Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015









Σχεδόν σιωπή 


Εσύ προσποιήθηκες ότι έβλεπες,
Εγώ προσποιήθηκα ότι είδες,
Έτσι αποκτήσαμε αυτά τα μάτια--
Και μέσα στο μυστήριο να έχουμε λαλιά 




Δεν υπήρχε θέαμα για να δούμε, 
Αυτό που είναι ορατό δεν είναι θέαμα.
Εσύ το έκανες ορατό θέαμα,
Δεν είναι θέαμα και αυτή δεν είναι η αιτία. 

Τώρα, αφού είδαμε, τα μάτια μας ας κλείσουν
Και ας περάσει ανάμεσά μας μια σκοτεινή 
ευλογία--
Μια γλυκόπικρη ευλογία που δεν είδαμε
Ούτε είπαμε ούτε κάναμε τίποτε χειρότερο 
ή τίποτε καλύτερο.













Σημείωση: Το πιο πάνω απόσπασμα είναι από το "Ευχολόγιο" (μτφρ: Βίκυ Κυριαζή). "Οι εραστές" ανήκουν στον Βέλγο σουρεαλιστή  René Magritte.

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015










The Turning Point






"Από την πλευρά μου, θεωρώ πως θα ήταν πολύ καλύτερα εάν όλα τα Κόμματα αφήσουν το παρελθόν στην ιστορία, ιδιαίτερα  τώρα που προτίθεμαι να την γράψω ο ίδιος." είπε σε ομιλία του στην Βουλή των Κοινοτήτων ο Sir Winston Leonard Spencer Churchill. Κι αυτό ακριβώς έκανε - το εξάτομο "Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος"  απέφερε στον συγγραφέα του κέρδη και παγκόσμια αναγνώριση, και πιθανότατα "ευθύνεται" για την βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.  Δεν ήταν, ωστόσο, το μόνο που έγραψε. Ο Τσώρτσιλ υπήρξε πολυγραφότατος σε όλη την διάρκεια της ζωής του μιας και αντλούσε το εισόδημά του από τα βιβλία και τα άρθρα που συνέγραφε για εφημερίδες και περιοδικά ακόμη και όταν ήταν πρωθυπουργός - στην Βρετανία, ξέρετε,  οι βουλευτές πριν το 1946  αμοίβονταν με ένα ελάχιστο, συμβολικό, ποσό και γι' αυτό έπρεπε να έχουν άλλες ασχολίες/επαγγέλματα για να συντηρούνται.   

Tο "Savrola" είναι το μοναδικό μυθιστόρημα του Ουίλλιαμ Σ. Τσώρτσιλ  κι εκδόθηκε το 1900, μετά τη λήξη μιας περιπετειώδους στρατιωτικής θητείας. Η πορεία του ως συγγραφέα ωστόσο είχε ξεκινήσει δύο χρόνια πριν με την καταγραφή  των εμπειριών του από την στρατιωτική εκστρατεία  στο Πακιστάν ενώ το επόμενο βιβλίο αφορούσε τις εμπειρίες του από τον πόλεμο των Μπόερς, βιβλίο που η ανάθεσή του από την Morning Post τον καθιέρωσε ως εναν από τους πιο ακριβοπληρωμένους δημοσιογράφους στον κόσμο στην ηλικία των 24 ετών.  Συνοπτικά, το έργο του αποτελείται από μία αυτοβιογραφία, δύο βιογραφίες, τρεις τόμους απομνημονεύματα και αρκετά πολύτομα ιστορικά βιβλία. Έγραψε, επίσης, το "Η ζωγραφική ως χόμπι" καθώς υπήρξε και ένας -ερασιτέχνης μεν, χαρισματικός δε-, ζωγράφος με έντονο και φωτεινό -παρόλη την κατάθλιψη από την οποία έπασχε- ιμπρεσσιονιστικό ύφος. Στο σύνολο του συγγραφικού έργου του η επιτροπή των βραβείων Νόμπελ αναγνώρισε "την υπεροχή του στην ιστορική και βιογραφική περιγραφή καθώς επίσης και την έξοχη ρητορική του στην υπεράσπιση υψηλών ανθρώπινων αξιών." Γι' αυτό τον λόγο τον βράβευσε το 1953.

