Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023

 


 

 


Όχι Ντίκενς



...στην χριστουγεννιάτικη περίοδο που μας πέρασε, αν και είχα προοπτικές δύο μεγεθών – μία ολιγοσέλιδη των γιορτών και μία κλασική πολυσέλιδη. Κι αυτό γιατί θέλησα να αναπληρώσω τον ελάχιστο αριθμό παιδικών βιβλίων που διάβασα το 2Ο22. Κι έτσι άρχισα με κάποιον που ο βρετανός συγγραφέας εκτιμούσε και με τον οποίο είχαν κοινές θεματικές: απεικονίσεις των φτωχών και των μη προνομιούχων, ανθρώπων των κατώτερων κοινωνικών τάξεων που είχαν συχνά δύσκολες ζωές προσπαθώντας να ανταπεξέλθουν στις συνθήκες που επέβαλε η Βιομηχανική Επανάσταση του 19ου αι. και την άθλια επιβίωσή τους. Η συμπάθεια για τα παιδιά και η εξιδανίκευση της αθωότητας της παιδικής ηλικίας είναι ακόμη δύο στοιχεία της θεματολογίας που ο Ντίκενς μοιράζονταν με τον δανό παραμυθά Hans Christian Andersen.

Ωστόσο, στις τρεις ιστορίες του τομιδίου "Η φιλοσοφική λίθος και άλλες ιστορίες" (μτφρ & εισαγωγή Θεοδώρας Πασαχίδου – Αιώρα, 2Ο16) ο Άντερσεν μιλά για διαφορετικά πράγματα: το παράδοξο της λογικής πλάνης και την δύναμη να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα χωρίς να υπολογίζεις τις συνέπειες, στο δημοφιλές "Ο βασιλιάς είναι γυμνός". Την αμετροέπεια ενός τριαντάφυλλου που δεν καταδέχεται να ανθίσει για χάρη ενός αηδονιού και καταλήγει αποξηραμένο στις σελίδες του βιβλίου ενός ταξιδευτή, στο σχεδόν άγνωστο "Ένα τριαντάφυλλο από τον τάφο του Ομήρου" – παραμύθι που γράφτηκε τον επόμενο χρόνο της επίσκεψης του Άντερσεν στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1841, και απηχεί την νοσταλγία του Δανού για μια χώρα που του ασκούσε μεγάλη γοητεία. 

Πολύ πριν από την J. K. Rowling, η ιδέα ενός υλικού που μετατρέπει όλα τα μέταλλα σε χρυσό ενώ στον άνθρωπο χαρίζει την αθανασία εμπνέει τον Χ. Κ. Άντερσεν. Στο τρίτο παραμύθι του βιβλίου, το "Η φιλοσοφική λίθος", βάζει τέσσερα αδέρφια στην περιπέτεια της ανακάλυψης της πολύτιμης λίθου για να μιλήσει για την επιμονή να κυνηγάς ένα όνειρο παρά τους κινδύνους και τις μειονεξίες. 

Αν και ρομαντικός ο Άντερσεν, που εκτός από παραμυθάς υπήρξε επίσης συγγραφέας μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων, ταξιδιωτικών πεζογραφημάτων και ποιητής, ήταν ρεαλιστής.  Κι αν αξίζει να διαβαστούν οι ιστορίες του σήμερα είναι γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο: χωρίς εκθαμβωτικά σκηνικά και πολύπλοκες υπερ-φανταστικές καταστάσεις δραματοποιεί τα σπουδαία θέματα της τέχνης –αγάπη, απώλεια, θάνατο, παιδική ηλικία, ο θρίαμβος του καλού–, με τρόπο που μπορεί να τα κατανοήσει ένα παιδί, χωρίς να κουράζεται το μυαλό ενός ενήλικα.    





Σημείωση: Το σκίτσο αντλήθηκε από το Prospect.

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

 





Μέγα Μουσείο

 


Το περιοδικό The Economist, σε πρόσφατο άρθρο του, έχει αφιέρωμα στο νέο αρχαιολογικό μουσείο της Βεργίνας που άνοιξε στις 19 Δεκεμβρίου. Στο άρθρο, η διευθύντρια του μουσείου Αγγελική Κοτταρίδη αναφέρεται σε λεπτομέρειες που δίνουν μία νέα προοπτική για την τροχιά της αρχαίας ιστορίας και τα κληροδοτήματα της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Κατ’αρχάς, η κ. Κοτταρίδη, η οποία έχει περάσει μια ζωή σκάβοντας τον αρχαιλογικό χώρο στην Βεργίνα, προτιμά το αρχαίο όνομα του τόπου –Αίγαι– που σημαίνει κατσίκες, οι οποίες υπάρχουν ακόμα σε αφθονία στην περιοχή, ένα μέρος που ήταν εντελώς άσημο μέχρι που άρχισαν να αναδύονται θησαυροί από την υγρή γη του, πριν από περίπου μισόν αιώνα.

