Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα radio. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα radio. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015












 Παρατηρώντας 
την σύγχρονη ζωή




Μετά την πολύχρονη ενασχόλησή της με το ιστορικό παρελθόν που της απέφερε δύο αξιοζήλευτα Man Booker για την μυθιστορηματική αναπαράσταση της ζωής του Τόμας Κρόμγουελ, ενός πληβείου που αναρριχήθηκε στα ανώτατα αξιώματα του βασιλικού κύκλου της Αγγλίας στις αρχές του 16ου αι.  (βλ. "Γούλφ Χωλ" το 2009 και "Γεράκια" το 2012), η Βρετανίδα Hilary Mantel επανέρχεται στον σύγχρονο κόσμο με μια συλλογή διηγημάτων. Το "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" (μτφρ. Εριφύλη Μαρωνίτη - Πάπυρος, 2014) περιέχει δέκα συνολικά εκτενή διηγήματα  από τα οποία το ομότιτλο δημιούργησε πολιτικό επεισόδιο στην Αγγλία για συντηρητικούς κι ακατανόητους λόγους. Τα υπόλοιπα εννέα, ωστόσο, είναι εξίσου προκλητικά κι αυτό διότι η Μαντέλ παρατηρεί με αιχμηρότητα ορισμένα δύσκολα θέματα.

Όπως για παράδειγμα, η ψυχογενής νευρική ανορεξία στο "Και η καρδιά σταματά" όπου η Μόρνα οδεύει προς τον βέβαιο θάνατο με την επιμονή της εφηβείας και το θράσος της μικρότερης αδερφής της η οποία θα γίνει η φωνή της όταν η ίδια θα είναι πολύ αδύναμη ακόμη και να μιλήσει. Στην πορεία τούτη, τα κορίτσια θα ανακαλύψουν τον εθισμό του πατέρα τους με το πορνό μέσα από αντίστοιχες σελίδες του διαδικτύου.

Ή τα παραβατικά/παρατημένα παιδιά όπως η έφηβη Μαίρη Τζόπλιν στο "Κόμμα". Παιδική φίλη της 8χρονης αφηγήτριας,  παίζουν μαζί στις αλάνες του χωριού κι ένα απόγευμα  εξερευνούν την μυστηριώδη έπαυλη της περιοχής. Εκεί, λίγο πριν πέσει ο ήλιος το απόγευμα, βλέπουν μια όμορφη κυρία να βγάζει στη βεράντα μια επιμήκη καρέκλα με τροχούς πάνω στην οποία κάθεται ένα ακαθόριστου σχήματος, σκοτεινό και φασκιωμένο πράγμα που η Μαίρη θεωρεί πως έχει το σχήμα ενός κόμμα.
Τα δύο κορίτσια δεν θα μπορέσουν να το ερμηνεύσουν (εσείς όμως θα το καταλάβεται  από την τρυφερότητα της περιγραφής) και το επεισόδιο θα ξεχαστεί. Ο καιρός θα περάσει γρήγορα, η Κίτυ θα συνεχίσει το σχολείο ενώ η Μαίρη θα σταλεί σε "σχολείο για καθυστερημένα". Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η συγγραφέας θα την συναντήσει τυχαία στον δρόμο, σε μια εικόνα σπαρακτικά σκληρή.

Και η παιδική εργασία και η εκμεταλευση των παιδιών όπως είναι η Λουίζ που εργάζεται στο πανάθλιο μοτέλ όπου καταλύει μία συγγραφέας στο "Πως να το ξέρω;" Εδώ η Μαντέλ αφηγείται την περιπέτεια μιας ομιλίας "σε μια λογοτεχνική ομάδα από εκείνες που ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα θεωρούνταν παρωχημένες" Στο τέλος της επίσκεψης, η ηρωίδα είναι άυπνη, νηστική και κυρίως ανήμπορη να βοηθήσει το κορίτσι.

