Πέμπτη 28 Μαΐου 2020







Ένα πορτραίτο

ενοχής






Δεκαέξι χρόνια μετά τον θάνατο του, η Annie Ernaux ξεκινά να γράφει ένα μυθιστόρημα με κεντρικό ήρωα τον πατέρα της. Για κάποιον λόγο, "η αποκρυπτογράφηση αυτών των αναμνήσεων είναι επιτακτική ανάγκη για μένα,..."  

Το αυτοβιογραφικό "Ο τόπος" (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη – Μεταίχμιο, 2020) είναι πιο σύντομο από μυθιστόρημα και η αφήγηση ξεκινά με την επιτυχία της γαλλίδας συγγραφέως στις εξετάσεις διορισμού της στην δημόσια εκπαίδευση. Συνεχίζει με την ημέρα θανάτου του πατέρα της και στις επόμενες 94 σελίδες περιγράφει πολλά και σύντομα επεισόδια της ζωής του – γιος κολίγα στη Νορμανδία, δουλεύει αρχικά ως γελαδάρης, μετά σε εργοστάσιο και αφότου παντρεύεται αποφασίζει να ανοίξει δικό του κατάστημα. Έτσι, γίνεται ιδιοκτήτης ενός καφέ-παντοπωλείου. Μαζί με τη γυναίκα του δουλεύουν σκληρά και παρά τις αντικειμενικές αντιξοότητες, σε μια εποχή που η έλευση των σούπερ μάρκετ βάζει την επιχείρησή τους σε κίνδυνο, καταφέρνουν να  βγουν από την φτώχεια και να σπουδάσουν το παιδί τους. Εκείνη –κρατώντας μιαν απόσταση από τον πατέρα της που ολοένα μεγαλώνει–, σπουδάζει, διορίζεται στην δημόσια εκπαίδευση ως φιλόλογος, παντρεύεται, κάνει παιδί το οποίο είναι το ίδιο αποστασιοποιημένο με εκείνη από τον πατέρα της – σε μια επίσκεψή τους στο σπίτι των γονιών της για διακοπές κι ενώ περνούν έξω από το δωμάτιό του παππού που είναι άρρωστος, ο μικρός ρωτά την συγγραφέα: "Μαμά, γιατί κάνει νάνι ο κύριος;"

Θα μπορούσε να είναι μία νουβέλα άκρως συναισθηματική έως τραγική - οι αναμνήσεις μιας κόρης για τον πατέρας της είναι πρόσφορο υλικό. Πόσο μάλλον δε όταν αυτός γεννήθηκε, μεγάλωσε κι ανδρώθηκε σε πρωτόγονες συνθήκες. Ωστόσο η Ερνώ επιλέγει να καταγράψει με σχολαστική ακρίβεια και αντικειμενικότητα την οικογενειακή της εθνολογία. "Αν θέλω να εξιστορήσω μια ζωή υποταγμένη στην ανάγκη, δεν δικαιούμαι να υιοθετήσω μια καλλιτεχνική προσέγγιση ή να αποπειραθώ να φτιάξω κάτι το "καθηλωτικό", το "συγκινητικό". Θα συγκεντρώσω τα λόγια, τις χειρονομίες, τα γούστα του πατέρα μου, καθώς και τα σημαντικά γεγονότα της ζωής του· κοντολογίς, όλα τα αντικειμενικά σημάδια της ύπαρξής του, μιας ύπαρξης που τη μοιράστηκα κι εγώ. Όχι λυρικές αναπολήσεις, όχι θριαμβευτική επίδειξη ειρωνείας. Αυτός ο ακύμαντος τρόπος γραφής μού ταιριάζει εκ φύσεως, είναι το ύφος που χρησιμοποιούσα όταν έγραφα άλλοτε στους γονείς μου για να τους λέω τα σημαντικά νέα." Ετούτο το ουδέτερο ύφος την καθιερώνει ως μία από τις σημαντικότερες σύγχρονες συγγραφείς της Γαλλίας και την μεγαλύτερη καταγραφέα της αλήθειας. "Είναι δουλειά του συγγραφέα να λέει την αλήθεια. Μερικές φορές δεν ξέρω για ποια αλήθεια ψάχνω, αλλά μία αλήθεια είναι αυτό που αναζητώ," ομολογεί σε συνέντευξή της.  





