω εγκαταστάσεις είναι του S. Antonakos και δεν συμπεριλαμβάνονταν στην έκθεση στο Κτήριο της οδού Πειραιώς. Η πρώτη έχει τίτλο “Welcome” ( 1999-2006 ) και βρίσκεται στο Πανεπιστήμιο της Βουργουνδίας, στην πόλη Dijon της Γαλλίας.  Η δεύτερη είναι λεπτομέρεια από το “Procession” ( 2000 ) και βρίσκεται στην στάση Αμπελόκηποι του Αττικού Μετρό στην Αθήνα. // Το πιο πάνω κείμενο είναι από το προσωπικό μου αρχείο και δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα "Η Θεσσαλία", στο φύλλο της Τρίτης 04 Μαρτίου 2008 με διαφορετική εικονογράφηση.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2020












Σαν κρυμμένη 




...στον εσωνάρθηκα της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει η ψηφιδωτή τοιχογραφία μιας γυναίκας γονατισμένης με την επιγραφή "Η κυρά των Μουγολίων, Μελάνη η μοναχή". Η μορφή της υπήρξε εμμονή της πολυσχιδούς Μαριάννας Κορομηλά κι έγινε γι' αυτό ηρωίδα στο ιδιότυπο βιβλίο της "Η Μαρία των Μογγόλων " (Πατάκης, 2008). Η ίδια η συγγραφέας δίνει μια πρώτη ιδέα του ύφους και του τρόπου γραφής του:

"Εξοικειώθηκα με το ιστορικό γίγνεσθαι, καλλιέργησα τους τρόπους για να το διηγούμαι, έγινα παραμυθάς, αλλά δεν ξέρω να κατασκευάζω παραμύθια. Τα λέω όπως τα έζησα, επειδή έμαθα να ακούω τους άλλους. Κι έμαθα να σέβομαι τις πολλαπλές ερμηνείες, τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τις αντιφατικές εξιστορήσεις· να εξετάζω όλες τις όψεις, καθώς αποκαλύπτονται ακολουθώντας δικούς τους ρυθμούς - με πλήρη συνείδηση ότι οι βεβαιότητες είναι ανατρέψιμες ανά πάσα στιγμή κι ότι τα ενδεχόμενα καιροφυλακτούν στη στροφή του δρόμου. Συνήθισα να πετιέμαι από τον ένα χώρο στον άλλο, να κάνω συνδυασμούς και συσχετισμούς, να παρασύρομαι από συνειρμούς, να κινούμαι από τον παρελθόντα χρόνο στον παρόντα. Συντροφιά πάντα με τους απόντες, τα τάγματα των αγγέλων και των δαιμόνων, που φτερουγίζουν γύρω μου και μου δείχνουν τα ίχνη που άφησαν. Αυτοί είναι οι δικοί μου άνθρωποι. Όλοι τους υπέροχοι."

Το βιβλίο είναι μία σύνθεση αφηγήσεων (ιστορικής, ταξιδιωτικής), αυτοβιογραφικών εξομολογήσεων, ερευνητικών περιπετειών, στοχασμών, σημειώσεων, φωτογραφιών και σκίτσων, μέσω των οποίων η συγγραφέας εξιστορεί την περιπέτεια του ταξιδιού της για να δει την "κρυμμένη" εικόνα και να μάθει για την ζωή της μοναχής Μελάνης η οποία δεν είναι άλλη από την Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα Διπλοβατάτζινα, κόρη (πιθανώς νόθα) του στρατηγού και μετέπειτα βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου που ανακατάλαβε την Πόλη από τους σταυροφόρους το 1261. Η Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα Διπλοβατάτζινα στάλθηκε ως νύφη, για ευνόητους διπλωματικούς λόγους, στον Μεγάλο Χαν της Μογγολικής αυτοκρατορίας (εγγονό του Τζένγκις Χαν) όταν ήταν μόλις 12 χρονών. Η Δέσποινα Χατούν, όπως την αποκαλούσαν οι Μογγόλοι, επέστρεψε τριαντάχρονη χήρα στην Κωνσταντινούπολη και μόνασε στο μικρό μοναστήρι της Παναγίας της Μουχλιώτισσας που διασώζεται μέχρι σήμερα.