Η συγγραφή δεν θα παύσει σε καμμία στιγμή της πολυκύμαντης πολιτικής σταδιοδρομίας του Τσώρτσιλ η οποία τον οδήγησε σταδιακά μέχρι το Υπουργείο Οικονομικών της Μ.Βρετανίας το 1924. Εκεί θα παραμείνει μέχρι το 1929, χρονιά που οι Συντηρητικοί έχασαν στις εκλογές και τον οδήγησαν σε παραίτηση. Αυτή η περίοδος απουσίας από τα πράγματα  θα διαρκέσει δέκα χρόνια, τα Έρημα Χρόνια όπως τα αποκάλεσε ο ίδιος -  απογοητευμένος, δίχως πολιτικούς συμμάχους και υπό το βάρος υπέρογκων χρεών και μιας χρόνιας κατάθλιψης, ο Τσώρτσιλ αποφασίζει να αποσυρθεί. Τη στιγμή που ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας διακήρυττε θριαμβευτικά την συμφωνία για ειρήνη που είχε υπογράψει με τον Χίτλερ, ο Τσώρτσιλ, που έχει διασυρθεί ακόμη και από το παλάτι, ζει απομονωμένος στο εξοχικό του στο Chartwell  πίνοντας ουίσκυ. Εκτός αυτού όμως, ζωγραφίζει, εκτρέφει πεταλούδες και χτίζει τοιχία περίφραξης στους κήπους του σπιτιού του. Μην ξαφνιάζεστε. Ο Τσώρτσιλ, ως χομπίστας, ήταν τόσο καλός χτίστης που τον δέχτηκε ως μέλος του ένα Σωματείο Επαγγελματιών Χτιστών. Ήταν όμως και μέλος του Συντηρητικού Κόμματος και γι' αυτό,  στην συνέχεια, το Σωματείο τον απέβαλε... 

Ακόμη κι έτσι, παρέμεινε ένας αυστηρός -και πολύ ενημερωμένος- κριτής της κυβέρνησης του Neville Chamberlain. Τον Οκτώβριο 1938, δέχεται να δώσει συνέντευξη στον Guy Burgess, έναν νεαρό δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό του BBC, ο οποίος πολύ αργότερα θα αποκαλυφθεί πως ήταν Ρώσσος κατάσκοπος. Αυτό το άγνωστο μα καθόλα πραγματικό περιστατικό είναι το θέμα
του The Turning Point, ενός μικρού θεατρικού που μεταδόθηκε ζωντανά το 2009 από το αγγλικό κανάλι Sky Arts. Σ' αυτόν τον δραματικό διάλογο που διαρκεί μόλις τριάντα τρία λεπτά, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το κοινό σημείο που αναδύεται με ένταση ανάμεσα στους δύο άνδρες - το μίσος για τον Χίτλερ. 

Τον Σεπτέμβριο 1939, μετά τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, του ζητήθηκε για μια ακόμη φορά να επιστρέψει στην πολιτική. Ο Τσώρτσιλ ενέδωσε κι έπειτα από την αναγκαστική παραίτηση του Chamberlain, γίνεται πρωθυπουργός. And the rest is history.








Σημειώσεις: Σύγχρονος βιογράφος του Ουίστον Τσώρτσιλ λέει πως "πολύ σπάνια, τα γραπτά ενός συγγραφέα έχουν λάβει λιγότερη προσοχή από εκείνα του βραβευμένου με το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1953".  Κανείς, όμως, δεν μπορεί να αρνηθεί τις απολαυστικές αφηγήσεις ενός γεννημένου παραμυθά, όπως τον αποκαλεί, ο οποίος  σε μια εντυπωσιακά κρίσιμη στιγμή στην ιστορία βοήθησε, με τις αφηγήσεις και τους εθνικούς μύθους του, να σώθει ο πολιτισμός. Πενήντα χρόνια, σαν σήμερα, από τον θάνατό του και η ρητορική δεινότητα, το πνεύμα και η ετοιμότητα του Τσώρτσιλ να απαντά δηκτικά και καίρια είναι αναμφισβήτητα και παροιμιώδη (και πολύ απολαυστικά, επίσης). Το μικρό θεατρικό γράφτηκε από τον Michael Dobbs και πρωταγωνιστούν ο Matthew Marsh και ο Benedict Cumberbatch. Η φωτογραφία του Τσώρτσιλ είναι από την περίοδο των Έρημων Χρόνων.  

Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015












 Παρατηρώντας 
την σύγχρονη ζωή




Μετά την πολύχρονη ενασχόλησή της με το ιστορικό παρελθόν που της απέφερε δύο αξιοζήλευτα Man Booker για την μυθιστορηματική αναπαράσταση της ζωής του Τόμας Κρόμγουελ, ενός πληβείου που αναρριχήθηκε στα ανώτατα αξιώματα του βασιλικού κύκλου της Αγγλίας στις αρχές του 16ου αι.  (βλ. "Γούλφ Χωλ" το 2009 και "Γεράκια" το 2012), η Βρετανίδα Hilary Mantel επανέρχεται στον σύγχρονο κόσμο με μια συλλογή διηγημάτων. Το "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" (μτφρ. Εριφύλη Μαρωνίτη - Πάπυρος, 2014) περιέχει δέκα συνολικά εκτενή διηγήματα  από τα οποία το ομότιτλο δημιούργησε πολιτικό επεισόδιο στην Αγγλία για συντηρητικούς κι ακατανόητους λόγους. Τα υπόλοιπα εννέα, ωστόσο, είναι εξίσου προκλητικά κι αυτό διότι η Μαντέλ παρατηρεί με αιχμηρότητα ορισμένα δύσκολα θέματα.

Όπως για παράδειγμα, η ψυχογενής νευρική ανορεξία στο "Και η καρδιά σταματά" όπου η Μόρνα οδεύει προς τον βέβαιο θάνατο με την επιμονή της εφηβείας και το θράσος της μικρότερης αδερφής της η οποία θα γίνει η φωνή της όταν η ίδια θα είναι πολύ αδύναμη ακόμη και να μιλήσει. Στην πορεία τούτη, τα κορίτσια θα ανακαλύψουν τον εθισμό του πατέρα τους με το πορνό μέσα από αντίστοιχες σελίδες του διαδικτύου.

Ή τα παραβατικά/παρατημένα παιδιά όπως η έφηβη Μαίρη Τζόπλιν στο "Κόμμα". Παιδική φίλη της 8χρονης αφηγήτριας,  παίζουν μαζί στις αλάνες του χωριού κι ένα απόγευμα  εξερευνούν την μυστηριώδη έπαυλη της περιοχής. Εκεί, λίγο πριν πέσει ο ήλιος το απόγευμα, βλέπουν μια όμορφη κυρία να βγάζει στη βεράντα μια επιμήκη καρέκλα με τροχούς πάνω στην οποία κάθεται ένα ακαθόριστου σχήματος, σκοτεινό και φασκιωμένο πράγμα που η Μαίρη θεωρεί πως έχει το σχήμα ενός κόμμα.
Τα δύο κορίτσια δεν θα μπορέσουν να το ερμηνεύσουν (εσείς όμως θα το καταλάβεται  από την τρυφερότητα της περιγραφής) και το επεισόδιο θα ξεχαστεί. Ο καιρός θα περάσει γρήγορα, η Κίτυ θα συνεχίσει το σχολείο ενώ η Μαίρη θα σταλεί σε "σχολείο για καθυστερημένα". Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η συγγραφέας θα την συναντήσει τυχαία στον δρόμο, σε μια εικόνα σπαρακτικά σκληρή.

Και η παιδική εργασία και η εκμεταλευση των παιδιών όπως είναι η Λουίζ που εργάζεται στο πανάθλιο μοτέλ όπου καταλύει μία συγγραφέας στο "Πως να το ξέρω;" Εδώ η Μαντέλ αφηγείται την περιπέτεια μιας ομιλίας "σε μια λογοτεχνική ομάδα από εκείνες που ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα θεωρούνταν παρωχημένες" Στο τέλος της επίσκεψης, η ηρωίδα είναι άυπνη, νηστική και κυρίως ανήμπορη να βοηθήσει το κορίτσι.