Προσπάθησα να διακρίνω την αλήθεια που η συγγραφέας αναζητά σε ετούτο το βιβλίο της. Θα μπορούσε να είναι η τρυφερότητα και η κατανόηση για τον διαχρονικό λαβύρινθο της σχέσης πατέρα-κόρης αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Είναι κάτι βαθύτερο που αναβλύζει – η εσωτερική δύναμη του πατέρα της και η επιμονή του (των γονιών της, καλύτερα) να προσπερνά τις όποιες κακουχίες και δυσκολίες και να προοδεύει. Κι αυτό, προερχόμενο από ανθρώπους που έχουν στερηθεί την παιδική ηλικία και την στοιχειώδη, έστω, μόρφωση είναι το απαύγασμα της ζωής. Μιας ζωής που εύλογα την λες δικαιωμένη. Στο προλογικό σημείωμα της η Σοφία Νικολαΐδου το συνοψίζει πολύ εύστοχα, κάνοντας το βιβλίο σύγχρονο με την εποχή μας, και γι'αυτό επίκαιρο. 

Ωστόσο, υπάρχει κάτι ακόμα βαθύτερο που δεν μπορώ να εντοπίσω. Ανατρέχω στο επίγραμμα της επόμενης σελίδας: μία ρήση του Ζαν Ζενέ " ...το γράψιμο είναι το τελευταίο καταφύγιο για κείνους που έχουν προδοθεί." Υποτίθεται πως τα επιγράμματα σπινθηρίζουν έμμεσα το πνεύμα τού κάθε συγγραφέα· το συγκεκριμένο όμως δεν βγάζει νόημα σε σχέση με το κείμενο της Ερνώ – ποιός την πρόδωσε; Μια ματιά στο πρωτότυπο και την αγγλική έκδοση του βιβλίου αποσαφηνίζει το βασικό λάθος στην μετάφρασή του* κι αυτό –η ρήση με την ορθή έννοιά της–, είναι μια απόλυτα καίρια στόχευση στο ζητούμενο: την επιτακτική ανάγκη της γαλλίδας συγγραφέως που την οδήγησε στον "Τόπο". Είναι η ανομολόγητη ενοχή για την δική της κοινωνική ανέλιξη και, ίσως πολύ περισσότερο, την αδρανή, παρατηρητική, στάση που κράτησε απέναντι στον πατέρα της από παιδί:  "...(τις αναμνήσεις από την ζωή με τους γονείς της) ...τις είχα απωθήσει, σίγουρη για την ασημαντότητά τους. Κι αν επέζησαν, είναι μόνο μέσα από την ταπείνωση, Ενέδωσα στην επιθυμία του κόσμου που ζω, ενός κόσμου που σε υποχρεώνει να λησμονήσεις τις αναμνήσεις μιας ταπεινής ζωής θαρρείς και ήταν κάτι που πρόδιδε κακό γούστο."





"Ο τόπος" πρωτοεκδόθηκε το 1983 και προκάλεσε συζητήσεις κι επικρίσεις ενώ την επόμενη χρονιά απέσπασε το βραβείο Renaudot - η αρχή των πολλών διακρίσεων που ακολούθησαν για την συγγραφέα και η κατάκτηση του προσωπικού ύφους της. Με αυτό συνθέτει εδώ ένα εύγλωττο, σχεδόν ζωντανό, πορτραίτο του πατέρα της και της εποχής του –δεν θεωρείται τυχαία η σημαντικότερη χρονικογράφος της γαλλικής κοινωνίας των τελευταίων 50 χρόνων–  κι επεκτείνει το προσωπικό της βίωμα, όπως και στο "Τα χρόνια",  για να μιλήσει για κάτι οικουμενικό – την γενεαλογική και ταξική αποξένωση, το πένθος για τους γονείς και την σταδιακή απάλειψή τους από την μνήμη. Ακόμα κι αν εκκινεί από ένα δυσάρεστο συναίσθημα, η Αννί Ερνώ θα πρέπει να είναι πολύ περήφανη για τούτο το πορτραίτο – ένα κομψό, άψογα γραμμένο αφήγημα. Οξυδερκές, συγκινητικό (παρά την θέλησή της), αξιομνημόνευτο.  






