Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020










...και άκμονος






Την πρώτη φορά που είδα το θεατρικό έργο "Η Βαθιά Μπλε Θάλασσα"  του Terence Rattigan ήταν στην κινηματογραφική μεταφορά του το 2011 με εντυπωσιακές ερμηνείες. Η Rachel Weisz ως Έστερ Κόλλυερ, ο Tom Hiddleston στον ρόλο του νεαρού κι επιπόλαιου Φρέντυ Πέιτζ και ο Simon Russel Beale, ο σπουδαιότερος –σύμφωνα με κριτικές– ηθοποιός της γενιάς του, ως συντηρητικός δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου – όλοι τους αποδίδουν και τις πιο λεπτές αποχρώσεις και διαβαθμίσεις των πολύ έντονων συναισθημάτων των χαρακτήρων τους. Και παρ' όλη την μελαγχολία και τον οδυνηρό ρεαλισμό του θέματος, η ταινία διακρίνεται από μία εκλέπτυνση κι εκφραστικότητα που περίμενα να δω και στο αντίστοιχο θεατρικό που μεταδίδει αυτές τις ημέρες διαδικτυακά το National Theatre At Home

Οι προσδοκίες μου επαληθεύτηκαν, τηρουμένων των αναλογιών βεβαίως, καθώς το θέατρο και ο κινηματογράφος είναι δύο εντελώς διαφορετικά μέσα με διαφορετικούς κανόνες, συνθήκες και, κυρίως, ατμόσφαιρα. Ένα παράδειγμα: ενώ στην ταινία το έργο εκτυλίσσεται σε πολλά διαφορετικά και ιδιαιτέρως στυλιζαρισμένα μέρη που επιτρέπουν κι εμπνέουν ευελιξία στις ερμηνείες, το θεατρικό περιορίζεται στην μία και μόνο, συγκεκριμένων διαστάσεων, σκηνή. Η σκηνογραφία του συγκεκριμένου έργου, ωστόσο, περιλαμβάνει, εκτός από το μικρό διαμέρισμα όπου η Έστερ συζεί με τον Φρέντυ, και άλλους χώρους του κτηρίου ώστε να μεταδίδει, κατ' αρχάς, την αίσθηση μιας συνεχούς κίνησης. Και κατά δεύτερο λόγο, στον οποίο συμβάλλουν και τα λίγα –αλλά κομψά– κοστούμια, σου επιτρέπει να εστιάσεις στις ερμηνείες. 

Το έργο ξεκινά με την Έστερ αναίσθητη στο πάτωμα του διαμερίσματός της, στο Landbroke Grove του Δυτικού Λονδίνου. Από την οσμή γκαζιού, οι γείτονες που την βρίσκουν καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για απόπειρα αυτοκτονίας. Όχι μοιραία, όμως. Καθώς η Έστερ συνέρχεται, αρχίζει να αναδύεται  η τραγική ιστορία της: Βρισκόμαστε στην δεκαετία 1950 και η Έστερ έχει εγκαταλείψει τον ευυπόληπτο, κι ευκατάστατο, σύζυγό της και συζεί με έναν ημι-αλκοολικό πρώην πιλότο της RAF. Η σχέση της με τον Φρέντυ Πέιτζ είναι σωματική κι αυτό το πάθος, όπως είναι αναμενόμενο, εξαντλείται μετά από λίγο αφήνοντάς την συναισθηματικά εξαντλημένη κι απελπισμένη. Ο Φρέντυ δεν πολυενδιαφέρεται – συνεχίζει την άσωτη ζωή του. Όταν μαθαίνει, τυχαία, για την  απόπειρα της Έστερ θα επισπεύσει την απόφασή του να δεχθεί μία θέση πιλότου δοκιμών στην Νότιο Αμερική, αν και δεν έχει πλέον την ικανότητα για κάτι τέτοιο. Μέχρι το τέλος της μέρας, θα συμβούν αρκετά άλλα που θα φανερώσουν κι άλλες πτυχές της σχέσης του παράνομου ζευγαριού και θα απελπίσουν περισσότερο την  Έστερ που έχει ήδη συνειδητοποιήσει πλέον το πόσο δύσκολη είναι η κατάστασή της – μόνη, κοινωνικά απομονωμένη και δίχως επαγγελματική διέξοδο. Παρ' όλα αυτά,  και παρά την σκέψη για δεύτερη απόπειρα, η Έστερ αρνείται την ειλικρινή πρόσκληση του νόμιμου συζύγου της να επιστρέψει, και αποφασίσει να προχωρήσει τη ζωή της όπως μπορεί. 




Η μεγαλοαστική κοινωνία της Αγγλίας και τα συναισθήματα που καταπιέζονται σύμφωνα με τις επιταγές του βρετανικού etiquette είναι το μοτίβο των έργων του Ράττιγκαν που εδώ στην Ελλάδα τον γνωρίσαμε για πρώτη φορά το 2013-14 με την 'Εκδοχή του Μπράουνινγκ' στην σκηνή του "Εμπορικόν". Γεννημένος και μορφωμένος σε μεγαλοαστικό περιβάλλον, ο Ράττιγκαν αντλεί από τις δικές του εμπειρίες για να περιγράψει με μαεστρία ένα πορτραίτο ανάγκης, μοναξιάς και καταπιεσμένου πάθους – το "Βαθιά Μπλε Θάλασσα" γράφτηκε το 1952 και βασίζεται εν μέρει στην μυστική σχέση του Ράττιγκαν με ομόφυλό του και στα επακόλουθα  της λήξης της (μετά από δέκα χρόνια σχέσης, ο εραστής του αυτοκτόνησε εισπνέοντας υγραέριο).  Είναι από τα λιγότερο δημοφιλή έργα του Βρετανού συγγραφέα ο οποίος θεωρείται ένας από τους σύγχρονους κλασικούς δραματουργούς των '50ς στην Αγγλία ενώ κάποια στιγμή υπήρξε και ο πιο ακριβοπληρωμένος σεναριογράφος στον κόσμο. 