Ως 20χρονη φοιτήτρια, η κ. Κοτταρίδη έγινε μάρτυρας μιας συγκλονιστικής στιγμής για την αρχαιολογία: την ανακάλυψη ενός βασιλικού τάφου, το 1977, με χρυσά τεχνουργήματα και όμορφες τοιχογραφίες, τον οποίο ο μέντοράς της Μανόλης Ανδρόνικος, με αμφιλεγόμενο τρόπο στην αρχή, προσδιόρισε ως ταφικό μνημείο του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας. Έχοντας κληρονομήσει την δέσμευση του Ανδρόνικου, η κ. Κοτταρίδη και η ομάδα της έχουν έκτοτε φέρει στο φως ένα βασιλικό ανάκτορο τρεις φορές το μέγεθος του Παρθενώνα, δεκάδες ακόμη βασιλικούς τάφους και πάνω από 1.000 κοινούς, όπως κι ένα θέατρο που πρέπει να ήταν ο τόπος δολοφονίας του Φιλίππου κατά τη διάρκεια μιας γαμήλιας γιορτής το 336 π.Χ.

Τον Φίλιππο διαδέχθηκε ο 20χρονος γιος του, Αλέξανδρος και τα υπόλοιπα είναι παγκόσμια ιστορία: όταν το 323 π.Χ. πέθανε, ο Μέγας Αλέξανδρος είχε διοικήσει μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν από την Αίγυπτο μέχρι το Hindu Kush. Παρά τη συντομία της, η ηγεμονία του μεγάλου στρατηλάτη ήταν πάντα σεβαστή. Τούρκοι, Άραβες και Πέρσες τον αποκαλούν Iskander, ένα δημοφιλές όνομα που δίνονταν σε ανθρώπους και τόπους. Μια έκθεση που τρέχει τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη στο Λονδίνο αποδεικνύει αυτή την δημοφιλία στο πέρασμα του χρόνου, εκθέτοντας τους πολλούς τρόπους με τους οποίους έχει ειπωθεί η ιστορία του Αλεξάνδρου, από τα μεσαιωνικά χειρόγραφα έως τα σύγχρονα κινούμενα σχέδια.



 

Το ολιστικής φιλοσοφίας Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών εξερευνά τα επιτεύγματα της οικογένειας του Μεγάλου Αλεξάνδρου τα οποία, λέει η κ. Κοτταρίδη στον συντάκτη του άρθρου Bruce Clark, ξεπέρασαν κατά πολύ την κατάκτηση εδαφών. Η πρωτεύουσα της αρχαίας Μακεδονίας, εξηγεί, ήταν το πρωτότυπο ενός είδους αστικού πολιτισμού που αργότερα επεκτάθηκε από το Μαγκρέμπ μέχρι την Κεντρική Ασία.

Το έργο της κ. Κοτταρίδη και το μουσείο αμφισβητούν τις συμβατικές απόψεις της αρχαίας ιστορίας και εγείρουν εύστοχα ζητήματα σχετικά με τα κληροδοτήματα της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Για την κ. Κοτταρίδη, δύο πτυχές της ιστορίας του μονάρχη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες. Η πρώτη, η αποτελεσματικότητα με την οποία ο Φίλιππος δημιούργησε μια εξελιγμένη κοινωνία που βασιζόταν στην εγχρήγματη συναλλαγή από μια ομάδα άξεστων βοσκών. Όπως είπε κάποτε ο Αλέξανδρος στους στρατιώτες του, στην περίφημη ομιλία του στην Ώπη, ο πατέρας του «...βρήκε μια φυλή από εξαθλιωμένους περιπλανώμενους, ντυμένους κυρίως με προβιές, να ταΐζουν λίγα πρόβατα… Σας έκανε κατοίκους πόλεων, σας έφερε νόμους, σας εκπολίτισε.»

Η δεύτερη είναι ο τρόπος με τον οποίο η ταχεία αστικοποίηση του είδους που υποστήριζε ο Φίλιππος επαναλήφθηκε σε ολόκληρο τον λεγόμενο ελληνιστικό κόσμο – με άλλα λόγια, σε όλα τα διάδοχα κράτη, επιρρεασμένα από το ελληνικό στοιχείο, στα οποία αποσυντέθηκε η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου. Οι Μακεδόνες κατακτητές, λέει η κ. Κοτταρίδη, κληροδότησαν μια χαρακτηριστική μορφή αστικής κοινωνίας: όχι τόσο δημοκρατική ή ηγεμονική όσο η Αθήνα της Χρυσής Εποχής, αλλά προικισμένη με θεσμούς που λειτουργούσαν καλά, άφθονες δημόσιες υποδομές και μια αστική αγωγή στην οποία άνθρωποι πολλών γλωσσών και θρησκειών μπορούσαν να συμμετάσχουν. Όπως το θέτει ένα panel στο νέο μουσείο, οι αποστολές του Αλεξάνδρου «θα μεταμόρφωναν την από αρχαιοτάτων χρόνων σύγκρουση μεταξύ Ευρώπης και Ασίας στην πιο δημιουργική σύνθεση και συνύπαρξη πολιτισμών που είχε δει ποτέ ο κόσμος».