H ρήση του Ζενέ στο πρωτότυπο:" ...ecrire c' est le dernier recours quand on a trahi."  Μία πρόχειρη μηχανική μετάφρασή του: " ... το γράψιμο είναι η τελευταία λύση όταν κάποιος πρόδωσε τον εαυτό του." Στην αγγλική έκδοση: " ...writing is the ultimate resource for those who have betrayed."  
Οι γνώσεις μου στην γαλλική γραμματική είναι φτωχές και δεν μπορώ να εξηγήσω το πώς η ενεργητική φωνή του "on a trahi" μεταγράφηκε στα ελληνικά στην παθητική του μορφή, αλλά υποθέτω ότι έγινε μετάφραση της κάθε μιας λέξης ξεχωριστά κι όχι συνθετικά (και σε νοηματική συμφωνία με το κείμενο) όπως θα έπρεπε να έχει συμβεί. 


Σημειώσεις: Το εικαστικό ανήκει στον Jean Arp ενώ η φωτογραφία είναι από την διαδραστική performance της Marina Abramović στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης με τίτλο "The Artist is Present" (2010).

Δευτέρα 18 Μαΐου 2020








Σήμερα








...είναι μία ιδιαίτερη ημέρα. Θεσπίστηκε το 1977 όταν το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) όρισε την 18η Μαΐου ως τη Διεθνής Ημέρα των Μουσείων  θέλοντας έτσι να αναδείξει τον ρόλο των Μουσείων στην σύγχρονη κοινωνία και να μας προτρέψει να τα επισκεπτόμαστε περισσότερο.
 
"Τα μουσεία είναι διαχειριστές της επίγνωσης. Μας δίνουν μία ερμηνεία της ιστορίας, το πώς να δούμε τον κόσμο και να εντοπίσουμε τον εαυτό μας μέσα σ'αυτόν. Είναι, αν θέλετε να χρησιμοποιήσουμε θετικούς όρους, σπουδαία εκπαιδευτικά ιδρύματα." λέει ο Hans Haacke, εικαστικός και κριτικός τέχνης. Μπορείτε να το διαπιστώσετε αυτό με μία επίσκεψη που δεν είναι ποτέ αρκετή, σας διαβεβαιώ. Από την 15η Ιουνίου και μετά, όμως, που θα αρθούν και τα τελευταία περιοριστικά μέτρα. σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του ΥΠΠΟ, και τηρώντας όλα τα μέτρα προσωπικής υγιεινής και ασφάλειας - μην ξεχνιόμαστε. 










Σημειώσεις: Το σκίτσο είναι του γάλλου γελοιογράφου Jean-Jacques Sempé, συνδημιουργού (μαζί με τον René Goscinny) του Μικρού Νικόλα (εκτενής λίστα των βιβλίων της συλλογής εδώ). // Λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών, έχουν προγραμματιστεί διαδυκτιακές εορταστικές δράσεις από διάφορα μουσεία, στις οποίες μπορείτε να συμμετάσχετε από την οθόνη του υπολογιστή σας. Λεπτομέρειες εδώ.

Πέμπτη 14 Μαΐου 2020







Φορώντας τον Εαυτό



Η ιστορία μίας σχέσης δεν είναι ένα θέμα πρωτότυπο για την λογοτεχνία. Η ιστορία μιας σχέσης, ωστόσο, μέσα από την γκαρνταρόμπα δύο πρώην συζύγων είναι. Και ο σπονδυλωτός τρόπος που το κάνει η Ευσταθία Ματζαρίδου  στο δεύτερο μυθιστόρημά της έχει πολλαπλό ενδιαφέρον.

Στο Τα Ρούχα (Σμίλη, 2017)  δύο αφηγητές, πρώην σύζυγοι, μονολογούν: 
ΕΚΕΙΝΗ  σχολιάζει τα ρολόγια του, την καμπαρντίνα, τα φανελάκια, τις ζώνες του, μία μπορντό Cartier γραβάτα, ένα χακί πουλόβερ, τα πολλά επώνυμα μπλουζάκια του, ένα απαλό βελουτέ μπουρνούζι.