Υπάρχουν, επίσης, και τα μικρά εγκλήματα που επιβάλλουμε στους οικείους μας στο "Χειμερινές διακοπές". Ένα ζευγάρι ταξιδεύει με ταξί από το αεροδρόμιο με προορισμό το ξενοδοχείο τους. Στην διαδρομή ο σύζυγος μιλά με εγκυκλοπαιδικές λεπτομέρειες για το θαυμάσιο μέρος που θα καταλύσουν ενώ η σύζυγος σκέφτεται πόσο θα ήθελε ένα παιδί που εκείνος της επέβαλλε να μην έχουν. Στο τέλος της διαδρομής, που θα αποδειχθεί περιπετειώδης, η γυναίκα ανακαλύπτει την εγκληματική αντίδραση του ταξιτζή σε κάτι που πετάχτηκε μπροστά τους στο δρόμο, το οποίο λειτουργεί αντιστικτικά με την ευζωία του άντρα της. Και τα "Αδικήματα κατά προσώπου" αφορούν την εξωσυζυγική περιπέτεια του πατέρα της αφηγήτριας με την γοητευτική -στα πρότυπα ηρωίδας του Mad Men- γραμματέα του με την οποία, τελικά, θα παντρευτεί. Λίγο καιρό μετά, η αφηγήτρια θα επισκεφθεί το σπίτι τους και θα διαπιστώσει πως τα νεογέννητα δίδυμα αδέρφια της, δεν έχουν φέρνει την πολυπόθητη ευτυχία ούτε στην καταρακωμένη πλέον Νικολέτ ούτε στον πατέρα της.


Τα περισσότερα από τα διηγήματα της συλλογής αντλούν φανερά από την προσωπική ζωή της συγγραφέως. Ιδιαίτερα, ωστόσο, φορτισμένο είναι το "Ο Επισκέπτης" που δημοσιεύτηκε αρχικά το 2009 στο LRB  ως αυτοβιογραφικό. Εδώ η Μαντέλ εξιστορεί ένα ενοχλητικό περιστατικό με έναν Πακιστανό εμπορικό αντιπρόσωπο που χάνει τον δρόμο του και χτυπά το κουδούνι της για να ζητήσει πληροφορίες. Αυτή θα είναι η αφετηρία μιας φιλικής σχέσης η οποία όμως στα μάτια του Μοχάμεντ Ιτζάζ θα πάρει ερωτικές διαστάσεις. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας 1980, στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας όπου η Μαντέλ πράγματι έζησε για τέσσερα χρόνια λόγω των επαγγελματικών υποχρεώσεων του γεωλόγου συζύγου της. Το ημερήσιο χρονοδιάγραμμα που επέβαλλε η θρησκεία (με τις καθορισμένες προσευχές) και η φαρμακευτική αγωγή στην οποία υποβαλλόταν εκείνο το διάστημα για τις χρόνιες ημικρανίες που την ταλαιπωρούσαν, την ανάγκασαν να απομονωθεί στο διαμέρισμα. Έτσι είχε την δυνατότητα να παρατηρεί πιο προσεκτικά τις πολιτισμικές διαφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και της κτητικής συμπεριφοράς του Ιτζάζ ο οποίος έφτασε στο σημείο να χωρίσει την γυναίκα του προκειμένου να την αντικαταστήσει με την Μαντέλ. Αυτό ανησύχησε τόσο την συγγραφέα -που στο μεταξύ είχε ήδη προσπαθήσει μάταια να τον απομακρύνει- που τελικά ζήτησε από τον άντρα της να γράψει μια επιστολή ζητώντας του να μην την ξαναεπισκεφθεί.  Είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά, και μακριά από τη Τζέντα, η αφηγήτρια δεν μπορεί να καταλάβει το πως ακριβώς συνέβησαν τα πράγματα· ούτε γιατί έβρισκε τα έπιπλά της συνεχώς σε διαφορετική θέση.