Διαβάστε το, εάν δεν είναι εξαντλημένο – η ζωή της άγνωστης Βυζαντινής αναδύεται με μεγάλο ενδιαφέρον· ακόμα περισσότερο τώρα που, με την μετατροπή του ναού-μουσείου σε τέμενος, πρόκειται να καλυφθεί. Ελπίζω με κάποιο ύφασμα κι όχι με παχύ στρώμα κονιάματος όπως είχε γίνει την πρώτη φορά που το κτίσμα είχε μετατραπεί σε τέμενος (1481 - 1512).





Σημείωση: Μπορείτε να δείτε εδώ μερικές φωτογραφίες από τις εκπληκτικά λεπταίσθητες ψηφιδωτές τοιχογραφίες στο εσωτερικό της Μονής.

Δευτέρα 18 Μαΐου 2020








Σήμερα








...είναι μία ιδιαίτερη ημέρα. Θεσπίστηκε το 1977 όταν το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) όρισε την 18η Μαΐου ως τη Διεθνής Ημέρα των Μουσείων  θέλοντας έτσι να αναδείξει τον ρόλο των Μουσείων στην σύγχρονη κοινωνία και να μας προτρέψει να τα επισκεπτόμαστε περισσότερο.
 
"Τα μουσεία είναι διαχειριστές της επίγνωσης. Μας δίνουν μία ερμηνεία της ιστορίας, το πώς να δούμε τον κόσμο και να εντοπίσουμε τον εαυτό μας μέσα σ'αυτόν. Είναι, αν θέλετε να χρησιμοποιήσουμε θετικούς όρους, σπουδαία εκπαιδευτικά ιδρύματα." λέει ο Hans Haacke, εικαστικός και κριτικός τέχνης. Μπορείτε να το διαπιστώσετε αυτό με μία επίσκεψη που δεν είναι ποτέ αρκετή, σας διαβεβαιώ. Από την 15η Ιουνίου και μετά, όμως, που θα αρθούν και τα τελευταία περιοριστικά μέτρα. σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του ΥΠΠΟ, και τηρώντας όλα τα μέτρα προσωπικής υγιεινής και ασφάλειας - μην ξεχνιόμαστε. 










Σημειώσεις: Το σκίτσο είναι του γάλλου γελοιογράφου Jean-Jacques Sempé, συνδημιουργού (μαζί με τον René Goscinny) του Μικρού Νικόλα (εκτενής λίστα των βιβλίων της συλλογής εδώ). // Λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών, έχουν προγραμματιστεί διαδυκτιακές εορταστικές δράσεις από διάφορα μουσεία, στις οποίες μπορείτε να συμμετάσχετε από την οθόνη του υπολογιστή σας. Λεπτομέρειες εδώ.

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019











Άκρα και Γέφυρες





Μία αριστοτεχνική άσκηση στην συντομία είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του Mathias Énard  που εκδόθηκε στα ελληνικά. Στο "Μίλησέ τους για μάχες, για ρηγάδες και για ελέφαντες" (μτφρ. Σοφίας Διονυσιοπούλου – Στερέωμα, 2018) ο πολυβραβευμένος γάλλος συγγραφέας ασχολείται με μία από τις κορυφαίες μορφές της ιταλικής Αναγέννησης, τον "Θεϊκό" Μichelangelo Buonarroti και γράφει  με στοχασμό  για την Τέχνη και την βάσανο της δημιουργίας, και τις περίπλοκες σχέσεις που συνυφαίνονται μεταξύ Ανατολής και Δύσης.  