ΕΚΕΙΝΟΣ  μιλά για  το κίτρινο μαγιό της, ένα μωβ πλεχτό φόρεμα, τα σκουλαρίκια, μία κόκκινη φούστα, ένα τουίντ λαδοπράσινο παλτό και το μαύρο λινό φόρεμά της. 

Kάθε ρούχο σηματοδοτεί ένα μικρό επεισόδιο της κοινής ζωής τους το οποίο σύρει στην επιφάνεια αθέατες αιχμηρές λεπτομέρειες του κάθε χαρακτήρα – τις συνειδητές επιλογές του και τις υποσυνείδητες επιβολές· τις καταβολές και το γούστο· τις υποδόριες επιθυμίες και τις ανάγκες· τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις διεκδικήσεις του καθενός· τις αντιθέσεις, τις απογοητεύσεις, τις συγκρούσεις και τα μονοιάσματα. 

Με σπουδές στην Ελληνική Φιλολογία & Βυζαντινολογία και την Ψυχολογία, η Ευσταθία Ματζαρίδου δίνει ένα πολυσύνθετο και πολύσημο ψυχογράφημα όχι μόνο σε ατομικό επίπεδο αλλά και σε ένα ευρύτερο, κοινωνικό και υπαρξιακό, πλαίσιο – οι τοπικές κοινωνίες των εργατικών πολυκατοικιών αναδύονται χάρη σε ένα τζιν παντελόνι, η κοινωνική ανέλιξη πιστοποιείται με ένα Omega στον ανδρικό καρπό, η σωματικότητα των αισθημάτων ζητά ικανοποίηση με την αφή ενός απαλού βελουτέ μπουρνουζιού ενώ οι μεταβλητές διαστάσεις του χρόνου έχουν την απτή μορφή ενός χακί πουλόβερ.  

Το ύφος της, ωστόσο, δεν έχει κάτι από την αυστηρά δομημένη έκφραση των ακαδημαϊκών σπουδών της. Αντίθετα, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση και των δύο πρωταγωνιστών είναι συνειρμική και η εξέλιξη της ιστορίας μη γραμμική κι αποσπασματική δίνοντας έτσι έναν ζωηρό, ποπ, ρυθμό στην αφήγηση. Η εικονοπλασία είναι πυκνή κι έντονα εξπρεσιονιστική –τόσο σε πραγματικά χρώματα όσο και σε συναίσθημα– δίχως, όμως, να απομακρύνεται από τον ρεαλισμό της καθημερινότητας. Εκείνο, όμως, που αφαιρεί από την βαθύτητα του κειμένου είναι η έλλειψη διαφοροποίησης ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές: και Εκείνος και Εκείνη έχουν τον ίδιο τόνο, την ίδια ένταση, και το ίδιο επαναλαμβανόμενο ύφος. Αναπόφευκτα, η ανάγνωση χάνει κάτι από την φρεσκάδα και τη ζέση της γραφής – ιδιαίτερα σημαντικό αυτό το τελευταίο στοιχείο για το δεύτερο βιβλίο ενός συγγραφέα. 

«Είσαι αυτό που φοράς» λέει το περίφημο κλισέ και το βιβλίο της Ματζαρίδου αναλύει τους πολλούς κι απροσδόκητους τρόπους με τους οποίους τα ρούχα είναι μέρος της συγκεκριμένης, περίπλοκης και συμβολικής διαδικασίας διαμόρφωσης του σύγχρονου Εαυτού, του σώματος, των κοινωνικών και προσωπικών σχέσεων, κι εντέλει συγκρότησης της ατομικής ταυτότητας. Και παρά τις όποιες, αμελητέες είναι η αλήθεια, αβλεψίες που υπάρχουν επίσης στην σύνταξη και στην επιμέλεια, το μυθιστόρημα ετούτο της Ματζαρίδου είναι ένα συνεκτικό, μεστό κείμενο που δίνει μια πλήρη κι εύγλωττη εικόνα των δύο χαρακτήρων και της σχέσης τους.  

Είναι, θα έλεγα, ένα αλφαβητάρι που καταδεικνύει πως η ένδυση είναι μία πλούσια γλώσσα που ερμηνεύει την πραγματικότητα. Το ίδιο δεν ισχύει και για τη λογοτεχνία; 













Μικρό βιογραφικό: Η Ευσταθία Ματζαρίδου γεννήθηκε το 1962 στην Ορεστιάδα και μετά τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης εργάστηκε για 15 χρόνια στο γερμανικό Πανεπιστήμιο (τμήματα Νεοελληνικής Φιλολογίας κ Βυζαντινολογίας) ως λέκτορας. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα εργάστηκε ως φιλόλογος στην Β'θμια εκπαίδευση. 