Υπάρχουν, επίσης, και τα μικρά εγκλήματα που επιβάλλουμε στους οικείους μας στο "Χειμερινές διακοπές". Ένα ζευγάρι ταξιδεύει με ταξί από το αεροδρόμιο με προορισμό το ξενοδοχείο τους. Στην διαδρομή ο σύζυγος μιλά με εγκυκλοπαιδικές λεπτομέρειες για το θαυμάσιο μέρος που θα καταλύσουν ενώ η σύζυγος σκέφτεται πόσο θα ήθελε ένα παιδί που εκείνος της επέβαλλε να μην έχουν. Στο τέλος της διαδρομής, που θα αποδειχθεί περιπετειώδης, η γυναίκα ανακαλύπτει την εγκληματική αντίδραση του ταξιτζή σε κάτι που πετάχτηκε μπροστά τους στο δρόμο, το οποίο λειτουργεί αντιστικτικά με την ευζωία του άντρα της. Και τα "Αδικήματα κατά προσώπου" αφορούν την εξωσυζυγική περιπέτεια του πατέρα της αφηγήτριας με την γοητευτική -στα πρότυπα ηρωίδας του Mad Men- γραμματέα του με την οποία, τελικά, θα παντρευτεί. Λίγο καιρό μετά, η αφηγήτρια θα επισκεφθεί το σπίτι τους και θα διαπιστώσει πως τα νεογέννητα δίδυμα αδέρφια της, δεν έχουν φέρνει την πολυπόθητη ευτυχία ούτε στην καταρακωμένη πλέον Νικολέτ ούτε στον πατέρα της.


Τα περισσότερα από τα διηγήματα της συλλογής αντλούν φανερά από την προσωπική ζωή της συγγραφέως. Ιδιαίτερα, ωστόσο, φορτισμένο είναι το "Ο Επισκέπτης" που δημοσιεύτηκε αρχικά το 2009 στο LRB  ως αυτοβιογραφικό. Εδώ η Μαντέλ εξιστορεί ένα ενοχλητικό περιστατικό με έναν Πακιστανό εμπορικό αντιπρόσωπο που χάνει τον δρόμο του και χτυπά το κουδούνι της για να ζητήσει πληροφορίες. Αυτή θα είναι η αφετηρία μιας φιλικής σχέσης η οποία όμως στα μάτια του Μοχάμεντ Ιτζάζ θα πάρει ερωτικές διαστάσεις. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας 1980, στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας όπου η Μαντέλ πράγματι έζησε για τέσσερα χρόνια λόγω των επαγγελματικών υποχρεώσεων του γεωλόγου συζύγου της. Το ημερήσιο χρονοδιάγραμμα που επέβαλλε η θρησκεία (με τις καθορισμένες προσευχές) και η φαρμακευτική αγωγή στην οποία υποβαλλόταν εκείνο το διάστημα για τις χρόνιες ημικρανίες που την ταλαιπωρούσαν, την ανάγκασαν να απομονωθεί στο διαμέρισμα. Έτσι είχε την δυνατότητα να παρατηρεί πιο προσεκτικά τις πολιτισμικές διαφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και της κτητικής συμπεριφοράς του Ιτζάζ ο οποίος έφτασε στο σημείο να χωρίσει την γυναίκα του προκειμένου να την αντικαταστήσει με την Μαντέλ. Αυτό ανησύχησε τόσο την συγγραφέα -που στο μεταξύ είχε ήδη προσπαθήσει μάταια να τον απομακρύνει- που τελικά ζήτησε από τον άντρα της να γράψει μια επιστολή ζητώντας του να μην την ξαναεπισκεφθεί.  Είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά, και μακριά από τη Τζέντα, η αφηγήτρια δεν μπορεί να καταλάβει το πως ακριβώς συνέβησαν τα πράγματα· ούτε γιατί έβρισκε τα έπιπλά της συνεχώς σε διαφορετική θέση.

Ξέρεις ότι διαβάζεις κάτι σπουδαίο όταν ακολουθείς τις λέξεις του βιβλίου άπνοος. Κι αυτό ακριβώς μού συνέβη διαβάζοντας τα διηγήματα της Ντέιμ Χίλαρυ η οποία κατευθύνει με εξαιρετική μαεστρία και μειλιχιότητα το συναίσθημα του αναγνώστη μέσα από ζοφερές καταστάσεις, μοιραίες παρεξηγήσεις και επιλογές, την μοναξιά, τον πόνο και το τραύμα της παιδικής ηλικίας όταν αναδύεται στο ενήλικο παρόν.  Ομολογώ πως ο γρήγορος ρυθμός, οι στακάτοι διάλογοι και η εναλλαγή των καταστάσεων χάνουν ελαφρώς από την σπιρτάδα που έχει το πρωτότυπο· εξακολουθούν ωστόσο να βάζουν την σκέψη σε δοκιμασία - διαβάζοντας έχεις την αίσθηση πως η Μαντέλ παίζει με το μυαλό σου καθώς οι ασυνήθιστες παρομοιώσεις, τα δυναμικά ρήματα, ακόμη και η παραμικρή λεκτική ιδιορρυθμία που χρησιμοποιεί αποδεικνύεται πως είναι άμεσα συνδεδεμένα με την πλοκή, μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Όπως στο "Κόμμα" που χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά τα σημεία στίξης. Ή όπως στο ιμπρεσσονιστικό "Terminus" όπου η πραγματικότητα μπερδεύεται με το θυμικό και δίνει μια ανοιχτή κατάληξη· κι όσο αντιφατικό κι αν είναι, αυτό το ανοιχτό τέλος  -που συναντάς στα περισσότερα διηγήματα της συλλογής- ενέχει έναν μεγάλο βαθμό αποφασιστικότητας. 