Η τροχιά της αρχαίας ιστορίας συνήθως σκιαγραφείται πολύ διαφορετικά, γράφει το άρθρο. Η εστίαση είναι γενικά στις ελληνικές πόλεις-κράτη που άκμασαν στον πέμπτο και τις αρχές του τέταρτου π.Χ. αιώνα: η Αθήνα πρωτίστως, αλλά και η Κόρινθος, η Θήβα και η φιλοπόλεμος Σπάρτη. Από αυτή την προοπτική, η άνοδος του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, που υπέταξαν τις νότιες ελληνικές πόλεις, ήταν μια ανάστροφη κίνηση. Κατά την άποψη της κ. Κοτταρίδη, οι ελληνικές πόλεις-κράτη είχαν εξαντληθεί από τις εσωτερικές μάχες και οι κοσμοπολίτικες πόλεις που αναπτύχθηκαν μετά τον Αλέξανδρο αντιπροσώπευαν μια πρόοδο. Οι ελληνιστικές πόλεις, λέει, έπαιξαν ζωτικό ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού θρησκευτικού κόσμου, ως κόμβοι του πρώιμου χριστιανισμού και, αναμφισβήτητα, του βουδιστικού πολιτισμού, επίσης. Για παράδειγμα, οι Ινδο-Έλληνες βασιλιάδες που κυριαρχούσαν στο χώρο που σήμερα είναι το πακιστανικό Παντζάμπ, όχι μόνο ασκούσαν τον Βουδισμό, αλλά διέδιδαν ενεργά αυτή την πίστη και την καλλιτεχνική της έκφραση.


 

Για να βοηθήσει τους επισκέπτες να αντιληφθούν αυτό το πλαίσιο, το μουσείο παρουσιάζει γιγαντιαία βίντεο τα οποία, στραμμένα προς την ανατολή, δείχνουν υλικό από αρχαία ερείπεια της ελληνιστικής περιόδου στο Λεβάντε. Αυτό είναι το πρώτο βήμα, λέει η κ. Κοτταρίδη, για τη συναρμολόγηση μιας τεράστιας ψηφιακής έκθεσης για την ελληνιστική εποχή. Ανάμεσα στα όπλα, τα κοσμήματα και τα σκεύη, το καλύτερο ίσως φυσικό τεχνούργημα είναι ένα γλυπτό της μητέρας του Φιλίππου, της βασίλισσας Ευρυδίκης, ντυμένης με μακρύ χυτό ένδυμα που κυματίζει. Ως πρότυπο για την απεικόνιση βασιλισσών ή γυναικείων θεοτήτων, αυτή η καλλιτεχνική μορφή επαναλαμβάνεται ευρέως, κυρίως στις απεικονίσεις της Παναγίας. Η εσωτερική αυλή του μουσείου, όπου βρίσκονται πολλά αυθεντικά αρχαία τμήματα, είναι μια ακριβής αναπαραγωγή του επάνω ορόφου του βασιλικού ανακτόρου, ο κοντινός χώρος του οποίου θα ανοίξει σύντομα για το κοινό.








Σημείωση: Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στις Ο8.Ο1.2Ο23  στην ιστοσελίδα του The Books' JournalΣτο προλόγισμά του ο Ηλίας Κανέλλης, εκδότης του TBJ κι έγκριτος δημοσιογράφος, αναφέρει πως το νέο κεντρικό κτίριο του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών αποτελεί τη νέα είσοδο του αρχαιολογικού χώρου και μια «πύλη» στην ιστορία των Μακεδόνων βασιλέων. Είναι, επίσης, μια νοερή «είσοδος» στην εποχή της ελληνιστικής οικουμένης και ταυτόχρονα ένας προθάλαμος του αρχαιολογικού πάρκου της Βεργίνας. // Στην πρώτη φωτογραφία είναι μία όψη του νέου μουσείου κι αντλήθηκε τυχαία από το διαδίκτυο. Στην δεύτερη, μία λεπτομέρεια του Μωσαϊκού του Αλεξάνδρου. Στην τρίτη φωτογραφία, η Αγγελική Κοτταρίδη.