Σημείωση: Τα δύο πρώτα εικαστικά είναι λεπτομέρειες από το "Αναμονή Γεγονότος" που ανήκει στον Γιώργο Ιωάννου, βασικό εκπρόσωπο και πρωτοπόρο της Pop Art στην Ελλάδα. Η ακουαρέλα και μελάνι σε επίχρισμα υφάσματος του Paul Klee έχει τίτλο "Vocal Fabric of the Singer Rosa  Silber" (1922). // Η φωτογραφία αντλήθηκε από τον προσωπικό λογαριασμό της συγγραφέως στο FB. 

Δευτέρα 27 Απριλίου 2020











The Importance of Beauty






Μία από τις ηγετικές  φυσιογνωμίες του Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου, ο Wim Wenders εκτός από ταινίες σκηνοθετεί και ντοκιμαντέρ. Στο πιο πρόσφατο "Αλάτι της Γης" (2014) αφηγείται την ζωή και το έργο ενός εμβληματικού φωτογράφου, του βραζιλιάνου Sebastião Salgado – μία εκπληκτική και συναρπαστική ταινία υψηλής αισθητικής και ηθικής που ωστόσο θέτει κι ένα εξίσου υψηλό παράδοξο. 

Γεννημένος το 1944 στην Βραζιλία, σε μια σχετικά εύπορη αγροτική οικογένεια, ο Σεμπαστιάο Σαλγκάδο σπουδάζει οικονομικά στο πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο. Το 1969 γίνεται πραξικόπημα στη χώρα και ο Σεμπαστιάο –παντρεμένος ήδη με μια νεαρή μουσικό και δασκάλα, τη Λέλια–  αυτοεξορίζεται  στην Γαλλία μαζί με άλλους εκπατρισμένους από τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής. Εκεί, συνεχίζει τις σπουδές του. Το 1973 εγκαταλείπει την δουλειά του ως οικονομολόγος στον Παγκόσμιο Οργανισμό Καφέ για να αφοσιωθεί στο πάθος του – την φωτογραφία. Το 1979 εντάσσεται στο δυναμικό μεγάλων πρακτορείων ως φωτορεπόρτερ και κερδίζει μεγάλη αναγνωρισιμότητα όταν φωτογραφίζει την απόπειρα δολοφονίας του αμερικανού προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν. Πέντε χρόνια αργότερα δημιουργεί το δικό του πρακτορείο με βασικό συνεργάτη τη σύζυγό του Lélia Wanick Salgado με την οποία σχεδιάζουν και οργανώνουν την εκάστοτε, μακροχρόνια συνήθως, φωτογραφική  αποστολή του. Ωστόσο, αυτό που ξεκινά ως μία εξερεύνηση γνώριμων τόπων καταλήγει μια φωτογραφική μαρτυρία μερικών από τα πιο σημαντικά γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας: η εκμετάλλευση των εργατών στα χρυσορυχεία της Σέρρα Πελάδα και οι κοινωνικές αναταραχές στην Λατινική Αμερική· η πυρπόληση των πετρελαιοπηγών στo Κουβέιτ, ο χρόνιος λιμός στην Αιθιοπία, ο εκτοπισμός πληθυσμών στην Κροατία και την Ρουάντα στην οποία έζησε την γενοκτονία της φυλής Τούτσι.  