Η υπονομευτική γραφή με στοιχεία μαύρου χιούμορ και η ευφυΐα των παρατηρήσεων της Μαντέλ όπως και η στωικότητα με την οποία πραγματεύεται ασυνήθιστα θέματα υπήρξαν και πολύ πριν τα ιστορικά μυθιστορήματά της, κάτι που έχει αποφέρει αρκετά βραβεία μέχρι σήμερα στην ευθύβολη Μαντέλ που δεν διστάζει να αποκαλύψει την ανάποδη, συνήθως βρόμικη πλευρά της ζωής στην πόλη και στα προάστια. Η αλήθεια της λογοτεχνικότητάς της είναι το μόνο που εξηγεί -κι αυτό εν μέρει- την αντίδραση των Συντηρητικών στο "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" - διήγημα το οποίο απηχεί την δηλωμένη απέχθεια της συγγραφέως για την Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας. Αλλά και πάλι. Η εντολή διενέργειας αστυνομικής έρευνας στο διαμέρισμα της Μαντέλ εξαιτίας ενός λογοτεχνικού διηγήματος όπως και η σφοδρότατη θύελλα αντιδράσεων που ακολούθησε την απόφαση του BBC4 να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο διήγημα -μαζί με άλλα τέσσερα από το βιβλίο- στην εκπομπή "Book at Bedtime" παραμένουν τόσο ακατανόητα που ακόμη και η ίδια η Θάτσερ θα επέπλητε τους υποστηρικτές της για σπατάλη χρόνου. 


Η λογοτεχνία δεν είναι Πολιτική, ασκεί όμως μια συγκεκριμένη πολιτική για την καλλιέργεια της σκέψης και του ατόμου με τον τρόπο που αναδεικνύει τη διαμάχη μεταξύ ισχυρών και αδυνάτων, τις παραδοξότητες της ζωής και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Κι αυτό είναι  κάτι που χαρακτηρίζει και τούτη τη συλλογή, ένα θαυμάσιο δείγμα σύγχρονης κλασικής λογοτεχνίας. Μπορεί και κλασικής, σκέτα. Αυτό όμως  θα το δείξει είτε ο χρόνος είτε το επόμενο Man Booker  για το "Ο καθρέφτης και το Φως", το τελευταίο μέρος της τριλογίας για τον Τόμας Κρόμγουελ που ετοιμάζει αυτόν τον καιρό η συγγραφέας. Ίδωμεν.


.







Σημειώσεις: Ο πίνακας είναι του Ιρλανδού Oliver Jeffers, γνωστού από τα παιδικά βιβλία που γράφει και εικονογραφεί (στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος). Στο ενήλικο κοινό, ίσως είναι γνωστός από την πρόσφατη σκηνογραφία και την συν-σκηνοθεσία του συγκεκριμένου βίντεο-κλιπ για τους U2.

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013







Το άλλο του πράγματος





Υπάρχουν κι εκείνα τα βιβλία που λειτουργούν σαν σιδερένιοι σύρτες που ξεκλειδώνουν τις πόρτες του παρελθόντος και σε οδηγούν σε δρόμους δύσβατους. Πολύ δύσβατους. Το "ΜεταΠοίηση" (Κέδρος, 2012) είναι ένα από αυτά - μία συλλογή  δώδεκα ολιγοσέλιδων διηγημάτων του Δημοσθένη Παπαμάρκου τα οποία κινούνται σχεδόν με θράσος στον χώρο και στον χρόνο και σε φέρνουν αντιμέτωπο με τα δικά σου όρια αναγνωστικής αντοχής και αλήθειας.