Το έργο γνώρισε επιτυχία στις μέρες του και κατόπιν πολλές διασκευές και θεατρικά ανεβάσματα. Η παράσταση που μεταδίδει διαδικτυακά το National Theatre At Home  είναι η πιο πρόσφατη – του 2016 στην ομώνυμη σκηνή του Λονδίνου κι έχει χαρακτηριστεί από τους κριτικούς ως μια εκρηκτική αναβίωση του έργου,  δλδ το ακριβώς αντίθετο από την γλυκύτητα και τους υποδόριους τόνους που εκπέμπει η ταινία. Προκλητική η διαφορά, αν μη τι άλλο.





Πράγματι, η Έστερ της Helen McCrory είναι πιο δυναμική στην έκφραση της αγωνίας της, πιο γήινη και ώριμη από το "αερικό"  της Ρέιτσελ Βάις. Πιο αυτοκαταστροφική, θα έλεγα. Η φορτισμένη ερμηνεία της μεταδίδει με διαύγεια την δίνη των συναισθημάτων Έστερ – την απόγνωση της για τον Φρέντυ που δεν ανταποκρίνεται στον έρωτά της, την τραγική επιμονή της να τον αποζητά, την γενναία –για κάποια με μικροαστικές καταβολές όπως αυτή– απόφασή της να αφήσει έναν πολύ βολικό γάμο· το συναισθηματικό κενό εκείνης της συμβατικής ένωσης και τον τρόπο που αυτό μεταβάλλεται σε ορμή και την ωθεί να φύγει ώστε να ανακαλύψει και να ορίσει η ίδια τον εαυτό της. Πόσο απτή η ασφυξία που της προκαλούν εντέλει και οι δύο άντρες!

Η παράσταση ανακαλεί ιδανικά τον μεταπολεμικό κόσμο του Ράττιγκαν, με την παλιομοδίτικη γλώσσα του και την επιπλέον σημασία που έδινε στους περιφερειακούς χαρακτήρες. Η αδιάκριτη σπιτονοικοκυρά και το νεαρό ζευγάρι που βρίσκουν την Έστερ αναίσθητη, όπως και ο ιδιότυπος γιατρός που δίνει τις πρώτες βοήθειες, ερμηνεύουν ρόλους κομβικούς – μέσα από τις αφηγήσεις τους εμφανίζονται οι δραματικές λεπτομέρειες της ζωής της Έστερ. Ο Peter Sullivan αποδίδει με σχετική τυπικότητα τον διαπρεπή δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Σερ Ουίλλιαμ Κόλλυερ ενώ ο Tom Burke υποδύεται μεν καλώς τον τυχοδιωκτισμό της νεότητας του Φρέντυ Πέιτζ αλλά αυτό είναι κάτι δεν μπορεί να μεταδοθεί με πειστικό τρόπο μέσω τηλεοπτικής οθόνης.

Θα μπορούσα να λεπτολογήσω αρκετά ακόμη για την παράσταση και τις διαφορές της με την ταινία. Ουσιαστικά όμως, όπως συνειδητοποίησα γράφοντας την ανάρτηση, τα δύο θεάματα προβάλλουν τα δύο στάδια ενός ανθρώπου: στο πρώτο (την ταινία) κυριαρχεί η ευθραυστότητα της Έστερ, στο δεύτερο (το θεατρικό)  η Έστερ είναι ήδη "σπασμένη".  Και σε μια κατά τ' άλλα συμβατική παράσταση, ο τρόπος που η Έλεν ΜακΚρόρυ παρουσιάζει την βίαιη αυτή αίσθηση απώλειας κι επιθυμίας είναι κάτι ασυνήθιστο και ξεχωριστό. Κι ετούτο,  σε αντίθεση με κάθε τι avant-guard, είναι ό,τι πιο σύγχρονο μπορεί να δει κανείς σήμερα.









Σημειώσεις: Ο τίτλος της ανάρτησης είναι από την ελληνική μετάφραση του τίτλου του θεατρικού, δηλαδή "Μεταξύ σφύρας και άκμονος". Στη μεσαία φωτογραφία είναι ο συγγραφέας ενώ οι δύο άλλες φωτογραφίες είναι από την παράσταση κι έχουν αντληθεί από τον ιστότοπο του National Theatre. // Η παράσταση είναι η προτελευταία διαδικτυακή μετάδοση του National Theatre at Home που διεξάγεται κατ' εξαίρεση λόγω του lockdown στην Βρετανία. Μπορείτε να την παρακολουθήσετε  εδώ και η δωρεάν προβολή της διαρκεί μέχρι και σήμερα, Πέμπτη 16 Ιουλίου, στις 21.00μμ (ώρα Ελλάδος). Προλαβαίνετε!