Το 1506, νέος αλλά ήδη διάσημος γλύπτης, ο Μιχαήλ Άγγελος προσκαλείται από τον σουλτάνο Βαγιαζίτ Β' στην Κωνσταντινούπολη για να σχεδιάσει και να κατασκευάσει μια γέφυρα που θα ενώνει δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου, την Πόλη και το Πέραν. Έχει προηγηθεί στη θέση του ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, το σχέδιο του οποίου απορρίφθηκε, κι έτσι εκτός από την τεράστια χρηματική αμοιβή, η πρόσκληση προσφέρει, επίσης, την πιθανότητα της αθανασίας καθώς το έργο αυτό θεωρείται υψίστης σημασίας. 

Είναι 31 χρονών, στην ακμή της δημιουργικής πορείας του και, ως γνήσιος αναγεννησιακός, έχει ήδη εκδηλώσει το πολυδιάστατο ταλέντο του – γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής. Στην Φλωρεντία, την κατά γενική ομολογία κοιτίδα της Αναγέννησης, υπήρχαν ήδη μερικά απο τα πιο μεγάλα κι εντυπωσιακά έργα του ενώ τελευταία είχε αναλάβει την κατασκευή της βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Ωστόσο, η σκαιά συμπεριφορά του πάπα Ιουλίου Β΄, ο οποίος αρνείται να τον πληρώσει, τον αναγκάζει να αθετήσει την συμφωνία και να παρατήσει το μαυσωλείο στην μέση.

Μην έχοντας, πρακτικά, υποχρεώσεις στην πατρίδα του, και παρά τις προειδοποιήσεις για την οργή του Πάπα και τις συνέπειές της, ο Μιχαήλ Άγγελος δέχεται την πρόσκληση. Στις 17 Απριλίου, φτάνει στην Κωνσταντινούπολη και φιλοξενείται στο σπίτι του πλούσιου φλωρεντινού εμπόρου Τζιοβάννι ντι Φραντζέσκο Μαρίνι. Στις περιπλανήσεις του στην πόλη τον συνοδεύουν αποκλειστικά, και κατά περίπτωση, ο ελληνικής καταγωγής διερμηνέας Εμμανουήλ και ο ποιητής Μεσιχί, από την Πρίστινα, ο οποίος τον μυεί στα μυστικά της πόλης και την διασκέδαση της τουρκικής νύχτας. Αργότερα, σε αυτήν την μικρή παρέα θα προστεθεί ο Αρσλάν - ένας νεαρός που έχει ζήσει καιρό στη Βενετία και, προς μεγάλη έκπληξη του γλύπτη, όχι μόνο μιλάει τέλεια ιταλικά, με βενετσιάνικη μάλιστα προφορά, αλλά επιπλέον έχει δει  με τα μάτια του τον Δαβίδ του. Την παλέτα των πρωταγωνιστών συμπληρώνει μία ανδαλουσιανή ανδρόγυνη φιγούρα που, με τον χορό και το τραγούδι της, σαγηνεύει τον Μιχαήλ Άγγελο και η οποία θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην διαμονή του καλλιτέχνη. 

Στα τέλη  Ιουνίου 1506 η διαμόρφωση του χώρου όπου θα γίνει η γέφυρα έχει αρχίσει. Ο Μικελάντζελο επιβλέπει το εργοτάξιο ενώ παράλληλα συνεχίζει τις περιπλανήσεις, τα σχέδια και την προσπάθειά του να δημιουργήσει με κάθε λεπτομέρεια αυτό που προορίζεται για το μεγαλύτερο αρχιτεκτονικό αριστούργημά του. Απορροφημένος όπως είναι, θα βρεθεί εν αγνοία του στην μέση μιας παλατινής πλεκτάνης και θα κινδυνεύσει θανάσιμα η ζωή του. 