"Τον είχα σκοτώσει το προηγούμενο βράδυ. Τον είχα βρει καθισμένο στο γραφείο του, τα μανίκια στους αγκώνες και το πουκάμισο ξεκούμπωτο ως τη μέση του στήθους, να κοιτάει αφηρημένα τον τοίχο. Δεν του άρεσε να τον ενοχλούν τις ώρες που στεκόταν πάνω απ' τα ανοιχτά χαρτιά του, εγώ όμως ήξερα ότι δεν δούλευε, κι εξάλλου δε μ' ένοιαζε να μην τον ενοχλήσω. Είχα ακουμπήσει το πιστόλι στον κρόταφό του. Με κατάλαβε, αλλά δεν είπε τίποτα. Του έδωσα χρόνο, αλλά δε μίλησε. Κάτι σαν δάκρυ μόνο πήγε να παίξει στα μάτια του, ήξερε όμως πόσο τον μισούσα και δεν θέλησε να μου ζητήσει λύπηση. Έσκυψα και του ψιθύρισα στο αυτί κάτι που πια δεν μπορώ να θυμηθώ, και σκόρπισα τη σιωπή κόκκινη στον τοίχο."  (.45)

"Τα μάζεψα λοιπόν και τα  'κοψα τα μακρινά ταξίδια. Βρήκα δουλειά σ' ένα φέρι στην αρχή για κάνα δυο χρόνια, αλλά το 'χα σιχαθεί το αλάτι. Είχα σιχαθεί και την πατρίδα μου. Μετά από κάθε μεγάλο μπάρκο γύρναγα δή΄θεν να ξεκουραστώ και να αράξω, κι αντί γι' αυτό, θυμόμουνα όλα τα σκατά που μ' είχαν κάνει να φύγω. Ξέρεις, ακόμα και τη γλώσσα δεν μπορούσα να ακούω πολλές φορές. Έχεις ακούσει τόσα πρόστυχα πράγματα σε χίλιες δυο γλώσσες, που όταν βρεθείς με δικούς σου ανθρώπους περιμένεις κάτι άλλο. Βλέπεις μετά ότι τα ίδια κι εκεί. Η ίδια προστυχιά, μόνο που πια δεν έχεις καμιά δικαιολογία να μην την καταλαβαίνεις. Σου τη σπάει, ρε φίλε. Καταλαβαίνεις τι λέω; Σε χαλάει πολύ." (Εγκιβωτισμός)

"Βάλε να φάω, βάλε να πιω, κι έτσι ν' αναθυμήσω
πώς κάμουνε οι βλάμηδες κι οι ξυπνητοί ανθρώποι.
Γιατί αδερφός σου ξάπλωσα, μ' αναγυρίζω ίσκιος.
και μη ρωτάς με να σου πω τι αντίκρισα στον Άδη,
γιατί 'ναι κρίμα ν' αγρικάς τι λεν' οι πεθαμένοι.
Μόν' ένα λόγο θα σου πω, μια μπιστική κουβέντα.
Εκείθε είναι οι πολλοί κι εδώθε είν' οι λίγοι."
 
Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος συστήνεται ως εξής: "Είμαι επαρχιώτης, διδακτορικός φοιτητής αρχαίας ιστορίας, σχεδόν τριαντάρης, καπνιστής, wargamer, horror movies fan, μάλλον αριστερός, Έλληνας, μετανάστης και άλλα πολλά. Δεν είμαι συγγραφέας. Γράφω επειδή μπορώ και μου αρέσει." Και συνεχίζει: "Στην πορεία ανακάλυψα επίσης πως έγραφα απελευθερωμένος από το άγχος της αποδοχής. Γουστάρω ταινίες με ζόμπι. Υπήρχε αναφορά σε ζόμπι. Γουστάρω pulp action λογοτεχνία, υπήρχε action και βία. Γουστάρω τον Borges. Υπάρχει αναφορά στον Borges. Γουστάρω δημοτικά και ρεμπέτικα. Υπήρχε αναφορά σε δημοτικά και ρεμπέτικα. Και κάπως έτσι κατέληξα να γράφω και σε δεκαπεντασύλλαβο, χωρίς ν’ αναρωτηθώ για το αν η εποχή στην οποία γράφω το «επιτρέπει»".