Κινηματογραφικός δημιουργός και δραστήριος φωτογράφος ο ίδιος, ο Βιμ Βέντερς χειρίζεται την οπτική αφήγηση με την ίδια προσοχή που το κάνει κι ο Σεμπαστιάο Σαλγάδο - οι σκηνές εναλλάσσονται μεταξύ του έντονου ασπρόμαυρου και των έγχρωμων καρέ τα οποία μεταδίδουν στον θεατή την αίσθηση του παρόντος και προσδίδουν μια σύγχρονη, αισιόδοξη ίσως χροιά στην κινηματογράφηση την οποία συνυπογράφει ο Juliano Ribeiro Salgado, γιος του Σεμπαστιάο και της Λέλια. Οι δύο σκηνοθέτες περιγράφουν τις προσωπικές τους εμπειρίες με τον σπουδαίο φωτογράφο χωρίς ωστόσο να υπερκαλύπτουν την προσωπικότητα ή το έργο του. "The Other Americas", "Sahel", "Workers", "Migrations" – τα πολυσέλιδα άλμπουμ που εμφανίζονται στην ταινία και όπου το έντονο, αισθητικά εξαίρετο, ασπρόμαυρο με το ανεπαίσθητο ντεγκρατάρισμα σε ασημί απεικονίζει τις συνθήκες εξαθλίωσης της ανθρώπινης φύσης, την φρίκη και την απόλυτη οδύνη των ανθρώπων.

Η ομορφιά στην υπηρεσία του Κακού. Αυτό το παράδοξο θύμωσε την Σούζαν Σόνταγκ  η οποία στο "Παρατηρώντας τον πόνο του άλλου" κατηγορεί τον Σ.Σ. για αισθητικοποίηση του Κακού, συνθήκη η οποία διαβάλλει την όποια πρόθεση της φωτογραφίας και το νόημά της υποβιβάζοντάς τη, από ντοκουμέντο, σε μία όμορφη εικόνα και μόνο, ενώ ταυτόχρονα καθιστά τους θεατές απλώς θαυμαστές του Ωραίου που, επιπλέον, ίσως νοιώσουν ντροπή κι ενοχή στην σκέψη  ότι βρίσκουν την φωτογραφία όμορφη. Ωστόσο, ο "φωτογράφος που ειδικεύεται στην παγκόσμια εξαθλίωση", όπως τον αποκάλεσε η Σόνταγκ  κατάφερε να τραβήξει την προσοχή της παγκόσμιας κοινότητας όχι μόνον με την αισθητική τελειότητα του έργου του αλλά κυρίως με την ικανότητά του να συλλαμβάνει την εσώτερη δύναμη και αξιοπρέπεια ακόμα και του πιο εξαθλιωμένου θέματός του δημιουργώντας έτσι ισχυρές νοηματικές αντιστοίξεις που παραπέμπουν ευθέως σε μια εις βάθος κατανόηση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών και σε ένα σαφές κι εύστοχο μήνυμα. Όπως σ' αυτό το μισόγυμνο παιδί που ατενίζει  αγέρωχο την έρημο· ή, σ' ετούτη την αποστεωμένη μητέρα που κατευθύνεται με σεβάσμια στωικότητα σε στρατόπεδο επισιτισμού στην Αιθιοπία.  

"Δεν είναι εύκολο να αποφύγεις την παγίδα της οφθαλμοπορνείας," λέει ο Βιμ Βέντερς. "Επιτυγχάνεται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα αναπτύξεις μία καλή επικοινωνία με τους ανθρώπους που βρίσκονται μπροστά στον φακό, θα μπεις πραγματικά στην ζωή τους και στην κατάσταση που βιώνουν. Πολλοί λίγοι φωτογράφοι το πετυχαίνουν αυτό. Ο Σεμπαστιάο περνάει χρόνο με τους ανθρώπους που φωτογραφίζει, ζει μαζί τους, συναισθάνεται την κατάστασή τους και μοιράζεται τις ζωές αυτών των ανθρώπων όσο περισσότερο γίνεται. Κάνει αυτή την δουλειά για τους ανθρώπους, για να τους δώσει φωνή. Οι φωτογραφίες που παίρνονται στο πόδι, με "ντοκιμαντερίστικο" ύφος δεν μπορούν να μεταδώσουν αυτά τα πράγματα."



