Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα society. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα society. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

 

 

 

Unstable Equilibrium

 


 

Αριστουργηματική. Αψεγάδιαστη. Ό,τι πιο κοντινό στην τηλεοπτική τελειότητα εδώ και δεκαετίες. Η πιο δημοφιλής εκπομπή στο Netflix σε όλο τον κόσμο το Σαββατοκύριακο 15-16.03.2025 και η τρίτη πιο δημοφιλής αγγλόφωνη σειρά που μετέδωσε ποτέ η συγκεκριμένη πλατφόρμα.

Η πρόσφατη μίνι τηλεοπτική σειρά Adolescence είναι, προφανώς, ένα φαινόμενο και όχι μόνο από τεχνικής άποψης – κάθε ένα από τα τέσσερα επεισόδια της σειράς γυρίστηκε με μονοπλάνο, μία συνεχόμενη και άρτια λήψη που καταφέρνει να εμπλέκει συναισθηματικά τον τηλεθεατή για όλη την διάρκεια των συνολικά 180λεπτών της σειράς. Ή ερμηνειών – οι πρωταγωνιστές αποδίδουν με εξαιρετική ενάργεια και εκφραστικότητα τους ρόλους τους. Σπαραξικάρδιος ο Stephen Graham ως πατέρας, χαμηλών τόνων και παρηγορητική η Christine Tremarco ως μητέρα· με εκπληκτική αληθοφάνεια και ορμή ο νεαρός Owen Cooper, στον ρόλο του γιου, τόση που ο ίδιος παραδέχεται πως δεν αντέχει να δει τον εαυτό του στην οθόνη.

Δεν υπάρχει καμμία υποφώσκουσα αίσθηση μυστηρίου ή αμφιβολίας στην υπόθεση, εκτός ίσως από την σκηνή έναρξης όπου ένας αστυνομικός παρακολουθεί την κατοικία του πρωταγωνιστή και δίνει εντολή σε μια ομάδα SWAT να εισβάλλει. Μου φάνηκε υπερβολική, ωστόσο αν σκεφτεί κανείς το επίπεδο της εγκληματικότητας στην βρετανική κοινωνία και το γεγονός πως αφορμή για την δημιουργία της σειράς ήταν ο φόνος ενός νεαρού κοριτσιού από δύο συνομίληκά του αγόρια με μαχαίρι, ίσως δεν είναι και τόσο. Δεικτική ναι, και κάπως αμήχανη.

Λίγο μετά την επεισοδιακή σύλληψη, ο 13χρονος Jamie Miller μεταφέρεται στο ΑΤ της περιοχής όπου μαθαίνουμε πως διέπραξε, αποδεδειγμένα, τον φόνο της συμμαθήτριάς του Κatie. Τα κίνητρά του ωστόσο δεν είναι εμφανή. Οι διαδοχικές συναντήσεις του αστυνομικού με τους δασκάλους και τους συμμαθητές του, όπως και οι συνθήκες του σχολικού περιβάλλοντος, δίνουν με φειδώ κάποια στοιχεία τόσο του φόνου όσο και μιας δυσάρεστης πραγματικότητας. Κι ενώ η οικογένεια του Τζέιμι αντιμετωπίζει μόνη της την εναντίον τους αντίδραση της τοπικής κοινωνίας, οι συναντήσεις μιας ψυχολόγου του Εγκληματολογικού με τον νεαρό κρατούμενο, στο τρίτο επεισόδιο της σειράς, αποκαλύπτουν όχι μόνον τον εκφοβισμό που είχε υποστεί το παιδί αλλά και μία βεντάλια απόψεων και συναισθηματικών αντιδράσεών του που ναι μεν φανερώνουν εμμέσως το κίνητρο του φόνου, φανερώνουν όμως και την επιτακτική ανάγκη του για προσοχή, αναγνώριση και σεβασμό. Είναι, κατ' εμέ, το πιο καθηλωτικό και συναισθηματικά φορτισμένο επεισόδιο καθώς αντανακλά μερικές από τις δικές μου εμπειρίες διδασκαλίας.

 

 

H πιστότητα της σειράς με την πραγματικότητα είναι σχεδόν απόλυτη, εξού και η αναπάντεχα μεγάλη απήχηση που είχε. Άρθρα, άρθρα επί άρθρων, αναρτήσεις, αναλύσεις, εξομολογήσεις, μελέτες, μαρτυρίες συνέβαλλαν εκτεταμένα σε μια συζήτηση για τον εκφοβισμό και την ανδρική οργή, τον τοξικό ανδρισμό και τις σχέσεις γονέων-παιδιών. Κι όλα αυτά με αφορμή, και σε σχέση, με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, τα οποία από μέσο επικοινωνίας έχουν εξελιχθεί σε βαθμό να επηρεάζουν –έως και να αλλοιώνουν–, εκτός από την εργασία και την τέχνη, τις επιθυμίες, τις προσδοκίες και τις φιλοδοξίες μας· την αίσθηση του εαυτού, τα σώματα, την συμπεριφορά, τις σχέσεις μας.

Κι ενώ εμείς οι ενήλικοι είμαστε στο στάδιο της επεξεργασίας όλου αυτού που συμβαίνει, η εφηβεία, από την άλλη, παραμένει η ίδια: μια περίοδος αρκετά πιεστική κι εξαιρετικά ευμετάβλητη – η μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικότητα περιλαμβάνει αλλαγές στο σώμα των παιδιών και στον εγκέφαλο (θυμάστε το "δεν έχει πήξει το μυαλό ακόμα" που έλεγαν οι παλιοί;), όπως και στον ψυχισμό τους και στο κοινωνικό περιβάλλον τους – η Κέιτυ είχε εγκλωβίστεί στον εικονικό κόσμο των ΜΚΔ και η Jade, η κολλητή της, δεν είναι καθόλου ευπρόσδεκτη στο σπίτι του θύματος (υπονούνται αρκετές αιτίες: το χρώμα του δέρματός της, η μονογονεϊκή οικογένειά της, ίσως και η κοριτσίστικη μα καθόλα φυσιολογική εφηβική συμπεριφορά της ).