Τούτο το στοιχείο της απενοχοποίησης και της σχεδόν αποστασιοποίησης από τα γραφόμενα είναι χαρακτηριστικά εμφανές και στις δώδεκα ιστορίες. Δεν ξέρω κατά πόσο περιέχουν κάτι από μια Μετα-Ποιητική περίοδο του ίδιου του συγγραφέα ή της Τέχνης γενικότερα όπως υπονοεί ο τίτλος του βιβλίου, μπορώ ωστόσο να πω  ότι τα συγκεκριμένα διηγήματα μεταποιούν με τον δικό τους τρόπο την θεματολογία της  νεοελληνικής λογοτεχνίας όχι με την έντονη ετερότητα των πρωταγωνιστών και την αγωνιώδη αναζήτησή τους για τον Άλλο. Είναι με την οπτική ματιά του συγγραφέα που αναπαράγει με λεπτομέρεια εξαιρετικά βίαιες σκηνές περιγράφοντας μ' αυτό τον τρόπο το μίσος, την εκδίκηση, την δειλία, την επικράτηση επί του αδυνάτου, τα βαθύτερα ένστικτα και το τραγικό -αλλά απελευθερωτικό για τους ίδιους- τέλος των αφηγηματικών ηρώων του - οπτική που  επαναφέρει δυναμικά στο προσκήνιο τη νατουραλιστική γραφή.


Η "ΜεταΠοίηση" του Δημοσθένη Παπαμάρκου παρουσιάζει ένα περίεργο, όσο και αξιοθαύμαστο, κράμα πεζογραφίας, ιστορίας και παράδοσης.  Η μάχη στα Γαυγάμηλα,  ο Μακεδονικός πόλεμος και ο σύγχρονος κόσμος συνδέονται με την αρβανίτικη γλώσσα (Γκρίχου, ο τίτλος του πρώτου διηγήματος, στα αρβανίτικα σημαίνει "σήκω"), τις προκαταλήψεις (που απορρέουν από τον αστερισμό του Περσέα - Tseih She, ο τίτλος του δεύτερου διηγήματος, είναι η κινεζική ονομασία του αστερισμού που αποκαλείται επίσης "Δαίμονας") και αρχαιοελληνικές παραδόσεις (στο πρώτο διήγημα, ο ένας αδερφός είναι θαμένος μπρούμυτα, μία ταφική πρακτική που έχει πανάρχαιες ρίζες). Ρίψασπις, Τίσις, Σποδός, Πτέρυγα, Εγκιβωτισμός, Καΐνα, Ferrum (το πιο ευαίσθητο από τα διηγήματα), ΜεταΠοίηση, .45, Σαρκώζα - οι συνδέσεις αυτού και άλλων ειδών συνεχίζονται. 

Τα αποσπάσματα που έχω αντιγράψει πιο πάνω δεν αποδίδουν παρά μόνο ένα λίγο της ατμόσφαιρας του βιβλίου - πολλή βία και splatter, μεταφυσική και μαγγανείες, προκαταλήψεις, ήθη κι έθιμα της ελληνικής παράδοσης και ψυχοπαθολογίες της σύγχρονης εποχής μας αποδίδονται με γκόθικ ύφος σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση που σε αναγκάζει να συμμετέχεις έστω κι από απόσταση. Χωρίς ωστόσο να σοκάρει, η γραφή του Δημοσθένη Παπαμάρκου αποκαλύπτει την άλλη πλευρά του ανθρώπου - την κτηνώδη φύση του που εγείρεται σε συνθήκες άκρατης μοναξιάς και πιέσεων κοινωνικών, οικονομικών, βιολογικών. Από το "Πίστομα" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη είχα να διαβάσω κάτι τόσο ολοκληρωμένο κι αποκαλυπτικό...



 

Σημείωση: Ο τίτλος της ανάρτησης προέρχεται από την ομότιτλη ποιητική συλλογή της Ελένης Βακαλό (Νεφέλη, 1995). Το πρώτο εικαστικό είναι το "Η ορφανή νέα στο κοιμητήριο" του Eugène Delacroix. Το δεύτερο είναι η γνωστή Guernica του Pablo Picasso "πειραγμένη" ελαφρώς από έναν σύγχρονο Βρετανό καλλιτέχνη με το ψευδώνυμο Pure Evil. Το μικρό αυτο-βιογραφικό του συγγραφέα είναι απόσπασμα από κείμενό του στο διαδικτυακό περιοδικό Bibliotheque. Ακούστε εδώ (από το 58:06') τον ίδιο, προσκεκλημένος της εκπομπής Booktalks, να μιλά για το βιβλίο. Μπορείτε επίσης να διαβάσετε εδώ ένα ανέκδοτο διήγημα του Δ.Παπαμάρκου, πολύ πιο ήπιων, έως τρυφερών κι αστείων, τόνων τούτη τη φορά αλλά με τον ίδιο ιδιαίτερο λόγο του.