Το "Αλάτι της γης" είναι ένα δυναμικό παζλ από σκηνές φωτορεπορτάζ, παρασκήνια, συνεντεύξεις, εκπληκτικά στιγμιότυπα και οδυνηρές αναμνήσεις που αντλούνται από το πολύτιμο έργο του Σαλγάδο.  Είναι συγκολονιστικό να ακούς την χαμηλής έντασης φωνή του να αφηγείται με voice-over τις συνθήκες δημιουργίας που τελικά τον κατέβαλλαν – μετά τις αποστολές στην Αιθιοπία και την Ρουάντα περιήλθε σε μια κατάσταση βαθιάς απογοήτευσης, ματαιότητας και άρνησης της ζωής. "Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μία ιστορία τρέλας. Εμείς οι άνθρωποι είμαστε άγρια (ferocious) ζώα, απαίσια" ομολογεί. Σε αυτό το σημείο γίνεται περισσότερο εμφανής η προσωπικότητα και η συμβολή της Λέλια Βάνις Σαλγάδο – ως αντίδοτο στην κατάθλιψη προτείνει την επιστροφή στην πατρική φάρμα του Σεμπαστιάο στην Βραζιλία. Στην ταινία, αφηγείται η ίδια το πως εργάστηκαν με επιμονή για την αποκατάσταση του εντελώς άγονου τόπου ο οποίος, από το 1998, έχει μετατραπεί σε έναν μοναδικό  για τα παγκόσμια χρονικά εθνικό δρυμό. Και πως, μέσω του Ινστιτούτου Τέρρα που ίδρυσαν, φροντίζουν για την διατήρησή του δάσους και προωθούν την περιβαλλοντική εκπαίδευση, την αναδάσωση και, γενικώς, την προστασία του περιβάλλοντος. Στο περιβάλλον θα επιστρέψει ο Σεμπαστιάο για μία ακόμη φωτογραφική αποστολή – το "Genesis", που παρουσιάζεται επίσης στην ταινία, είναι μία εξερεύνηση πρωτόγονων τοπίων, ζώων και φυλών που έχουν επιβιώσει αναλλοίωτα στον σύγχρονο πολιτισμό.  



Ξεκίνησα να γράφω γι' αυτήν την πανέμορφη ταινία που σε κατατρύχει, στο τέλος, ωστόσο, θα καταφύγω σε ένα βιβλίο. Ένα λεύκωμα με το οδοιπορικό του σπουδαίου φωτογράφου που προέκυψε από την συνεργασία του με την γαλλίδα δημοσιογράφο Ιζαμπέλ Φρανκ. Το "Από τη γη μου στη Γη" (μτφρ. Κατερίνας Σχινά – Στερέωμα, 2016θα μπορούσε να είναι η έντυπη εκδοχή της ταινίας αλλά είναι κάτι περισσότερο – περισσότερος λόγος  και περισσότερες λεπτομέρειες για την φωτογραφία και την πλούσια σε εμπειρίες ζωή του Σαλγάδο· την φιλοσοφία του για τους ανθρώπους και τον κόσμο· για το σήμερα. Σε κάποιο σημείο λέει: "Ανησυχώ παρατηρώντας ότι σχεδόν κάθε τεχνολογικό επίτευγμα, τελικά, μας απομονώνει. Καθώς συνεχίζεται η τεχνολογική εξέλιξη, ο καθένας μας καθίσταται ικανός να κάνει ολοένα και περισσότερα μόνος, στη γωνιά του. Ωστόσο, η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια ιστορία συλλογικότητας." Κι αυτός είναι ο λόγος που μόνη της η Ομορφιά δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο.

Τα έργα τέχνης που είναι βουτηγμένα στην αλήθεια, λέει ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, και μας παρουσιάζονται με τρόπο ζωντανό θα μας αρπάξουν την προσοχή, θα μας προσελκύσουν στον ίδιο χαρακτήρα τους με μεγάλη δύναμη και θα εντυπωθούν γερά στη μνήμη μας. Χρειάζεται όμως να συνδυαστούν με κείμενα, ταινίες και με την εστιασμένη δράση ανθρωπιστικών οργανώσεων ώστε να γίνουν μέρος ενός ευρύτερου κινήματος καταγγελίας της βίας, του αποκλεισμού, της περιβαλλοντικής καταστροφής – ώσμωση που δεν είναι ορατή με την πρώτη και παίρνει χρόνο και μόχθο, όπως αποδεικνύουν τα δύο πιο πάνω έργα. 

Ποιος είπε ότι η Ομορφιά, ή η επιδίωξή της, είναι κάτι απλό;
Είναι όμως αναγκαίο.