Το "Μίλησέ τους..." προηγήθηκε της εξαιρετικής και βραβευμένης με Γκονκούρ "Πυξίδας". Eκδόθηκε το 2010 και την ίδια χρονιά βραβεύτηκε με το Γκονκούρ των Μαθητών Λυκείου. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση καθώς το διάβαζα είναι η σφιχτά αρμολογημένη αφήγηση του Ενάρ ενώ περιέχει μία πληθώρα λεπτομερειών, πληροφοριών, ιστορικών γνώσεων, εικόνων και σκέψεων. Το ίδιο εντυπωσιακό είναι και το πώς, μέσα από αυτή την αφήγηση, ζωντανεύει η Κωνσταντινούπολη η οποία, ως πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την Άλωση, βρισκόταν τότε στο επίκεντρο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του Ανατολικού και του Δυτικού Κόσμου – η καθημερινή ζωή στην Πόλη έσφυζε από την συνύπαρξη Οθωμανών με Ρωμιούς, Εβραίους, Λατίνους, Κροάτες, κ.ά. και οι αγορές της από πλήθος εμπορεύματα σε πλούσιες ποσότητες και ποικιλίες. Τα εργαστήρια λειτουργούσαν συνέχεια για την κατασκευή έξοχων σπαθιών ενώ η κίνηση συνεχιζόταν τη νύχτα με οινοποσίες, εκλεκτά εδέσματα και ηδυπαθή διασκέδαση. 

Είμαστε στον 16ο αιώνα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που ελέγχει, μεταξύ άλλων, το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τμήματα της Κεντρικής και της Ανατολικής. Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής είναι οι πιο ομαλές από οποιαδήποτε μετέπειτα περίοδο. Πρόκειται για ένα διάστημα που χαρακτηρίζεται από ανάπτυξη, κινητικότητα και συναλλαγές παρ' όλα τα μαύρα σημεία του. Στην Ευρωπαϊκή Τέχνη δε, η αναπαράστασή της Ανατολής  ήταν, γι' αυτό, υπερβολικά ρομαντική. Και ανακριβής, επίσης – ένα στοιχείο που μοιάζει να αποσυνθέτει ο Ενάρ κρατώντας, ωστόσο, τις λεπτές ισορροπίες: όταν βάζει την ανδαλουσιανή φιγούρα να διηγείται τα βράδια στον Μικελάντζελο –με ασυνήθιστη για το ύφος του συγγραφέα πρωτοπρόσωπη αφήγηση– την ιστορία των Εβραίων που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία. Ή, όταν μιλά για τις πολεμικές συρράξεις του Βαγιαζίτ Β΄ στην Ιταλία που έχουν τώρα τελειώσει. Κι όταν, επίσης, μιλά για τις μηχανορραφίες του παλατιού – για τον Αρσλάν με τον διπλό ρόλο του αλλά και για την προσπάθεια της ανδαλουσιανής φιγούρας να σαγηνεύσει τον Μικελάντζελο κι έτσι να μπορέσει ο Αρσλάν να ολοκληρώσει το σχέδιό του. Μηχανορραφίες υπάρχουν και στην ιταλική καλλιτεχνική σκηνή όπου οι τότε διάσημοι συνάδελφοι του Μικελάντζελο προσπαθούν να τον διαβάλουν για να τραβήξουν την προσοχή (και τις διάφορες αναθέσεις και χορηγίες) του πάπα.