Εξαιρετικά εύθραυστη περίοδος, επίσης, καθώς οι έφηβοι θα πρέπει να κάνουν επιλογές που θα επηρεάσουν το μέλλον τους ενώ, παράλληλα, να αναπτύξουν την δική τους προσωπική ηθική πυξίδα τη στιγμή που η κοινωνία αλλάζει ταχύτατα, τα όρια ρευστά και πολλές φορές ετσιθελικά ενώ δεν υπάρχει κάποιο δίκτυο ασφαλείας για τους εφήβους – η Κέιτι δεν μπορεί να αντιληφθεί την έκταση της εφηβικής αλαζονείας της, ούτε την επιροή που ασκούν επάνω της οι followers, ούτε και τις επιπτώσεις του εκφοβισμού που ασκεί η ίδια με τις αναρτήσεις της. Παρεμπιπτόντως, κάτι που δεν έχει αναφερθεί είναι πως κι εκείνη είχε υποστεί εκφοβισμό κι επιπλέον σεξουαλική εκμετάλλευση όταν μία γυμνόστηθη φωτογραφία της έκανε τον γύρο του σχολείου. Ο Τζέιμι, από την άλλη, μη μπορώντας να δεχτεί την απόρριψή της όταν της ζητά να βγουν ραντεβού, θα γίνει έρμαιο των συναισθημάτων του που θα τον οδηγήσουν στην φυλακή ενώ οι γονείς του, ένα ζευγάρι ομόθυμο κι εργατικό, με στέρεα ηθική βάση, αναρωτιούνται τι έκαναν λάθος στην ανατροφή του έχοντας την εντύπωση πως η οθόνη του υπολογιστή είναι μία αθώα εξωσχολική απασχόληση του παιδιού.

 


Το δράμα του Τζέιμι, ωστόσο, δεν προκλήθηκε από την απλή χρήση του διαδικτύου αν και αυτή ακόμα, όταν γίνεται ανεξέλεγκτα, οδηγεί σε έλλειψη συγκέντρωσης κι ένα μυαλό pop-corn το οποίο όταν σκέφτεται, το κάνει με τρόπο εμπροσθοβαρύ κι επιφανειακό. Για να μην αναφέρω την έλλειψη επαφής με την απτή πραγματικότητα και την αντικοινωνικότητα έως κατάθλιψη που μπορεί να επιφέρει – ενδείξεις που, συν τοις άλλοις, επισφραγίζουν τον διαβρωτικό ρόλο των ΜΚΔ στις κοινωνικές και γνωστικές δεξιότητες, ιδιαίτερα στην ορθή και με ειρμό σύνθετη σκέψη (πόσο μάλλον την κριτική), τον οραματισμό και οτιδήποτε ξεπερνά το άμεσο ανταγωνιστικό παρόν.

Ο Τζέιμι είναι το παράδειγμα της εφιαλτικής επιρροής της «ανδρόσφαιρας/manosphere», ενός διαδικτυακού κόσμου όπου κυριαρχούν διαστρεβλωμένες έννοιες όπως πχ ο κανόνας 80-20 – η Αρχή του Παρέτο που προέρχεται από την επιστήμη της Στατιστικής και αφορά στην σχέση αποτελέσματος και παραγόντων αυτού, έχει εδώ προσαρμοστεί εντελώς αυθαίρετα να υποστηρίζει ότι το 80% των γυναικών έλκεται από το 20% των ανδρών. Η ανδρόσφαιρα βρίσκεται στην σκιώδη πλευρά του διαδικτύου, το dark web, και κατοικείται από μισαλλόδοξους ανθρωπότυπους –άλφα, incels, MRAs (ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ανδρών) και PUAs (pickup artists)–, των οποίων οι εύθραυστοι εγωισμοί μετατρέπονται σε δικαιωματική οργή που εκδηλώνεται με σκωπτικά emojis στο Instagram ή στο Facebook έως και deepfakes. Άγνωστος, κυριολεκτικά, τόπος για όποιον είναι πάνω από 40 ετών και, όπως επισημαίνει ο Adam, ο γιος του αστυνομικού, "οι γονείς τα έχουν εντελώς χαμένα, δεν καταλαβαίνουν". Γνωστός, ωστόσο, και ανοιχτός σε όσους έφηβους ψάχνουν αποδοχή, μια αίσθηση του ανήκειν και βοήθεια για αυτά που τους απασχολούν.

 


 

Το σπίτι είναι μία νοητική κατασκευή και φίλτρο όσο και προστασία για το εύθραυστο σώμα μας, λέει ο Juhani Pallasmaa και υποθέτω πως ισχύει για το κάθε κτίσμα, την κάθε εστία – οικογενειακή ή εκπαιδευτική. Γι' αυτό δεν αρκεί μόνον η πολιτεία να θεσπίσει τους όρους δόμησης αυτών των εστιών. Ακόμη κι εάν οριστούν μέχρι και οι εσωτερικοί κανονισμοί τους, δεν σημαίνει ότι θα λειτουργήσουν υπέρ των εφήβων – στην σειρά, μετά το βίαιο ξέσπασμά της στο προαύλιο, η Jade εμπιστεύεται τις σκέψεις της ( "ήταν η μόνη που πίστευε πως είμαι ok", λέει για το θύμα ) στην καθηγήτριά της. Μόλις όμως εκείνη της προτείνει να δει τον ψυχολόγο του σχολείου, το κορίτσι αρπάζει την τσάντα της και βγαίνει με φόρα από την αίθουσα λέγοντας " Όχι κι άλλον τρελογιατρό..."

Κάθε κανονισμός, όσο ευεργετικός και αν είναι, δεν παύει να είναι ένα τεχνο-νομικό όριο το οποίο θα καταστεί διαπερατό, και θα παραμείνει έτσι, εάν οι γονείς δεν αντιληφθούν την βαρύτητα και την έκταση του ρόλου τους, κάτι που απαιτεί πολύ χρόνο και αυτογνωσία ενώ προϋποθέτει μια σταθερή και ανοιχτή διαλογική σχέση με τα παιδιά τους, ρεαλιστική διάδραση με το σχολείο κι επιπλέον την διαρκή ενημέρωσή τους για την τρέχουσα επικαιρότητα. Δεν είναι εύκολο, είναι όμως ο μοναδικός υπεύθυνος τρόπος για να προετοιμάσουν τους εφήβους για την ζωή μιας και, όπως λέει ο Rudolf Dreikurs, δεν μπορούμε να τους προστατεύσουν από αυτή.

Σε αυτό, μπορούν να συμβάλλουν οι εκπαιδευτικοί: λόγω θέσης και γνώσεων, να ενημερώνουν και κατευθύνουν τους πρώτους ως προς την κατάσταση που επικρατεί με τα social media και τις επιπτώσεις τους στην ενδοσχολική ζωή, ενδεχομένως και σε κάθε παιδί ξεχωριστά. Στην σειρά, εμφανίζονται ως δύο ξεχωριστοί κόσμοι ( οι γονείς αδαείς ή υπερβολικοί, και ανίσχυροι· οι καθηγητές στα όρια της εξουθένωσης ) χωρίς εποικοδομητική επικοινωνία μεταξύ τους ενώ θα έπρεπε να υπάρχει αμφίδρομη ενημέρωση και από κοινού να έχουν κινηθεί προληπτικά και στοχευμένα ώστε να θέσουν αφενός τις κατάλληλες οδηγίες για την χρήση του διαδικτύου κι αφετέρου, το σημαντικότερο, να απαντήσουν στις έμφυτες ανάγκες, απορίες κι ανασφάλειες των παιδιών.

