Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012








"Πιότερο από χθες, λιγότερο από αύριο"





Τα βιβλία της Ιρέν Νεμιρόβσκυ είναι για μένα κάτι σαν λυσάρι της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης:  τσεχωφική  απλότητα και ανηλεής παρατηρητικότητα προσφέρουν κάθε φορά ένα είδος γνώσης και συνάμα πραγματική απόλαυση. Όταν έχω κάποιο από αυτά στα χέρια μου δεν θέλω να τελειώσει, όσο παιδιάστικο κι αν ακούγεται αυτό. To "Έξαψη" (Πατάκης, 2009, σε μτφρ. Γεωργίας Ζακοπούλου)  δεν αποτελεί εξαίρεση.

Η συγγραφέας μας μεταφέρει στον γνώριμό της χώρο – τον μικρόκοσμο ενός χωριού της κεντρικής Γαλλίας. Δεν αναφέρει κάποιο όνομα αλλά πρόκειται για το Issy-l'Évêque στην Βουργουνδία όπου η ίδια κατέφυγε για προστασία μαζί με την οικογένειά της μετά την κατάληψη του Παρισιού από τους Ναζί. Ο αφηγητής του μυθιστορήματος, Σίλβιο, υπερήλικας πλέον και γεροντοπαλίκαρο, έχοντας περιπλανηθεί σε όλη την υφήλιο κάνοντας διάφορες δουλειές, έχει επιστρέψει τώρα στην πατρική γη απολαμβάνοντας μια ήσυχη ζωή με την συντροφιά του σκύλου του, μια υπηρέτριας, ενός μπουκαλιού κόκκινου κρασιού μπροστά στο αναμμένο τζάκι το χειμώνα και περιστασιακές επισκέψεις στην οικογένεια της εξαδέλφης Ελέν. Η ρουτίνα τούτη θα διαταραχθεί βίαια με τον πνιγμό του Ζαν Ντορέν, του γαμπρού της  Ελέν, που σύμφωνα με την μαρτυρία ενός μικρού θα θεωρηθεί φόνος. Οι φήμες μιλούν για αντίζηλους εραστές.

Παρελθόν και παρόν πλέκονται γύρω από τον φόνο και την αναζήτηση του υπαίτιου φανερώνοντας την ίδια στιγμή  την υποκρισία των συγχωριανών, τα οικογενειακά μυστικά και τις μικρές κρυφές τραγωδίες όλων ανεξαιρέτως των αγαπημένων προσώπων του Σίλβιο. Ακόμη κι αυτή, η άμεπτη Ελέν θα ομολογήσει ότι είχε εραστή και μία εξώγαμη κόρη. Η αγνότητα, η συζυγική πίστη και η απιστία περνούν σε πρώτο επίπεδο αφήνοντας για λίγο πίσω τον έρωτα και την απώλειά του. Όσο για την απώλεια της νιότης και τα γηρατειά  αναδύονται ως ισοδύναμα της αγάπης, μιας αγάπης στωικής και καθησυχαστικής, σύμφωνης με την αυστηρή, comme il faux ζωή στην επαρχία. Και σίγουρα, ο γάμος αναδεικνύεται στέρεο έδαφος για να αναπτυχθεί η οικειότητα  και η ευτυχία δύο ατόμων. Ακούγεται σχεδόν υπερβολικό μέσα σε μόλις 200 αραιογραμμένες σελίδες να θίγονται τόσα θέματα ωστόσο η Νεμιρόβσκυ το κάνει με έναν τρόπο πραγματικά αριστοτεχνικό – όμορφες περιγραφές κοινών, τετριμμένων συναισθημάτων χωρίς ένταση παρά μόνο μέσα από υποδόρια ένταση.

Το μυθιστόρημα τούτο θα μπορούσε να είναι απλώς ένα αστυνομικό μυθιστόρημα εάν η ευαίσθητη Νεμιρόβσκυ δεν "χρησιμοποιούσε" τον φόνο για να θέσει ζητήματα, πολλά ζητήματα. Η απώλεια –της αγάπης, του χρόνου και της διάθεσης για ζωή– είναι ένα από αυτά. Το χάσμα των γενεών, που δεν είναι τόσο μεγάλο όπως θα αποδειχθεί, είναι ένα δεύτερο και θα αποτελέσει γι' αυτήν έναν γερό καμβά για να εκθέσει  τις  σχέσεις των ζευγαριών και την αντίθεση μεταξύ γάμου κι έρωτα. Η αγαπημένη εξαδέλφη Ελέν και ο σύζυγός της Φρανσουά Εράρ αποτελούν το ιδανικό κι αξιοζήλευτο αντρόγυνο – η αφοσίωση και η εμπιστοσύνη του ενός συζύγου προς τον άλλο,  η ζεστασιά και η ανοιχτοσύνη του σπιτιού τους είναι ανυπέρβλητο μέτρο σύγκρισης για την νεότερη γενιά: η κόρη της Ελέν, Κολέτ, θα παντρευτεί τον αξιαγάπητο μυλωνά Ζαν Ντορέν μα θα αποτύχει ν' ανταποκριθεί στο πρότυπο της μητέρας της καθώς θα αποκτήσει εραστή. Το ίδιο θα συμβεί και με την συνομήλικη της Κολέτ, την παραγκωνισμένη κοινωνικά Μπριζίτ, η οποία περιμένει να πεθάνει ο υπέργηρος και δύστροπος σύζυγός της, ο μπαρμπα-Ντεκλός, για να παντρευτεί τον εραστή της Μαρκ Ονέτ. 


