bits & bobs
Κι ενόσω η προγραμματισμένη συνάντηση καθυστερούσε, αξιοποίησα τον κενό χρόνο με μια επίσκεψη σε κοντινό βιβλιοπωλείο. Δίχως κάποιο συγκεκριμένο πλάνο αγορών ή λίστα τίτλων TBR. Μόνος σκοπός μου να ενημερωθώ in situ για όσο χρόνο διαρκεί ένας καφές.
Πρώτο τμήμα του μεγάλου διαδρόμου οι Τέχνες. Ξέροντας πως φέτος το ενδιαφέρον στα εικαστικά θα τραβήξει ο Caspar David Friedrich με τις περισσότερες από 10 εκδηλώσεις κι εκθέσεις στη Γερμανία που σηματοδοτούν τα 250 χρόνια από την γέννησή του μεγάλου Ρομαντικού του 18ου αι., κοίταξα μήπως βρω κάτι σχετικό. Ήμουν όμως πιο τυχερή – η μικρή μονογραφία του "περσινού" κλασικού Johannes Vermeer, στο ράφι στο βάθος, σήμαινε πως δεν ήταν εντέλει εξαντλημένη, όπως πίστευα, και πως θα μάθαινα κάτι περισσότερο για την διαύγεια του φωτός, τα πλούσια σε βαθύτητα χρώματα και τη λεπτότητα με την οποία ο μπαρόκ Ολλανδός αποδίδει την πολυπλοκότητα της άσημης, εντός των οικιακών τειχών, καθημερινότητας του 17ου αι. Ίσως έγραφε και για την βία της εποχής που καλύπτει η ομορφιά των έργων του. Θα ήμουν εντελώς ανόητη εάν το άφηνα στη θέση του.
Πρώτο τμήμα του μεγάλου διαδρόμου οι Τέχνες. Ξέροντας πως φέτος το ενδιαφέρον στα εικαστικά θα τραβήξει ο Caspar David Friedrich με τις περισσότερες από 10 εκδηλώσεις κι εκθέσεις στη Γερμανία που σηματοδοτούν τα 250 χρόνια από την γέννησή του μεγάλου Ρομαντικού του 18ου αι., κοίταξα μήπως βρω κάτι σχετικό. Ήμουν όμως πιο τυχερή – η μικρή μονογραφία του "περσινού" κλασικού Johannes Vermeer, στο ράφι στο βάθος, σήμαινε πως δεν ήταν εντέλει εξαντλημένη, όπως πίστευα, και πως θα μάθαινα κάτι περισσότερο για την διαύγεια του φωτός, τα πλούσια σε βαθύτητα χρώματα και τη λεπτότητα με την οποία ο μπαρόκ Ολλανδός αποδίδει την πολυπλοκότητα της άσημης, εντός των οικιακών τειχών, καθημερινότητας του 17ου αι. Ίσως έγραφε και για την βία της εποχής που καλύπτει η ομορφιά των έργων του. Θα ήμουν εντελώς ανόητη εάν το άφηνα στη θέση του.
Φωτεινό κίτρινο και φλογερό πορτοκαλί – η επόμενη στάση στον επόμενο διάδρομο. Εάν ήταν μόνον η έντονη μονοχρωμία των εξωφύλλων που έκαναν τα δύο βιβλία λογοτεχνίας να ξεχωρίζουν, θα προσπερνούσα. Δεν προσπέρασα, ωστόσο, χάρη στα ονόματα των δύο συγγραφέων τους. Θα επανέλθω με σχετικές λεπτομέρειες μόλις τα διαβάσω.