 


 

Ο συνδημιουργός της σειράς Stephen Graham λέει πως η σειρά, η οποία ανέδειξε επίσης την πηγαία επιθυμία να κατανοήσουμε καλύτερα τον ψυχισμό και την διάψευση που αισθάνονται τα νεαρά αγόρια, “...επιτρέπει στους γονείς, τις θείες, τους θείους, ακόμη και τους απλούς φίλους, να συμμετάσχουν στη συζήτηση”. Πράγματι. Εκείνο, ωστόσο, που δεν άκουσα να συζητείται είναι το αντίβαρο του περιορισμού ή της απαγόρευσης της χρήσης των ΜΚΔ. Το γεγονός πως τα ΜΚΔ από μέσο επικοινωνίας έχουν μετατραπεί σε μέσο διασκέδασης με το οποίο ασχολούνται με τις ώρες οι έφηβοι καταδεικνύει μια σημαντική έλλειψη, ένα μεγάλο κενό το οποίο επιβεβαιώνει η ερευνήτρια danah boyd: οι περισσότεροι έφηβοι δεν είναι εθισμένοι στα κοινωνικά δίκτυα· αν μη τι άλλο, είναι εθισμένοι μεταξύ τους, ο ένας με τον άλλον.

Το διαδίκτυο καθρεφτίζει το καλό, το κακό και το άσχημο και τα μεγεθύνει. ΄Οπως και την έλλειψη κάποιου πολιτιστικού κεφαλαίου ή συλλογικής ταυτότητας, κάτι που ισχύει για την αγγλική πόλη που εκτυλίσσεται η σειρά – από την αφήγηση του πατέρα μαθαίνουμε πως υπάρχουν αρκετές αθλητικές δραστηριότητες ενώ μόνον ένας τοπικός κινηματογράφος με, υποθέτω, main stream ταινίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ενημέρωση μέσω της σοβαρής δημοσιογραφίας (έντυπης, κατά προτίμηση) και η λογοτεχνία είναι τα βασικά υλικά δόμησης μιας στέρεης ταυτότητας. Ιδίως βιβλία όπως το Αγόρι Κορίτσι, της Hélène Druvert (μτφρ: Κατερίνα Δασκαλάκη – Καπόν, 2024) που μιλά για το πως όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως φύλου, έχουν τα ίδια δικαιώματα, όνειρα, επιθυμίες αλλά και ανάγκες για παιχνίδι, φροντίδα και διάλογο· όχι τα αγόρια μόνον ποδόσφαιρο και υποχρεωτική εξωστρέφεια ενώ τα κορίτσια μόνον ζωγραφική και οικιακά, όπως εμφανίζεται στην σειρά ο κόσμος των γονιών του Τζέιμι. Μυθιστορήματα, παιδικά, εφηβικά ή κλασικά έργα της παγκόσμιας πεζογραφίας, συμβάλλουν στο να αναπτυχθεί ο νους, η αυτονομία της σκέψης και το θάρρος της έκφρασης. Να εμβαθύνει η αντίληψη του κόσμου, όπως λέει ο Ε. Παπανούτσος, και του εαυτού κι έτσι να φορμαριστεί η βάση ενός υγιούς ατόμου που θα δρα ενημερωμένα, στοχαστικά και υπεύθυνα online και off.



 

Σε έναν κόσμο αφθονίας και υψηλής τεχνογνωσίας που συνεχώς εξελίσσεται, η διαδραστική τεχνολογία της επικοινωνίας φαίνεται πως έχει χάσει την ικανότητα να συνδέει τους ανθρώπους με αληθινές αφηγήσεις πολιτισμού, ζωής και μάθησης. Γι' αυτό, σε μια ηλικία όπως η εφηβεία που τα πάντα είναι μία πρόκληση, η λογοτεχνία είναι ασφαλές μέσο διαφυγής από την φυλακή του υποχρεωτικού επαρχιωτισμού, της στεγνής εκπαίδευσης, των ατελών πεπρωμένων και της κακοτυχίας, όπως λέει η Susan Sontag. Και των κινδύνων της διαδικτυακής περιαγωγής, επίσης. Η λογοτεχνία (η φιλαναγνωσία όπως και οι τέχνες γενικότερα), παρ' όλη την εσωστρέφεια που απαιτεί, είναι διαβατήριο για μια ευρύτερη ζωή, είναι ελευθερία. Και το πιο ουσιώδες για τους εφήβους: αποκαθιστά την εμπιστοσύνη στο εαυτό τους και το παρόν, τους ανθρώπους και την δημιουργικότητα.




Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο τεύχος 165 του έγκριτου και μαχητικού περιοδικού The Books' Journal, που κυκλοφόρησε στις 15 Ιουνίου.



 

 

 

Σημειώσεις: Το πρώτο εικαστικό είναι ένας θεατής που συμμετέχει στην εγκατάσταση της Chicaru Shiota "Counting Memories, and looking within". Η φωτογραφία είναι από το τρίτο επεισόδιο της σειράς ενώ η επόμενη εικόνα είναι από εικονογράφηση της Vartika Sharma για τον The New Yorker. Ακολουθεί ο ομότιτλος με την ανάρτηση πίνακας του Paul Klee. Το GeometryXXII (2022) του Frank Stella είναι ένα ψηφιακό τρισδιάστατο μοντέλο επαυξημένης και  εικονικής πραγματικότητας για ένα τρισδιάστατα εκτυπωμένο γλυπτό, βίντεο, ακίνητη εικόνα, με NFT (η ακριβής περιγραφή του είναι: Digital 3D model for Augmented Reality, Virtual Reality, and 3D-printed sculpture, video, still image, with NFT ). Στο τέλος, το Connected to the Universe (2022) – πίνακας μεικτής τεχνικής της Chiharu Shiota από την σειρά Signs of Life 05.

Τρίτη 9 Ιουλίου 2024

 

 

 

Αριθμοί & Σημαίνοντα

     

 

 

Το 2013 μία ομάδα φίλων οραματίζονταν βιβλιοθήκες για όλα τα σχολεία της χώρας. Βιβλιοθήκες ενημερωμένες και προσβάσιμες σε όλα τα παιδιά. Βιβλιοθήκες που θα είναι ζωντανοί χώροι, συνδεδεμένοι με την σχολική ζωή. 