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012









Just listening.


                                             
 Guy Montag: Books make people unhappy, they make them  anti-social.
       Clarisse: Do you think I'm anti-social?
 Guy Montag: Why do you ask?
       Clarisse: Well... I'm a teacher, not quite actually, I'm still  on probation. I  was called  to  the  administration  office today, and I don't think I said the right  things. I'm not at all happy about my answers.



Πρέπει να είναι η εποχή - πέρυσι, την ίδια περίοδο προσπαθούσα να ισορροπήσω σε ευθύνες, υπερβολές και  εξω-λογοτεχνικά διαβάσματα για χάρη ενός επιμορφωτικού course. Φέτος μου συμβαίνει το ίδιο. Σχεδόν - ναι μεν συμμετέχω σε ένα επιμορφωτικό σεμινάριο ωστόσο η συμμετοχή μου είναι η μόνη ομοιότητα με το περυσινό course. Τούτη τη φορά, είμαι πολύ χαρούμενη από την πρώτη μέρα του μέχρι και σήμερα - εκτός του ότι τα μαθήματα έχουν πραγματικό ενδιαφέρον, είμαι προετοιμασμένη να μην εγκαταλείψω τα βιβλία και τα κείμενά τους ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα αλλάξω τρόπο επαφής μαζί τους.

Booktalks ονομάζεται μια νέα ραδιοφωνική εκπομπή που ασχολείται με την λογοτεχνία κι εκπέμπει κάθε Σάββατο 2-4 μ.μ από τον
amagi.. Μου αρέσουν οι εκπομπές για τη λογοτεχνία αλλά πάντοτε διατηρώ επιφυλάξεις για το είδος, ιδίως εάν είναι "μακράς διαρκείας". Ωστόσο, έχοντας ήδη ακούσει την πρώτη "βιβλιοκουβέντα" μπορώ να σας βεβαιώσω πως ο αξιόλογος συν-blogger Librofilo που την επιμελείται φρόντισε ώστε η ώρα να κυλήσει σαν τις σελίδες ενός page-turner. Ή μιας νουβέλας από εκείνες που όταν τελειώσει εύχεσαι να είχε τις διπλάσιες σελίδες. Μία εκπομπή για το βιβλίο και το περιεχόμενό του,  την απόλαυση της ανάγνωσης με πολλή (και καλή) μουσική, λοιπόν... 

Ίσως σκεφτείτε πως δεν είναι κάτι πρωτότυπο - λογικό. Όμως, το όμορφο έως σουρεαλλιστικό στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι πως μοιάζει να επαληθεύει τον
Ray Brandbury  που έγραψε "...somewhere the saving and putting away had to begin again and someone had to do the saving and keeping, one way or another,..." 

Μετά  το τέλος του σεμιναρίου θα αρχίσω  ν' ασχολούμαι πάλι με την λογοτεχνία στην πράξη - αναγνώσεις, αναρτήσεις και παράλληλες ακροάσεις. Μέχρι τότε όμως, μόνο θα ακούω.

 



Σημείωσεις: 1) Ο διάλογος στην αρχή και το απόσπασμα του κειμένου, όπως και η αφίσα της εκπομπής, είναι από την κινηματογραφική μεταφορά του "Φαρενάιτ 451" από τον Φρανσουά Τρυφώ με τον Όσκαρ Βέρνερ στο ρόλο του Γκυ Μοντάγκ και την Τζούλι Κρίστυ ως Κλαρίς.  2) Η πρώτη εκπομπή πιθανότατα θα είναι διαθέσιμη online σήμερα,  Δευτέρα, κι έτσι μπορείτε να πάρετε μία γεύση  κατ' ιδίαν. Θα ακολουθήσουν, πιστεύω, και οι επόμενες. 


UpDate: Ακούστε την εκπομπή εδώ