Πέμπτη 23 Απριλίου 2020










Παγκόσμια ημέρα βιβλίου

σήμερα 







"...και ξεφυλλίζοντας ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, το «Αδριανού Απομνημονεύματα» της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, πέφτω πάνω στη φράση: «Αναζήτησα την ελευθερία πιο πολύ από τη δύναμη, και τη δύναμη μόνο γιατί ως ένα σημείο ευνοεί την ελευθερία».

Μέσα σε λίγα λόγια, η συγγραφέας κατορθώνει να αποτυπώσει τον τρόπο με τον οποίο άσκησε την εξουσία ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας που δεν θέλησε να γίνει θεός γιατί εκτιμούσε απεριόριστα τον άνθρωπο μέσα του, ούτε και Καίσαρας, γιατί θεωρούσε, ως το τέλος, τον εαυτό του «υπάλληλο του Κράτους». Να συλλάβει, καθώς γράφει η ίδια η Γιουρσενάρ, «μια ζωή γνωστή, συμπληρωμένη, καθορισμένη από την Ιστορία» και να μας κάνει κι εμάς συμμετόχους της.

Αυτό δεν είναι η λογοτεχνία; Αυτό δεν είναι η ανάγνωση; Μια βαθιά σχέση με τον εαυτό μας και μια σύνδεση με τον εσωτερικό μας κόσμο. Γινόμαστε πολλοί όταν διαβάζουμε, μετέχουμε με χίλια πρόσωπα στην ανθρώπινη περιπέτεια. Αρχίζουμε να συνομιλούμε με τον συγγραφέα και να κατανοούμε τι σημαίνει ο άλλος, ο διαφορετικός από μας. Και βέβαια συσχετίζουμε τα βιβλία που αγαπήσαμε με στιγμές από τη ζωή μας: ένα ταξίδι με πλοίο, μια πολύωρη αναμονή σ’ ένα σταθμό, μια μακρινή παραλία, μια μοναχική βραδιά, γόνιμες κουβέντες με φίλους."











Σημείωση: Το πιο πάνω απόσπασμα, όπως και η φωτογραφία της ανάρτησης, είναι από το σημερινό διάγγελμα της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου με αφορμή την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το μήνυμα εδώ

Παρασκευή 17 Απριλίου 2020










The Testament of Milagros





"There are times in these days before death comes with my name in whispers, calling me towards darkness, lulling me towards rest, when I know that I want more from the world. Not much, but more. It is simple. If water can be changed into wine and the dead can be brought back, then I want time pushed back. I want to live again before my son's death happened,  or before he left home, when he was a baby and his father was alive and there was easy in the world.  I want one of those golden Aabbath days, days without wind when there were prayers on our lips, when I joined the women and intoned the words, the supplication to God to give justice to the weak and the orphan, maintain the right of the lowly and the destitute, rescue the needy, deliver them from the hands of the wicked. When I said these words to God, it mattered that my husband and son were close by and that soon, when I had walked home alone and sat in teh shadows with my hands joined, I would hear their footsteps returning and I would await my son's shy smile as the door was opened for him by his father and then we would sit in silence waiting for the sun to disappear when we could talk again and eat together and prepare with ease for the peaceful night after the day when we had renewed ourselves, when our love for each other, for God and the world, had deepened and spread. 

(...) 

And I am whispering the words, knowing that words matter, and smiling as I say them to the shadows of the gods of this place who linger in the air to watch me and hear me. 













Σημειώσεις: Το απόσπασμα είναι από το "The Testament of Mary" του Colm Tóibín.  Στα ελληνικά, το "Η Διαθήκη της Μαρίας" κυκλοφορεί σε μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου (Ίκαρος, 2014).  //  Η φωτογραφία είναι της Μeridith Κohut από τον λογαριασμό των NYT στο Instagram και δείχνει την 20χρονη ετοιμόγεννη Milagros Vásquez που πηγαίνει από νοσοκομείο σε νοσοκομείο παρακαλώντας να την δεχτούν για τον τοκετό. Σε κάποιο από αυτά, έφυγε μόνη της γιατί δεν υπήρχε η θερμοκοιτίδα που θα χρειαζόταν το πρόωρο μωρό της. Στο άρθρο αυτό, μπορείτε να διαβάσετε για την κατάρρευση του συστήματος δημόσιας υγείας στη Βενεζουέλα και την οικτρή κατάσταση της χώρας.