Ήταν όμως η περίοδος του αυστηρού προγράμματος λιτότητας και τα αναγκαία κονδύλια για την πραγματοποίηση ενός τέτοιας έκτασης οράματος, δεν υπήρχαν. Υπήρχε, ωστόσο, η Susan Robbins και η πρωτοβουλία της – ένα πρόγραμμα συλλογής βιβλίων για τα υποβαθμισμένα σχολεία της Ν. Υόρκης. Με την δική της καθοδήγηση, και στόχο να οργανωθεί μία παρόμοια δράση στην Ελλάδα, ιδρύθηκε το Library4all
 
Από εκείνον τον Σεπτέμβριο του 2013, συμπληρώθηκαν ήδη:
 
· 10 δραστήρια χρόνια
 · 1.015.000 βιβλία
· Σε 6.800 σχολεία ( σε Ελλάδα και εξωτερικό! )
· Σε 334 φορείς
· Σε 8 παιδιατρικά νοσοκομεία
· Σε 43 δομές που φιλοξενούνται παιδιά πρόσφυγες
· Σε 24 δημοτικές βιβλιοθήκες και πολιτιστικούς συλλόγους.
 
 
 
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως για περισσότερα από 356.700 παιδιά σε όλη την Ελλάδα (και το εξωτερικό) έχουν αυξηθεί οι ευκαιρίες και η πρόσβαση στη γνώση. Και πως το ελληνικό Δημόσιο έχει εξοικονομήσει σχεδόν 10.150.000 ευρώ – ποσό που, κατά μετριοπαθή προσέγγιση, αντιστοιχεί σε εκείνο που χρειάζεται για τον εξοπλισμό των σχολικών βιβλιοθηκών με βιβλία για 10 δέκα χρόνια.
 
Σπουδαίο το έργο της Library4all και τα γενέθλιά της ήταν η αφορμή να συναντηθούν οι φίλες και οι φίλοι του βιβλίου (συγγραφείς, εικονογράφοι, εκπαιδευτικοί, εκδότες, χορηγοί, άνθρωποι του βιβλίου και του εθελοντισμού), και να το γιορτάσουν. Κι έτσι έγινε στην εκδήλωση που διοργανώθηκε στις 23 Μαΐου, στο Κτήριο της Πειραιώς του Μουσείου Μπενάκη. 
 
 

 
Δεν μπόρεσα να παρευρεθώ αλλά η σκέψη μου ήταν μαζί τους, και είναι ακόμη τόσον καιρό μετά, ιδίως για τον επίλογο της γιορτής. Η Ελένη Γερουλάνου –πρόεδρος του Library 4all, εκπαιδευτικός και συγγραφέας η ίδια–,  έκλεισε εκείνη τη γιορτή με μία ευχή που εξέπληξε:  να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση, ώστε να πάψει να έχει νόημα η δράση του Library4all.

«Θέλουμε όλα τα σχολεία να έχουν καλύψει την ανάγκη τους σε βιβλία και να μην μας χρειάζονται πια. Nα έχουν μία προσβάσιμη, ενημερωμένη βιβλιοθήκη, συνδεδεμένη με τη ζωή του σχολείου, με ράφια γεμάτα βιβλία, με βιβλιοθηκονόμο και με ετήσια κονδύλια για αγορά βιβλίων. Μία βιβλιοθήκη πραγματικά για όλους και όλες, με όλους και με όλες».


Ευχής έργο θα ήταν να εκλείψει με αυτό τον τρόπο η ανάγκη των σχολείων για βιβλία. Μέχρι τότε, ωστόσο, ας συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε με όποιο τρόπο  τους στόχους της οργάνωσης. Όχι μόνον γιατί συμβάλλουμε στην δόμηση στιβαρών κι ανοιχτών μυαλών. Αλλά διότι έτσι δημιουργούμε μικρές γιορτές στο παρόν – αυτό συμβαίνει κάθε φορά που ένα δέμα με βιβλία φτάνει στον προορισμό του. Kι ετούτη η έκδηλη χαρά είναι επίσης τερπνή κι ωφέλιμη για τα παιδιά. Μακροπρόθεσμα για όλους μας. 
 
 








Σημειώσεις: Οι φωτογραφίες της ανάρτησης είναι από την εκδήλωση. / Το κολιμπρί (co + libri = cooperation + books) είναι η μασκότ της Library4all κι ένας πάρα πολύ καλός ιπτάμενος ταχυμεταφορέας. / Μπορείτε να δείτε το διαφημιστικό, μικρής διάρκειας βίντεο για την δράση της οργάνωσης εδώ.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

 




Ένα τεράστιο πεδίο 

ελευθερίας 



...που ο καθένας μπορεί να πει τα πάντα ( ... ) γι' αυτό η λογοτεχνία είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Αποκαθιστά την πολυπλοκότητα και την αμφισημία σε έναν κόσμο που τις έχει αποσύρει. Μπορεί να ακροαστεί, χωρίς εξωραϊσμούς και αυταρέσκεια, ό,τι πιο άσχημο, πιο επικίνδυνο και πιο ανίερο παράγουν οι κοινωνίες μας. Η λογοτεχνία ζητάει χρόνο μέσα σ' έναν κόσμο όπου τα πάντα είναι γρήγορα, που η εικόνα και το θυμικό κατατροπώνουν την ανάλυση. Για να παίξει όμως πλήρως τον ρόλο της, πρέπει να μείνει στο ύφος της και στα ιδανικά της. 

      Η λογοτεχνία είναι το ουσιώδες ή τίποτα. Αυτή η αντίληψη δεν εντέλλεται την απουσία της ηθικής, απαιτεί μία "υπερηθική", έγραφε ο Ζωρζ Μπατάιγ. 


*

                                                                                            

Το "Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες" (μτφρ. Ρούλα Γεωργακοπούλου – Στερέωμα, 2Ο18) είναι ένα μόλις 69 σελίδων βιβλίο που περιλαμβάνει έξι κείμενα της γαλλόφωνης Μαροκινής Leïla Slimani τα οποία αγγίζουν σύγχρονα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα και, παρ' όλη την ελαφρώς ρομαντική χροιά τους, διακρίνονται για τον δυναμισμό, την απροκάλυπτη αμεσότητα και την ευκρίνεια της σκέψης της. 