Ξέρεις ότι διαβάζεις κάτι σπουδαίο όταν ακολουθείς τις λέξεις του βιβλίου άπνοος. Κι αυτό ακριβώς μού συνέβη διαβάζοντας τα διηγήματα της Ντέιμ Χίλαρυ η οποία κατευθύνει με εξαιρετική μαεστρία και μειλιχιότητα το συναίσθημα του αναγνώστη μέσα από ζοφερές καταστάσεις, μοιραίες παρεξηγήσεις και επιλογές, την μοναξιά, τον πόνο και το τραύμα της παιδικής ηλικίας όταν αναδύεται στο ενήλικο παρόν.  Ομολογώ πως ο γρήγορος ρυθμός, οι στακάτοι διάλογοι και η εναλλαγή των καταστάσεων χάνουν ελαφρώς από την σπιρτάδα που έχει το πρωτότυπο· εξακολουθούν ωστόσο να βάζουν την σκέψη σε δοκιμασία - διαβάζοντας έχεις την αίσθηση πως η Μαντέλ παίζει με το μυαλό σου καθώς οι ασυνήθιστες παρομοιώσεις, τα δυναμικά ρήματα, ακόμη και η παραμικρή λεκτική ιδιορρυθμία που χρησιμοποιεί αποδεικνύεται πως είναι άμεσα συνδεδεμένα με την πλοκή, μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Όπως στο "Κόμμα" που χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά τα σημεία στίξης. Ή όπως στο ιμπρεσσονιστικό "Terminus" όπου η πραγματικότητα μπερδεύεται με το θυμικό και δίνει μια ανοιχτή κατάληξη· κι όσο αντιφατικό κι αν είναι, αυτό το ανοιχτό τέλος  -που συναντάς στα περισσότερα διηγήματα της συλλογής- ενέχει έναν μεγάλο βαθμό αποφασιστικότητας. 

Η υπονομευτική γραφή με στοιχεία μαύρου χιούμορ και η ευφυΐα των παρατηρήσεων της Μαντέλ όπως και η στωικότητα με την οποία πραγματεύεται ασυνήθιστα θέματα υπήρξαν και πολύ πριν τα ιστορικά μυθιστορήματά της, κάτι που έχει αποφέρει αρκετά βραβεία μέχρι σήμερα στην ευθύβολη Μαντέλ που δεν διστάζει να αποκαλύψει την ανάποδη, συνήθως βρόμικη πλευρά της ζωής στην πόλη και στα προάστια. Η αλήθεια της λογοτεχνικότητάς της είναι το μόνο που εξηγεί -κι αυτό εν μέρει- την αντίδραση των Συντηρητικών στο "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" - διήγημα το οποίο απηχεί την δηλωμένη απέχθεια της συγγραφέως για την Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας. Αλλά και πάλι. Η εντολή διενέργειας αστυνομικής έρευνας στο διαμέρισμα της Μαντέλ εξαιτίας ενός λογοτεχνικού διηγήματος όπως και η σφοδρότατη θύελλα αντιδράσεων που ακολούθησε την απόφαση του BBC4 να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο διήγημα -μαζί με άλλα τέσσερα από το βιβλίο- στην εκπομπή "Book at Bedtime" παραμένουν τόσο ακατανόητα που ακόμη και η ίδια η Θάτσερ θα επέπλητε τους υποστηρικτές της για σπατάλη χρόνου. 


Η λογοτεχνία δεν είναι Πολιτική, ασκεί όμως μια συγκεκριμένη πολιτική για την καλλιέργεια της σκέψης και του ατόμου με τον τρόπο που αναδεικνύει τη διαμάχη μεταξύ ισχυρών και αδυνάτων, τις παραδοξότητες της ζωής και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Κι αυτό είναι  κάτι που χαρακτηρίζει και τούτη τη συλλογή, ένα θαυμάσιο δείγμα σύγχρονης κλασικής λογοτεχνίας. Μπορεί και κλασικής, σκέτα. Αυτό όμως  θα το δείξει είτε ο χρόνος είτε το επόμενο Man Booker  για το "Ο καθρέφτης και το Φως", το τελευταίο μέρος της τριλογίας για τον Τόμας Κρόμγουελ που ετοιμάζει αυτόν τον καιρό η συγγραφέας. Ίδωμεν.


.







Σημειώσεις: Ο πίνακας είναι του Ιρλανδού Oliver Jeffers, γνωστού από τα παιδικά βιβλία που γράφει και εικονογραφεί (στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος). Στο ενήλικο κοινό, ίσως είναι γνωστός από την πρόσφατη σκηνογραφία και την συν-σκηνοθεσία του συγκεκριμένου βίντεο-κλιπ για τους U2.

Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015










Διάκενο 

Ανάμεσα στη ζωή και τις αναρτήσεις χρειάζεται ένα καλό διάλειμμα. Όπως το "Ο καλός κλέφτης" (μτφ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου - Πόλις, 2013), το εντυπωσιακό, όπως αναφέρουν οι κριτικές, συγγραφικό ντεμπούτο της Αμερικανής Hanna Tinti. Cheers indeed!

Σημείωση: Το σχέδιο είναι της Τσέχας  Eva Kotátková, από την ενότητα Parallel Biography(2011).









Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015











'All we need is a book,' 




roared Leslie; 'don't panic, hit 'em with a book.”










Σημείωση: Το σκίτσο είναι του Χιλιανού Francisco Javier Olea - ένα από τα 21 που σχεδίασαν διάφοροι σκιτσογράφοι ως απάντηση στην αιματηρή τρομοκρατική επίθεση στην γαλλλική σατιρική εφημερίδα Charlie Hebdo. Το μικρό απόσπασμα  του Τζέραλντ Ντάρρελ είναι από το "Η οικογένειά μου και Άλλα Ζώα".

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015









Homes and Houses





Η πρώτη ανάρτηση ετούτης της χρονιάς  αφορά ένα βιβλίο-πρόκληση, όπως συνήθως αποτελεί το δεύτερο βιβλίο ενός συγγραφέα. Ο Γιώργος Μητάς, τρία χρόνια μετά την βραβευμένη συλλογή διηγημάτων "Ιστορίες του Χαλ", απαντά  με μία νουβέλα που ξεχωρίζει για την  ατμόσφαιρα  και την διαφορετική θεματική της - "Το Σπίτι" (Κίχλη, 2014) ανήκει στον χώρο του φανταστικού και του θρίλερ, και πραγματεύεται το ζήτημα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Πρωταγωνιστής είναι ο Νίκος Βελισσάρης. Σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του, αποφασίζει να αλλάξει το παρόν και να κυνηγήσει το όνειρο - να γίνει συγγραφέας. Τα έχει όλα οργανωμένα στο μυαλό του - θα παραιτηθεί από την δεκάχρονη υπαλληλική εργασία του, θα αφοσιωθεί για ένα χρόνο στην συγγραφή και κατόπιν θα επιδιώξει να διοριστεί καθηγητής σε σχολείο ώστε τον ελεύθερο χρόνο που θα του αφήνει η διδασκαλία να τον αφιερώνει στην συγγραφή. Το σχέδιό του όμως ανατρέπεται όταν αναγκάζεται να αφήσει το διαμέρισμά του, κάτι που δημιουργεί αρκετά εμπόδια. Εκείνη τη στιγμή θα λάβει μία αναπάντεχη πρόσκληση από κάποιον κ.Κάλφογλου για να πάρει μέρος σ' έναν πρωτότυπο διαγωνισμό: θα πρέπει να παραμείνει για μία εβδομάδα στον Οίκο της Γραφής, όπως ονομάζει ο Κάλφογλου το σπίτι του στην Ύδρα. Στην διάρκεια της θα πρέπει να γράψει ένα ολοκληρωμένο διήγημα και αν αυτό τον ικανοποιεί, θα κερδίσει υποτροφία ενός χρόνου. Η πρόσκληση είναι πολύ δελεαστική για να την αρνηθεί ο Βελισσάρης. Βέβαια, ο όρος που θέτει ο Κάλφογλου για απόλυτη μυστικότητα τού γεννά κάποιες επιφυλάξεις αλλά όχι αρκετά ισχυρές για να τον αποτρέψουν.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις ενότητες, στην πρώτη από τις οποίες ο Βελισσάρης αφηγείται την ιστορία της πρόσκλησης. Στην επόμενη, που χωρίζεται σε έξι μικρά κεφάλαια -όσες και οι μέρες που έμεινε στην Ύδρα-, εξιστορεί την διαμονή του εκεί. Την Δευτέρα ταξίδεψε για το νησί και όταν έφτασε, τον παρέλαβε από το λιμάνι ο Συμεών, ο έμπιστος υπηρέτης που εκτελεί χρέη μπάτλερ. Ο Συμεών τον οδήγησε στο Σπίτι και στον μυστηριώδη κύριο Κάλφογλου - έναν περιποιημένο αδύνατο άνδρα με παράξενα έντονο βλέμμα, που κινείται με το αναπηρικό του αμαξίδιο αθόρυβα και αδιάκριτα και στους δύο ορόφους του Σπιτιού. Η πρώτη μέρα πέρασε γρήγορα με την ξενάγηση στην υπέροχη βιβλιοθήκη και την επίσης ξεχωριστή δισκοθήκη του Κάλφογλου και μόλις στο τέλος της Τρίτης ο Βελισσάρης θα γράψει τις πρώτες γραμμές του διηγήματός του. Την Τετάρτη θα συνεχίσει το γράψιμο και τις διορθώσεις
του Ανθρώπου με τα μικρά χέρια όπως τιτλοφορεί το διήγημά του. Αυτό θα επαναληφθεί και τις υπόλοιπες δύο μέρες - όσο πλησιάζει η προθεσμία του Σαββάτου ο Βελισσάρης αφοσιώνεται στο κείμενο με μεγαλύτερη ένταση και προσήλωση. Παράλληλα, όλες τούτες τις μέρες έχει το χρόνο για να περιηγηθεί στο χειμωνιάτικο νησί (είναι Ιανουάριος), να έχει ένα μικροατύχημα και να ανακαλύψει μικρές λεπτομέρειες που τον ανησυχούν προς στιγμήν, σταδιακά όμως τον επηρρεάζουν. Για παράδειγμα, κάθε επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον είναι κομμένη όσο είναι μέσα στο Σπίτι, υπάρχει ένα θεοσκότεινο κατώγι στο εσωτερικό του σπιτιού που παρά λίγο να τον ρουφήξει στο σκοτάδι του, ο Συμεών έχει ιδιαίτερα ευαίσθητη ψυχοσύνθεση, ο Κάλφογλου ιδιαίτερη μυστικοπάθεια και οι δυό τους κάποια ιδιαίτερη σχέση. Την τελευταία μέρα της διαμονής του, ο νεαρός Βελισσάρης ετοιμάζεται επιμελώς να παρουσιάσει αυτοπροσώπως το δημιούργημά του στον Κάλφογλου. 