Αν και ουσιαστικά το μυθιστόρημα είναι η προσωπογραφία του "Θεϊκού" Ιταλού, ο Ενάρ δεν ωραιοποιεί τον χαρακτήρα του. Τον παρουσιάζει όπως ήταν, σύμφωνα με τις επίσημες πηγές: μονήρη, τραχή, εγκρατή, λακωνικό κι εχθρό της καθαριότητας – φορούσε τα ίδια ρούχα και δεν πλενόταν ποτέ του. Γράφει, επίσης, για την δυσκολία του στις ανθρώπινες σχέσεις - ο Μικελάντζελο δεν μπορεί να επικοινωνήσει λεκτικά με την ανδραλουσιανή φιγούρα παρ' όλο που την ποθεί. Ούτε και με τον Μεσιχί ο οποίος είναι ανομολόγητα ερωτευμένος μαζί του και θυσιάζεται για να του σώσει τη ζωή - όταν ο Μιχαήλ Άγγελος θα κινδυνεύσει, ο Μεσιχί θα παρέμβει την τελευταία στιγμή και θα σκοτώσει κατά λάθος τον θύτη του (βεβαίως και δεν θα σας αποκαλύψω ποιός είναι). Έτσι, όμως, θα ενοχοποιηθεί άδικα και αφού τον διώξουν από την αυλή του σουλτάνου, θα χαθεί στα σοκάκια της πόλης και στα καπηλειά του Ταχτάκαλε, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. 





Με σπουδές στην αραβική και την περσική γλώσσα, ο 47χρονος σήμερα Ενάρ ταξίδεψε για μεγάλο διάστημα στην Μέση Ανατολή και από το 2000, με ένα μικρό διάλειμμα για σπουδές στο Βερολίνο το 2013, μένει μόνιμα στη Βαρκελώνη όπου, κάποια στιγμή, διήθυνε ένα εστιατόριο λιβανέζικης κουζίνας.  Έχει μεταφράσει στα γαλλικά από τα φαρσί, τα ισπανικά και τα αραβικά. Έχει γράψει δοκίμια για την σύγχρονη λογοτεχνία της Παλαιστίνης και του Ιράκ, μία συλλογή ποίησης με επιρροές από τον Προυστ, και πολλά ακόμη διηγήματα. Ως εκδότης, έχει εκδόσει ένα βιβλίο πειραματικής μυθοπλασίας (punk journalism) και την μετάφραση του ημερολογιου ενός πρώην παιδιού-στρατιώτη στον εμφύλιο του Λιβάνου. Είναι, επίσης, καθηγητής πανεπιστημίου και λάτρης των κόμικς –την ένατη, κατά πολλούς, τέχνη– και των graphic novels και γράφει κριτικές γι' αυτά στην αντίστοιχη στήλη της Le Monde. Πρόσφατα δε συμμετείχε στην δημιουργία του βιβλίου της λιβανέζας κομίστα Zeina Abirached. 

Όπως στη ζωή και τις σπουδές, έτσι και στα βιβλία του, ο Ματίας Ενάρ γεφυρώνει δύο πόλους - την Ανατολή με τη Δύση. Ο σύγχρονος αυτός Οριενταλισμός προκύπτει από την ανάγκη του συγγραφέα να αναδείξει την παρεξηγημένη εικόνα, όπως λέει, που έχουμε για την Ανατολή και το σημείο ώσμωσης των δύο κόσμων. "Για μένα η Ανατολή και η Δύση δεν είναι ποτέ δύο απολύτως διαχωρισμένες ταυτότητες. Αυτό που κυριαρχεί διαχρονικά στην τέχνη, τη λογοτεχνία, αλλά φυσικά στην πολιτική και στρατιωτική ιστορία είναι οι «συναλλαγές». Και από την άλλη, είναι παράδοξο να σκεφτόμαστε ότι μέσα στο παγκοσμιοποιημένο χωριό μας οι μόνοι απολύτως διακριτοί κόσμοι είναι η Ανατολή και η Δύση. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί κανείς να ξεχνάει τις διαφορές μεταξύ των πολιτισμών. Αλλά διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στο Παρίσι και το Βερολίνο ή την Αθήνα και το Βερολίνο ή την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Νομίζω ότι μέχρι τώρα έχουμε σίγουρα μάθει πως το μέλλον μας θα είναι πολυπολιτισμικό...".