Την συλλογή προλογίζει ο Éric Fottorino που εκτός από έγκριτος συγγραφέας είναι και διευθυντής του Le 1το ανεξάρτητο κι αντισυμβατικό περιοδικό όπου πρωτοδημοσιεύτηκαν τα άρθρα της συλλογής, διαφορετικά μεταξύ τους σε ύφος. Δύο είναι δημοσιογραφικά: Το "Ένας στρατός από πένες", απ' όπου και το πιο πάνω απόσπασμα,  γράφτηκε μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Charlie Hebdo και η ανάγνωσή του, όπως και του "Φονταμενταλιστές, σας μισώ" που γράφτηκε την επομένη των επιθέσεων στο Μπατακλάν, κάνει αισθητό τον θυμό της συγγραφέως για την νοοτροπία του τρομοκράτη, τον αναλφαβητισμό του μουσουλμανικού κόσμου και κάθε τι δογματικό που φύεται στις κοινωνίες.

Τρία άρθρα είναι μικρά διηγήματα: Στο ομότιτλο "Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες" και στο "Περιμένοντας τον Μεσσία"  η συγγραφέας προτάσσει, όπως και στα υπόλοιπα άρθρα της αλλά και γενικότερα στο έργο της, την ανεκτικότητα, την απόρριψη των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων, και την υπεράσπιση των πεποιθήσεων και των αξιών του δυτικού πολιτισμού. Το "Ένα αλλού", ωστόσο, είναι ένα τεκμήριο υπεράσπισης της ελευθερίας του νου και της λογοτεχνίας – η Ριμ, η πρωταγωνίστρια του διηγήματος, μεγαλώνοντας σε ένα σκληρό περιβάλλον, βρίσκει διέξοδο στα ταξίδια της ανά τον κόσμο με οδηγούς τους Μάντελσταμ, Τολστόι, Φώκνερ, Φιτζέραλντ και άλλους λογοτέχνες που, μέσα από τις σελίδες των έργων τους, την ξεναγούν στα διάφορα μήκη και πλάτη της γης.

Στο πρωτοπρόσωπο κι εξομολογητικό "Γαλλίδα, αλλοδαπών γονέων" η Σλιμανί, που γεννήθηκε το 1981 στο Μαρόκο και έφτασε στη Γαλλία για σπουδές στα 17 της, ομολογεί με θάρρος και υπερηφάνεια τον σύνθετο εαυτό της:
«Είμαι το παιδί όλων αυτών των ξένων και είμαι Γαλλίδα. Είμαι μετανάστρια, Παριζιάνα, ελεύθερη γυναίκα, σίγουρη ότι μπορείς να αυτοπροσδιοριστείς χωρίς να πρέπει να ακυρώσεις τους άλλους. Ότι η εθνικότητα δεν είναι ούτε δόξα, ούτε τιμή».

Ετούτη η πολλαπλή ταυτότητά της, συνδυαζόμενη με την διπλή υπηκοότητα –την Μαροκινή και την Γαλλική–, την καθιστά ικανή να διακρίνει τις ευαίσθητες λεπτομέρειες των δύο πολιτισμών που συνήθως υπερκαλύπτονται από την κεκτημένη ταχύτητα της προόδου και τα ταχύτατα αντανακλαστικά των ανθρώπων να συμπορευτούν. Τέτοιες λεπτομέρειες, που μορφοποιούν και δίνουν νόημα στην απτή πραγματικότητα, και την Ιστορία παρεμπιπτόντως, μαζί με την έντονη δίψα της για ελευθερία σκέψης και έκφρασης, συνιστούν το όραμα της Σλιμανί για την χώρα: "Να με τι θα ήθελα να μοιάζει η Γαλλία του 2Ο16: με τα χαρούμενα και ατέλειωτα χριστουγεννιάτικα δείπνα της, εκεί που ο καθένας είχε την θέση του, εκεί που κανείς δεν κατέκρινε, ούτε αυτούς που είχαν μεθύσει ούτε τους άλλους που λέγανε αυτό που νοιώθανε. Εκεί που οι γέροι δεν κορόιδευαν τις κουβέντες των πιο νέων, εκεί που οι βλάσφημοι διασκέδαζαν όλο το τραπέζι. Εκεί που, στο τέλος, δεν απέμενε παρά μόνον η σιγουριά ότι είναι προνόμιο να είμαστε όλοι μαζί σ' έναν κόσμο όπου, παρ' όλα αυτά, τα πάντα έχουν βαλθεί να μας χωρίσουν."   




Δημοσιογράφος, δημοφιλής συγγραφέας βραβευμένη με Goncourt (2O16) και εκπρόσωπος του γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν στον Διεθνή Οργανισμό Γαλλοφωνίας, η Λεϊλά Σλιμανί, με τα κείμενά της, συμβάλλει ουσιαστικά στο ζήτημα του διαλόγου μεταξύ των πολιτισμών. Και αν κάτι κάνει την ολιγοσέλιδη ετούτη συλλογή αξιοδιάβαστη δεν είναι μόνο το ότι συνιστά μια καλή αρχή για να γνωρίσει κάποιος μία από τις πιο φωτεινές νέες πένες της Γαλλίας. Είναι και το ότι η συγγραφέας καταταδεικνύει εύστοχα και συγκινησιακά αφενός τον πλούτο της διαπολιτισμικότητας και την συγκολλητική ιδιότητα του ανθρωπισμού, κι αφετέρου την ικανότητα της λογοτεχνίας να προβάλει έναν δικαιότερο κόσμο και να μάχεται γι' αυτόν.





Σημείωση: Η πρώτη φωτογραφία εικονίζει την Εθνική Βιβλιοθήκη της Βρετανίας.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016











True Storyline





Μία παρεξήγηση ήταν αρκετή για να προκαλέσει χιονοστιβάδα εξελίξεων.  (...)