Η αλλαγή λογοτεχνικού είδους είναι ευπρόσδεκτη από έναν συγγραφέα που έχει αποδείξει ήδη με τις θαυμάσιες "Ιστορίες" του πως δεν αρέσκεται στις ευκολίες των ηρώων του, της γλώσσας ή του θέματος. Παρά το δύσβατο θέμα της συγγραφικής δημιουργίας και τις πολλές ελευθερίες που επιτρέπει ο χώρος του φανταστικού, ο συγγραφέας διατηρεί την επαφή του "Σπιτιού" με την πραγματικότητα - η ζωή του Νίκου Βελισσάρη στην Αθήνα, το ταξίδι του στην Ύδρα, οι περιπλανήσεις στο νησί και η κατεπείγουσα ανάγκη του επίδοξου συγγραφέα για δημιουργία που συγκρούεται με τα καθημερινά κρατούν το κείμενο γειωμένο. 

Η εξαιρετικής ακρίβειας κομψή γλώσσα του Μητά και ο άριστος χειρισμός της όπως και η συνέπεια του συγγραφικού ύφους που εντυπωσίασαν στις "Ιστορίες" είναι παρόντα κι εδώ. Μαζί τους όμως εμφανίζονται και ορισμένες αδυναμίες  - (λίγα) κενά κι εύθραστη ισορροπία στις περιγραφές, αμηχανία και βιασύνη στην κορύφωση της έντασης. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, το "Σπίτι" γράφτηκε πριν από τις "Ιστορίες του Χαλ", και τούτο αιτιολογεί μ' έναν μπορχεσιανό τρόπο τις συγκεκριμένες αδυναμίες. Η ελαφρά καχυποψία του Νίκου Βελισσάρη για την αναπάντεχη τύχη του  και τα παράξενα που συναντά στο νησί θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό πλεονέκτημα της νουβέλας όπως και οι λογοτεχνικές περσόνες του Κάλφογλου, του Βελισσάρη και, ιδίως, του Συμεών - θα γίνονταν πραγματικά εμβληματικοί τύποι εάν ο συγγραφέας χειριζόταν διαφορετικά τις ιδιαιτερότητές τους. Μικρή εξαίρεση ο Στέλιος, η τυχαία γνωριμία του Βελισσάρη στο μπαρ, ο χαρακτήρας του οποίου ενσωματώνεται πολύ ομαλά στον ρυθμό και την φόρμα του κειμένου.