Γι' αυτό το γεφύρωμα των δύο άκρων στο "Μίλησέ τους..." ο συγγραφέας βασίζεται σε διάσπαρτα θραύσματα της ιστορίας τα οποία αναφέρει στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου – προσωπικά σημειωματάρια, ημερολόγια κι επιστολές του καλλιτέχνη που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα καθώς και γραπτά μελετητών του που αναφέρουν την πρόσκληση του σουλτάνου. Πραγματικός ήταν και ο κοσοβάρος ποιητής Μεσιχί όπως πραγματικό είναι κι ένα σχέδιό του Μιχαήλ Άγγελου για μια γέφυρα στον Κεράτιο το οποίο φυλάσσεται στο Μουσείο Επιστημών του Μιλάνου. Από πουθενά όμως δεν προκύπτει ότι ο ιταλός καλλιτέχνης επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη. Με την φανταστική επίσκεψή του, ο Ματιάς Ενάρ αναπαριστά τον αόρατο τρόπο που η Πόλη, και ιδίως η Αγια Σοφια, επηρρέασαν κατά πολύ την καλλιτεχνική δημιουργία του "Θεϊκού" γλύπτη.  Στήνει, έτσι, μια γέφυρα για την εκ νέου κατανόηση της τόσο αμφίδρομης  σχέσης Ανατολής - Δύσης.  




«Μια ιστορία είναι αληθινή μόνο στον χρόνο που την αφηγείσαι. Και αφού είναι παιδιά, μίλησέ τους για μάχες, για ρηγάδες, για άλογα, για σατανάδες, για ελέφαντες και για αγγέλους, μην παραλείψεις όμως να τους μιλήσεις για έρωτα και για πράγματα παρεμφερή», γράφει στη εισαγωγή του Life's Handicap ο Rudyard Kipling, από όπου και ο μακροσκελής τίτλος του βιβλίου, και συνοψίζει θαυμάσια το βιβλίο. Λιτό μα ποιητικό, λεπταίσθητο, ακριβές κι εξαιρετικά δομημένο σε μικρά συμπαγή κεφάλαια, η αφήγηση του Ματιάς Ενάρ είναι σχεδόν υπνωτιστική. Eυφάνταστο και περιπετειώδες –ιδίως προς το τέλος του– το βιβλίο ετούτο αναδεικνύει την σύγκρουση χαρακτήρων και πολιτισμών, δίχως να υπονομεύει τον κοσμοπολιτισμό τους ή την ταυτότητα της Ανατολής και των ευρωπαϊκών κρατών. Ένα εμβριθές χρονικό της ιστορίας των σχέσεων  της Ευρώπης με την Ασία, ένα παραμύθι για τις δυνατότητες που δεν εκπληρώνονται, ένας καθρέπτης, ίσως, του αναπόδραστου  Άλλου. 














Σημείωση: Το πρώτο εικαστικό είναι λεπτομέρεια από το "Ψαράδες στην γέφυρα του Γαλατά", του Ανδρέα ΓεωργιάδηΑκολουθεί  μία σπουδή του Μικελάντζελο για τον Αδάμ της Capella Sistina και στη συνέχεια, το φωτογραφικό τρίπτυχο "Οι Γυναίκες του Μαρόκο"  της σύγχρονης Μαροκινής Lalla Essaydi. το οποίο θα παρουσιαστεί στην αμέσως προσεχή έκθεση του Βρετανικού Μουσείου για το Πώς ο Ισλαμικός Κόσμος Επιρρέασε την Δυτική Τέχνη. Η φωτογραφία του συγγραφέα ανλήθηκε τυχαία από το διαδίκτυο. 

Κυριακή 5 Μαΐου 2013









Ευχές 

για



Καλό Πάσχα!









Σημείωση: Το εικαστικό θέμα είναι δημιουργία παιδιού από τα αρχεία του ΜΕΠΤ.