Βερολίνο, συνοριακό φυλάκιο Μπόρνχόλμερ Στράσσε. Ο κόσμος αρχίζει να καταφθάνει από την πλευρά του Ανατολικού Βερολίνου γύρω στις 8:30 το ίδιο βράδυ για να διαπιστώσουν το “νέο δικαίωμα  ελεύθερης μετακίνησης”. Κάποιοι απαιτούν από τους συνοριοφύλακες  να τους αφήσουν να περάσουν απέναντι, άλλοι έχουν μόλις καταφθάσει να δουν τι συμβαίνει. Οι συνοριοφύλακες είναι εντελώς στα χαμένα και δεν έχουν ιδέα τις τους επιφυλάσσει η συνέχεια. Δεν υπάρχουν διαταγές, καμία πληροφόρηση. Τα υπουργεία δεν είναι, επίσης, σε θέση να δώσουν την οποιαδήποτε πληροφορία. Το πλήθος μεγαλώνει λεπτό το λεπτό. Πιέζει την μπάρα, πιέζει για ελευθερία. Μπορούν ήδη να ακουστούν κραυγές που απαιτούν  το άνοιγμα των συνόρων. Τα αυτοκίνητα κάνουν ουρά στην Μπόρνχόλμερ Στράσσε. Τα σημεία ελέγχου στις Ινβάλιντστράσσε και Σόνενάλλε αναφέρουν  βίαιες επιθέσεις. Δεν υπάρχει πλέον λόγος να περιμένουν  και να προσπαθούν να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους. Καθώς εντείνεται η κατάσταση, ο υπολοχαγός Τζάγκερ, επικεφαλής επόπτης σε υπηρεσία στο σημείο ελέγχου στην Μπόρνχόλμερ Στράσσε, ζητά οδηγίες  από την Υπηρεσία Κρατικής Ασφάλειας. Σε κάποιους, ελάχιστους, πολίτες δίνεται η άδεια να βγουν από την χώρα και εκπατρίζονται μυστικά. Φεύγοντας, τα χαρτιά τους σφραγίζονται  άκυρα.

Παρ’ όλα αυτά, η πίεση δεν σταματά.  Το αντίθετο. «Ανοίξτε την πύλη! Ανοίξτε την πύλη!» απαιτεί το πλήθος σθεναρά. Ο Τζάγκερ ανησυχεί ότι ο κόσμος θα επιτεθεί στους συνοριοφύλακες και αρχίζει να φοβάται για την ζωή των υφισταμένων του. Στις 10:30 το βράδυ, ανακαλεί το προσωπικό ασφαλείας. «Τώρα, θα πλημμυρίσουμε!» λέει στους επόπτες του και ενεργώντας με δική του εξουσιοδότηση, σηκώνει την μπάρα. 

Η στιγμή που όλοι ποθούσαν τόσον καιρό είχε επιτέλους φθάσει. Το Τείχος πέφτει. Χιλιάδες άνθρωποι ξεχύνονται  προς το Δυτικό Βερολίνο. Λίγο  αργότερα, οι μπάρες στις  συνοριακές πύλες  στη Σόννενάλλε και στην Ινβάλιντενστράσσε ανοίγουν επίσης, και μέχρι τα μεσάνυχτα ακόμα και το σημείο ελέγχου “Τσάρλι” (σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου, για κάποιους η μόνη δίοδος προς  την ελευθερία) είναι ανοιχτό. Ο κόσμος που διασχίζει την λευκή συνοριακή γραμμή είναι συγκλονισμένος. Φωνάζουν, ζητωκραυγάζουν, επαναλαμβάνουν με κραυγές δυσπιστίας: «Τρέλα!».  Στην άλλη πλευρά, τους υποδέχονται οι Δυτικογερμανοί. Ολόκληρη η νύχτα είναι μία απέραντη γιορτή με σαμπάνια κι εντελώς ξένους μεταξύ τους ανθρώπους να αγκαλιάζονται και να συμπαραστέκονται ο ένας στον άλλο. Μία αξέχαστη νύχτα. 

Κανείς δεν μένει στους κανόνες. Ακόμη και στην Πύλη του Βραδενβούργου μπορούσες να δεις αρκετούς ανθρώπους στις 11:30 τη νύχτα  να ξεφλουδίζουν το κάτω μέρος του Τείχους από την Δυτική πλευρά. Οι στρατιώτες που βρίσκονται στα σύνορα χρησιμοποιούν μάνικες για να τους σταματήσουν αλλά ακόμα κι αυτοί ενδίδουν στην δυνατή επιθυμία του λαού για ελευθερία. Τώρα, ακόμα και οι Δυτικογερμανοί περνούν την μπάρα και κατευθύνονται προς την Πύλη. 

Το επόμενο πρωί το Βερολίνο ξυπνά και ο ήλιος λάμπει ακόμα μία φορά αλλά τίποτα δεν είναι όπως ήταν. Πολλοί, ανυποψίαστοι για  το τι είχε συμβεί  την προηγούμενη νύχτα, ανοίγουν την τηλεόρασή τους κι αντικρίζουν χιλιάδες χαρούμενους ανθρώπους  πάνω στο Τείχος, στο σημείο που βρίσκεται στην Πύλη του Βραδενβούργου,  να γιορτάζουν την Πτώση του. Είκοσι οκτώ χρόνια μετά την ανέγερση του Τείχους, ο εφιάλτης έχει λήξει. Το όνειρο έγινε πραγματικότητα.  Το Βερολίνο βρίσκεται και πάλι σε ακραία κατάσταση. Ο ρυθμός με τον οποίο οι επισκέπτες από την Ανατολική Γερμανία καταφθάνουν δεν επιβραδύνεται καθόλου.  Η πόλη  βυθίζεται σε ένα χαρούμενο ζωντανό χάος,  και για εβδομάδες το Τείχος θα παραμείνει αποκλειστικά στα χέρια αυτού του πλήθους. Αν και έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους, η αστυνομία και των δύο πλευρών, δεν είναι εύκολο να αποτρέψουν τα πιο θορυβώδη άτομα από το να καταστρέψουν το τσιμεντένιο τείχος.  Δημιουργούνται σκηνές που πριν από λίγες ημέρες κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί.  Στις 12 Νοεμβρίου 1989, όταν η πρώτη επίσημη νέα συνοριακή πύλη ανοίγει στο Πότσνταμερ Πλατς, ο συνοριοφύλακας της ΛΔΓ χαιρετά τον ομοσπονδιακό  πρόεδρο Ρίτσαρντ βον Βάιζσακερ με τα εξής λόγια: «Κύριε Πρόεδρε, κανένα επεισόδιο προς αναφορά!». 

Στις 22 Δεκεμβρίου, η Πύλη του Βραδενβούργου επιτέλους, ανοίγει.

Και το Τείχος;  Μετά τον θρίαμβο των “απελευθερωμένων”, στην κυριολεξία γίνεται σκόνη. Ο κόσμος αρχίζει να πελεκά το μπετόν και να αποσπά κομμάτια. Κι ενώ οι πολιτικοί και στα δύο γερμανικά κράτη προετοιμάζουν την επανένωση, το κατασκεύασμα παύει πια να προκαλεί φόβο. Τα κομμάτια του Τείχους γίνονται ανάρπαστα σουβενίρ.








Σημείωση: Το πιο πάνω απόσπασμα είναι από δημοσιογραφικό άρθρο που βασίζεται σε μαρτυρίες. //  Τα κομμάτια του Τείχους του Βερολίνου φωτογραφήθηκαν από την βραβευμένη ανταποκρίτρια των The Sunday Times Christine Toomey. 