Δεν θα αναφερθώ στις πολλές φανερές διακειμενικές αλλά και μουσικές αναφορές που υπάρχουν στη νουβέλα, ούτε στις επιρροές του συγγραφέα που είναι εξίσου συναρπαστικές και τροφή για σκέψη από μόνες τους - θεωρώ πως έπονται της συνολικής αίσθησης που αναδύεται από μια αφήγηση. Κι εδώ, παρόλη την αμεσότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, επικρατεί ένα είδος ψυχρότητας. σαν ένα αόρατο δίχτυ να συγκρατεί τον αναγνώστη - δεν χάνεσαι στις λέξεις, στις γκόθικ λεπτομέρειες και στις ψυχολογικές εκφάνσεις των ηρώων. Στο κείμενο επικρατεί, όμως, και κάτι άλλο, απροσδιόριστο, που σε κρατά γερά στις σελίδες. Οξύμωρο αυτό, το παραδέχομαι, είναι όμως η δική μου αίσθηση της ανάγνωσης. Ίσως να οφείλεται και
στις μικρές δόσεις αναπάντεχου χιούμορ που ο συγγραφέας συνδυάζει με την αστεία επινοητικότητα. Για παράδειγμα, τα... οχυρωματικά έργα που ο Βελισσάρης κάνει πίσω από την πόρτα του δωματίου του και το πακέτο καταψυγμένων λαχανικών που ο Συμεών χρησιμοποιεί με κάθε σοβαρότητα αντί για πάγο για να αντιμετωπίσει τον χτυπημένο αστράγαλο του Βελισσάρη.
 
Δεν θα σχολιάσω, επίσης, το κεντρικό θέμα της νουβέλας -δλδ την αγωνία της δημιουργίας- κι αυτό διότι ο Νίκος Βελισσάρης δίνει ο ίδιος την απάντηση - στην τρίτη ενότητα της νουβέλας βρίσκεται ήδη στην προετοιμασία της έκδοσης του πρώτου βιβλίου του. Οι δύο τελευταίες σελίδες του επιλόγου που εντέχνως δημιούργησε ο συγγραφέας νοηματοδοτούν, κυριολεκτικά στο νήμα της ανάγνωσης, την ένταση του Βελισσάρη και τους παραλογισμούς του Κάλφογλου που στις μόλις προηγούμενες σελίδες έμοιαζαν ανεξήγητα.




Ένας συγγραφέας, λέει ο Κίπλινγκ, οφείλει να είναι πιστός στην φαντασία του και όχι στις εφήμερες απλώς περιστάσεις μιας υποτιθέμενης "πραγματικότητας" και ο Γιώργος Μητάς το εφαρμόζει με τον αρτιότερο τρόπο. Ωστόσο, πιστεύω πως μία δόση χιτσκοκικού flair ή  έστω λίγη από την εσωτερική θέρμη που καθοδηγούσε τον Βελισσάρη στην συγγραφή του διηγήματός του, δεν θα αλλοίωνε ούτε κατ' ελάχιστον τούτη την πίστη και θα μετέτρεπε το όμορφο κτίσμα σε πραγματικά οικείο χώρο.




Διόρθωση: Όπως μου επισήμανε ο κ.Μητάς, το Σπίτι γράφτηκε πριν εκδοθούν οι Ιστορίες, όχι πριν γραφτούν (δλδ η συγγραφή του Σπιτιού ακολούθησε αυτήν των Ιστοριών). Ζητώ συγγνώμη για την παρανόηση.






Σημειώσεις: Το "Σπίτι σε θάμνους" του Paul Kichilov είναι λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου. Το δεύτερο σκίτσο είναι προσχέδιο του Γιαπωνέζου αρχιτέκτονα Tadao Ado για την κατασκευή του Κέντρου Τεχνών του Φρανσουά Πινό στην Βενετία.