Την πρώτη φορά που αγόρασα Τα ημερολόγια της Εστέρ ( μτφρ. Αριάδνη Λουκάκου – ποταμός, 2017) ήταν για δώρο και δεν μπόρεσα να διαβάσω τις εξομολογήσεις της 10χρονης Γαλλίδας. Εννοείται πως όταν το είδα μπροστά μου δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά. Όχι γιατί είναι ένα μακροχρόνιο best seller στη Γαλλία, αλλά διότι τα σκίτσα του Riad Sattouf έχουν μια ιδιαίτερη, δυναμική κίνηση κι επιπλέον η Εστέρ θεωρείται το σύγχρονο θηλυκό αντίστοιχο του μικρού Νικόλα. Δεν πρόκειται, όμως, για το αποκύημα της φαντασίας του βραβευμένου γάλλου κομίστα και σκηνοθέτη. Η Εστέρ Α. είναι ένα υπαρκτό κορίτσι που εκμυστηρεύτηκε τις σκέψεις της στον Σατούφ κι αυτός στην συνέχεια, με το δικό του ανατρεπτικό χιούμορ και το πενάκι του, τις έκανε αντικείμενο της κομικής στήλης του στο Le Nouveu Orbs – το εβδομαδιαίο γαλλικό περιοδικό όπου εργαζόταν εκείνη την εποχή αφότου είχε εγκαταλείψει την θέση του στο Charlie Hebdo. Η Εστέρ Α. είναι ένα παιδί της εποχής της, με την φρεσκάδα, τον αυθορμητισμό και την καυστική παρατηρητικότητα ενός φυσιολογικού παιδιού που απορεί με τις οξύμωρες και σουρεαλιστικές λεπτομέρειες της καθημερινότητας. Η οικογένεια, το σχολείο, η ποπ κουλτούρα, η πολιτική ορθότητα που γίνεται γελοιότητα, ο ρατσισμός, η βία· η μόδα, ο καταναλωτισμός, τα αγόρια, το σώμα – ζητήματα που θίγει με ευθύβολη ειλικρίνεια η νεαρά και φέρνει σε δύσκολη θέση τους μεγάλους. Ετούτο το βιβλίο της Εστέρ, το οποίο είναι το πρώτο από μία σειρά τριών ημερολογίων και το μόνο μέχρι στιγμής που κυκλοφορεί στα ελληνικά, έχει ένα μειονέκτημα για τους ενήλικους αναγνώστες – χρειάζεσαι οπωσδήποτε γυαλιά πρεσβυωπίας, και στην δική μου περίπτωση, ειδικό φως ανάγνωσης, για να διαβάσεις την μικρή γραμματοσειρά και να δεις τα τόσα στοιχεία που ο Σατούφ βάζει σε ένα καρέ. Αμελητέα εντέλει λεπτομέρεια καθώς είναι απολαυστικότατο.
Το ανεξάρτητο, πρωτοπόρο πνεύμα του John Cassavetes και, ομολογώ, η μακρινή εντοπιότητα*, με οδήγησαν στο "Τζον Κασαβέτης, Μην πιστεύεις την αλήθεια" (αρχισυνταξία Γιώργος Παπαδημητρίου – Κυψέλη, 2022) – μία συλλογή 17 κειμένων για τις 11 από τις 12 ταινίες που συνιστούν την φιλμογραφία του Ελληνοαμερικανού auteur. Παράλληλα ωστόσο, συνιστούν και μία έμμεση βιογραφία του καθώς παρατίθενται, εκτός από τις πληροφορίες για την καταγωγή και την οικογένειά του, και στοιχεία της ζωής και της ιδιοσυγκρασίας του που είναι άμεσα συνυφασμένα με το έργο του. Όπως πχ η εμμονή του για ανεξαρτησία που τον οδήγησε σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε crowdfunding ώστε να χρηματοδοτήσει την πρώτη ταινία του Σκιές (1959). Ή, ότι αυτοσχεδίαζε συνεχώς – από το χτίσιμο των αληθινών διαλόγων έως την ολοκλήρωση της παραγωγής και την προβολή των ταινιών του. Για την μουσική επένδυση των Σκιών δε, αφού απέρριψε τον Miles Davis, προσέγγισε τον Charles Mingus ο οποίος "...δέχτηκε να συνεργαστεί με έναν 'όμοιό' του στην δημιουργική τρέλα και τα ντουζένια. Ο Τζον του 'κανε τα χατίρια, αλλά ο Τσάρλι διαφωνούσε με τις ακατέργαστες συνθέσεις που βιάστηκε να ενσωματώσει ο φουριόζος Τζον." Ή, ότι το ανήσυχο πνεύμα του, ο αυθορμητισμός και ο παρορμητισμός του τον οδηγούν να γίνει ανθρώπινα σημειολογικός: "...στα χαοτικά (κι όμως τόσο εύλογα δομημένα τελικά) καρέ των Συζύγων (1970) ελλοχεύει το making of της ζωής..."
Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το γεγονός πως οι αρθρογράφοι-κριτικοί, μεταξύ των οποίων και ο Γιώργος Παππάς, ορίζοντας τον χωροχρόνο εξέλιξης του Κασσαβέτη –με την σύνδεση του έργου του με την ιστορία του κιν/φου αλλά και με το παρόν μας– ερμηνεύουν παράλληλα τον άνθρωπο που αποτύπωσε σε φιλμ –ευθύτερα από οποιονδήποτε άλλον– τις ταπεινές προσωπικές αλήθειες της ανθρώπινης συνθήκης και θεμελίωσε έτσι, με την αυτοσχεδιαστική αισθητική του και την αίσθηση vérité που αποπνέουν οι ταινίες του, τον Νέο Ανεξάρτητο Κινηματογράφο στις ΗΠΑ. Κι επιπλέον, διασαφηνίζουν αυτό που σήμερα αναζητείται σε πολλούς τομείς: το πάθος και η δημιουργία καινούργιων σημείων αναφοράς.
Να
περιδιαβάζεις πάγκους γεμάτους βιβλία και να αφήνεσαι: να παρατηρείς τις συμβιώσεις που ορίζει η τυχαιότητα και το χέρι του
υπαλλήλου· να αγγίζεις τα εξώφυλλα και να περιεργάζεσαι τις διάφορες
υφές των χαρτιών, το βάρος και τις διαστάσεις τους, τα χρώματα και τις
γραμματοσειρές τους· να διαβάζεις ανερμάτιστα τις περιλήψεις στα
οπισθώφυλλα και τα αφτιά· να επιλέγεις, να απορρίπτεις και να
συνδιαλέγεσαι με τις διαθέσεις τις στιγμής και τις προκατασκευασμένες TBR
λίστες, ίσως και με τις γνώμες φίλων, πιο πιθανό με την κριτική – αυτή η ενεργή σύζευξη των αισθήσεων είναι η υπεροχή της φυσικής παρουσίας σε ένα βιβλιοπωλείο. Η οποία, συν τοις άλλοις, συμβάλλει σημαντικά, όπως και η ανάγνωση, στην μείωση της αρτηριακής πίεσης, των σφυγμών της καρδιάς και συνεπώς του άγχους. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, για την επικείμενη συνάντηση.
Φεύγοντας υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως η επόμενη φορά θα διαρκέσει όσο μία κούπα αχνιστό τσάι. My cuppa.
_______
* Ο J. C. γεννήθηκε στην Λάρισα ενώ μέλη της οικογένειας Κασσαβέτη εγκαταστάθηκαν αργότερα στον Βόλο και την Ζαγορά Πηλίου.
Σημειώσεις: Η πρώτη φωτογραφία της ανάρτησης είναι μία αφηρημένη δική μου. Η δεύτερη είναι λεπτομέρεια από το οπισθόφυλλο του graphic novel του Σατούφ. Στην επόμενη, ο Τζον Κασσαβέτης βρίσκεται στο ιδιωτικό του στούντιο. Το εικαστικό στο τέλος είναι λεπτομέρεια από το The Art of Painting, το μεγαλύτερο σε διαστάσεις και πιο πολύπλοκο στη σύνθεση και εικονογραφία έργο του Johannes Vermeer όπου το μοντέλο ποζάρει ως Κλειώ, η Μούσα της Ιστορίας.