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016







Να ζει κανείς ή

να λειτουργεί;



Η πρώτη ανάγνωση του σημαντικότερου, σύμφωνα με τις δηλώσεις του αλλά και την εκτίμηση των κριτικών, βιβλίου του Graham Greene ήταν κάποιες δεκαετίες πριν, στο πρωτότυπο, και το είχα διαβάσει μόνο κατά το ήμισυ - πολλές οι άγνωστες λέξεις τότε, πολύ μικρή η γραμματοσειρά των εκδόσεων Penguin, πολύ επιτακτική η θρησκευτική θεώρηση του μυθιστορήματος που ερχόταν σε αντίθεση με εκείνο που εγώ θεωρούσα πως διάβαζα. Τώρα, με την ολοκλήρωση του "Η Δύναμις και η Δόξα" (μτφρ Μαργαρίτας Ζαχαριάδου - Πόλις, 2015) επαληθεύονται οι σκέψεις μου - είναι, πράγματι, ένα μυθιστόρημα όπου διασταυρώνονται η θρησκεία με την πολιτική. Είναι, όμως πρώτα απ' όλα, ένα μυθιστόρημα βαθιά ανθρωπιστικό.  

Η ιστορία ξεκινά από την προκυμαία ενός λιμανιού όπου ο κύριος Τεντς, ένας από τους οδοντιάτρους της πόλης, ψάχνει ένα φορτίο αιθέρα. Κάτω από τον καυτό ήλιο του μεσημεριού, συναντά έναν άντρα με "στρογγυλό και ρουφηγμένο πρόσωπο με τη μουτζούρα από τα γένια τριών ημερών. (...) Στεκόταν άκαμπτος στον ίσκιο, μικρόσωμος, ντυμένος με μαύρο κοστούμι πόλης και με έναν μικρό χαρτοφύλακα στα χέρια." Είναι ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, ένας ανώνυμος Καθολικός ιερέας που διώκεται από το καθεστώς. Δεν είναι όμως ένας τυπικός ιερέας. Είναι ένας λειτουργός που έχει πλήρη επίγνωση της απελπισμένης ανεπάρκειάς του και των αμαρτιών που κουβαλά καθώς γυρνά από χωριό σε χωριό προσπαθώντας να αποφύγει τον υπαστυνόμο που είναι αποφασισμένος να τον συλλάβει. Κι όσο πιο πολύ κρύβεται, τόσο περισσότερο τον πλησιάζει ο διώκτης του.


Είναι γνωστό πως τα βιβλία του Γκράχαμ Γκρην είναι και θαυμάσια κοινωνικά μυθιστορήματα καθώς ο συγγραφέας χρησιμοποιούσε τις εμπειρίες από τα ταξίδια του για να μεταφέρει με πιστότητα, μέσω της πρόζας, τις κοινωνικές συνθήκες της χώρας στην οποία τοποθετούσε το κάθε μυθιστόρημά του - στο "Ο ήσυχος Αμερικανός" ήταν το Βιετνάμ της δεκαετίας 1950, στο "Οι θεατρίνοι" η Αϊτή του Πάπα-Ντοκ κι εδώ, το Μεξικό επί πρωθυπουργίας Plutarco Elías Calles. Το "Η Δύναμις και η Δόξα"  εκτυλίσσεται την περίοδο 1926-1928 όταν η διακυβέρνηση του Κάλλες, ο οποίος είχε κηρύξει παράνομη την Καθολική Εκκλησία από το 1917 με συνταγματική ρύθμιση, ήταν στο αποκορύφωμά της - οι σφοδρές διώξεις που είχε εξαπολύσει ο Κάλλες οδήγησαν σε εμφύλιο μεταξύ Καθολικών ανταρτών και κυβερνητικών δυνάμεων. Ο Πόλεμος των Cristeros, όπως ονομάστηκε, είχε αποτέλεσμα από τους 4.500 ιερείς που υπήρχαν στο Μεξικό, το 1934 να έχουν απομείνει μόνο 334 με άδεια της κυβέρνησης για να υπηρετήσουν 15 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι υπόλοιποι, όσοι δεν είχαν αρνηθεί την πίστη τους και δεχθεί, στην συνέχεια, την κυβερνητική σύνταξη, είχαν στην κυριολεξία εξολοθρευτεί - είτε είχαν μεταναστεύσει είτε εκδιωχθεί/εκτελεστεί/δολοφονηθεί. 

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η κοινωνική πραγματικότητα ήταν αδυσώπητη - ο τόπος σκληρός, άγονος και ρημαγμένος με εκκλησίες καμμένες και οτιδήποτε άλλο σχετικό απαγορευμένο. Και οι άνθρωποί του αμόρφωτοι, μίζεροι και εξαθλιωμένοι.  Ωστόσο, οι περισσότεροι διατηρούν εκείνο που, σύμφωνα με την George Eliot, αποδεικνύει την ανθρώπινη και ηθική υπόστασή τους - κατανοούν και συμμερίζονται τον ανθρώπινο πόνο και επιδεικνύουν αλληλεγγύη παρ' όλες τις απαγορεύσεις και τις αντίστοιχες ποινές. Η δεκαεξάχρονη κόρη των Φέλλοους προσφέρει τροφή, ποτό και καταφύγιο στον ανώνυμο φυγά· η Μαρία, η χωρική με την οποία ο ιερέας έκανε παιδί, τον σώζει από την έφοδο του υπαστυνόμου στο σπίτι της· στην επιθεώρηση που διατάσσεται στην πλατεία του χωριού κανείς δεν τον προδίδει αν και ο υπαστυνόμος τούς εκβιάζει με την απειλή ομήρων, τους οποίους και σκοτώνει στην συνέχεια, εάν δεν παραδώσουν τον ιερέα· το ζεύγος των αδερφών Λερ του προσφέρει άνετη φιλοξενία και τα εφόδια για να συνεχίσει την πορεία του ως τα σύνορα. Στο μυθιστόρημα περιφέρονται και πολλά άλλα "πρόσωπα, τρομαγμένα και ευπειθή και σημαδεμένα από την πείνα", το ίδιο ανώνυμα με τον ιερέα. Δεν λείπει, βεβαίως, και η μορφή ενός άντρα "πολύ χοντρός, με τριπλοδάγονο: φορούσε γιλέκο, παρά την τρομερή ζέστη, και αλυσίδα για ρολόι τσέπης" που παζαρεύει κρασί και μπράντυ με τον ανώνυμο ιερέα. Υπάρχει, επίσης, μια επηρμένη θρησκευόμενη - η χωρική που βρίσκεται στο ίδιο κελί με τον ανώνυμο ιερέα και προτάσσει με επιμονή την πίστη της στον Θεό ως ηθικό προτέρημα ενώ συνεχώς περιαυτολογεί για το τίποτα. Όπως και ο προδότης - ένας μιγάς, που οδηγεί τον ιερέα στην καταδίκη του.

Η δραματική πάλη μεταξύ καλού-κακού, και αρετής-αμαρτίας είναι κύριο στοιχείο στο έργο του Γκρην. Στο "Η Δύναμις και η Δόξα" όμως είναι κυρίαρχο - εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε σελίδα, και συνδυάζεται με το επίσης δύσκολο δίπολο ταπεινότητας- έπαρσης. Ο ανώνυμος ιερέας του Γκρην δεν αρνείται την πίστη του, δεν συντάσσεται με την κυβέρνηση και δεν μεταναστεύει αν και το προσπαθεί. Είναι ένας φυγάς που παρά τον άμεσο κίνδυνο, συνεχίζει να εκτελεί το καθήκον του (τελεί λειτουργίες σε σκοτεινές αποθήκες, εξομολογεί σε φυλακές και σε στάβλους και κοινωνεί) με τους απλούς χωρικούς που τον εμπιστεύονταν ως άμεμπτο εκπρόσωπο του Θεού ενώ παράλληλα δεν αντιστέκεται πλέον στις ανθρώπινες αδυναμίες του - πίνει κονιάκ και κρασί και αρχίζει να αγαπά -με άγαρμπο κι ενοχικό τρόπο- την εξώγαμη κόρη του.

Αυτή η εσωτερική σύγκρουση δημιουργεί στον φυγά-ιερέα μία παρατεταμένη αμφιθυμία για την οποία η ψυχολογία σήμερα διαθέτει επιστημονικές μεθόδους για την αντιμετώπισή της ενώ η θρησκεία τότε φαίνεται πως δεν διέθετε καθόλου ικανοποιητικές απαντήσεις. Έτσι, κουρασμένος από όλο αυτό το ρίσκο και το κρυφτό ο παπαμέθυσος -όπως ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του- θα εμπιστευθεί
, εν γνώσει του, έναν μιγά που θα τον οδηγήσει κατευθείαν στα χέρια του υπαστυνόμου. Στο τέλος, ο άτεγκτος εσωτερικός κριτής του παπαμέθυσου θα βαδίσει προς τον θάνατο γυμνός αφού η θρησκεία δεν θα του δώσει ούτε την ικανοποίηση που δίνει σε έναν αμαρτωλό - μέχρι και ο έκπτωτος Πάτερ Χαβιέ αρνείται να τον εξομολογήσει.    


Το βιβλίο διαβάζεται με μεγάλο ενδιαφέρον καθώς υπάρχουν στιγμές όπου η αφήγηση σού μεταδίδει την αίσθηση του επείγοντος, ή και της ματαιότητας ακόμη ενώ κάποιες άλλες αναδύουν έναν δυναμισμό που έρχεται σε αντίθεση με την απελπιστική κατάσταση του παπαμέθυσου και την γενικότερη υπαρξιακή αμφιθυμία του. Υπάρχουν, επίσης, στιγμές απίθανης οξυδέρκειας του συγγραφέα, όπως οι περιγραφές της σωματικής λατρείας των αυτόχθονων Ινδιάνων που είχαν ασπαστεί τον Καθολικισμό. Με εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον διαβάζονται και τα ένθετα κείμενα που συνοδεύουν την έκδοση - η εισαγωγή του John Updike και το επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη παρέχουν ουσιαστικές λεπτομέρειες  και πληροφορίες για τα ταξίδια του Γκρην στο Μεξικό και στο Ταμπάσκο, τη δημιουργία του "Η Δύναμις και η Δόξα", την θρησκευτική πίστη και την συνειδησιακή κατάσταση του παπαμέθυσου και διαφωτίζουν έτσι το αρχικό κείμενο. Η εξαιρετική μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου έκανε το μυθιστόρημα πιο θελκτικό και "ζωντανό", πιο μεστό νοήματος καθώς, για να φέρω ένα παράδειγμα, χρησιμοποίησε στον τίτλο του μυθιστορήματος τα αυθεντικά λόγια της εκκλησιαστικής προσευχής στα οποία παραπέμπει το πρωτότυπο "The power and the glory" και δεν αρκέστηκε σε μια απλουστευμένη δημοτική. Ανέδειξε, επίσης, και  το πόσο εκλεπτυσμένα διατυπώνει τις σκέψεις του ο συγγραφέας.

Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1964 από τον
John Ford με τον  Henry Fonda στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Δεν ενθουσιάσε το κοινό, ήταν ωστόσο ένα έντονα εικαστικό σύνολο - η ταινία συνδυάζει στοιχεία γερμανικού εξπρεσσιονισμού με θρησκευτική ιδεολογία και αγγλική λογοτεχνία, με αποτέλεσμα να παραμένει ακόμη και σήμερα, κατά γενική ομολογία, μία από τις πιο απολαυστικές ταινίες όλων των εποχών. Το ίδιο ισχύει και για το βιβλίο - μία διευσδυτική, ανελέητα ρεαλιστική μελέτη της απόγνωσης, του καθήκοντος και της εξιλέωσης στην οποία ο Γκράχαμ Γκρην χειρίζεται  ένα σημαντικό ηθικό δίλημμα με σκεπτικισμό, ευθύβολους συλλογισμούς για την ανθρώπινη συνθήκη, συνείδηση και ανεκτικότητα, πλούσια γλωσσική έκφραση, προκλητικές σκέψεις και έντονους ρυθμούς. 

Κάτι μου λέει πως ετούτη η περιπετειώδης τοποθέτηση περί πίστεως είχε γοητεύσει και τον Κρίστοφερ Χίτσενς.
 







Σημειώσεις: Στην πρώτη φωτογραφία είναι ο Laurence Olivier από την τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος, η οποία δεν γνώρισε ιδιαίτερη απήχηση. Στο κέντρο η φωτογραφία αγνώστου καλλιτέχνη δείχνει το άγημα του μεξικανικού στρατού που εκτέλεσε τον Ιησουίτη κληρικό Μιγκέλ Αγκουστίν Προ. (Aντλήθηκε από εδώ). Το εικαστικό είναι μία φωτογραφία που τραβήχτηκε το 1961 στο Μεξικό από τον αμερικανό Aaron Siskind - η οδός San Luis Potosi 16όπως είναι και ο τίτλος της