Η ανάδειξη της πολυπλοκότητας των σχέσεων μέσα από μια απίστευτη απλότητα είναι ένα, αν όχι το κυριότερο, χαρακτηριστικό της γραφής της Ιρέν Νεμιρόβσκυ. Αξιοθαύμαστο, αν αναλογιστεί κανείς την ταραχώδη και μεγαλοαστική ζωή αυτής της γυναίκας που έζησε ως Ρωσίδα μετανάστρια στην Γαλλία θεωρώντας τον εαυτό της ανεπιθύμητο και κουβαλώντας με κόπο την ταυτότητα της Εβραίας, όπως και κάποιοι από τους ήρωες του Φίλιπ Ροθ. Αυτό της έδωσε τον τίτλο της αντισημίτισσας. Θα έλεγα όπως και ο Λουί Φερντινάρντ Σελίν, που ήταν συγγραφικά δραστήριος την ίδια περίοδο με την Νεμιρόσβσκυ, μα υπάρχει μια μεγάλη διαφορά: ο Σελίν  δικαίως χρεώθηκε  τον αντισημιτισμό του καθώς άφηνε διάχυτα τα εχθρικά προς τους Εβραίους συναισθήματά του να διαπερνούν τα γραπτά και την ίδια την κοινωνική ζωή του ενώ αντίθετα, η Νεμιρόβσκυ περιόρισε αυτήν την έννοια στον εαυτό της. Υποθέτω πως η σκέψη των ναζιστικών στρατοπέδων και του θανάτου είναι ικανή να αιτιολογήσει τούτη την συμπεριφορά της, αυτό όμως είναι κάτι που το αναλύουν καλύτερα οι επιμελητές και συγγραφείς της βιογραφίας της, Ολιβιέ Φιλιππονά και Πατρίκ Λινάρντ, οι οποίοι έγραψαν και τον πρόλογο του βιβλίου. Προσωπικά, δεν βρίσκω κάποιο είδος εχθρότητας προς τους ομόθρησκούς της στα βιβλία της – θεωρώ πως οι δυστροπίες και τα "ηθικά παραπτώματα" (με ή χωρίς εισαγωγικά) των ηρώων της θα μπορούσαν να ανήκουν στον οποιοδήποτε ανθρώπο, ανεξαρτήτως θρησκεύματος.

Παρ΄όλες τις προσπάθειές της να "ξεγίνει" από Εβραία (μεταξύ άλλων, ασπάστηκε τον καθολικισμό), η Ιρέν Νεμιρόβσκυ συνελήφθη και μεταφέρθηκε στο Άουσβιτς όπου τελικά θανατώθηκε. Ήταν 39 χρονών μα είχε προλάβει να αφήσει ένα σημαντικό έργο πίσω της. Αρκετά βιβλία της, όπως  "Ο κύριος των ψυχών",  είχαν ήδη εκδοθεί πριν τον θάνατό της ενώ άλλα θα εκδοθούν μετά – η "Γαλλική Σουίτα" της  θα αναδυθεί, σχεδόν 70 χρόνια μετά, μέσα από την βαλίτσα με τα χειρόγραφα που είχε εμπιστευθεί στην κόρη της Ντενίζ και θα την καθιερώσει ως μία από τις σημαντικές λογοτεχνικές μορφές του 20ου αιώνα. Τα χειρόγραφα της "'Εξαψης" –που αρχικά προορίζονταν για το τρίτο μέρος της "Γαλλικής Σουίτας"– είχαν δωθεί στον σύζυγο της για δακτυλογράφιση. Με την σύλληψή του, όμως, από τους Ναζί το κείμενο έμεινε ανολοκλήρωτο. Όταν πολύ αργότερα, ανάμεσα στο πλήθος των χειρογράφων της βαλίτσας, βρεθεί το ημερολόγιο εργασίας της Ιρέν θα μπορέσει τελικά να συμπληρωθεί τούτη η αγροτική τραγωδία  με τριάντα γραμμένες μονοκοντυλιά, μισοσβημένες, πυκνογραμμένες σελίδες.

Η έξαψη, ως συναισθηματική κατάσταση με την ελεγχόμενη ένταση που της δίνει η Νεμιρόβσκυ, φτάνει μέχρι το τέλος του βιβλίου όπου, προς έκπληξη του Σίλβιο που εξακολουθεί να την νιώθει ακόμη, τούτη η θέρμη του αίματος θα αποκαλύψη την αιτία της μοναξιάς του. Κι όσο κοινή κι αν είναι η αυτή, η τελευταία του σκέψη την κάνει ξεχωριστή: "Όταν την άφησα να φύγει, την αγαπούσα ήδη λιγότερο."








Σημείωση: Το πρώτο πορτραίτο είναι ενός "Γηραιού κυρίου στην εκκλησία" και ο δεύτερος πίνακας είναι λεπτομέρεια του "The Couple". Και τα δύο ανήκουν στον λεπταίσθητο Ιταλό ζωγράφο Giovanni Boldini. Το καφέ δερμάτινο βαλιτσάκι της φωτογραφίας είναι εκείνο που φύλαξε για 60 χρόνια τα ανέκδοτα χειρόγραφα της Ιρέν Νεμιρόβσκυ.

2 σχόλια:

karagiozaki είπε...

δεν έχω διαβάσει τίποτα δικό της αλλά μου φαίνεται καλή στιγμή να αρχίσω.
καλησπέρα sue!

Sue G. είπε...

Και είναι, karagiozaki, (καλή στιγμή να διαβάσεις Νεμιρόβσκυ) - τούτο το βιβλίο είναι "μικρό" και αρκετά ευκολοδιάβαστο. Μετά, μπορείς να συνεχίσεις με κάποιο από τα υπόλοιπα δικά της - η "Γαλλική Σουίτα" της πάντως θα σε συγκινήσει.

Καλημέρα! (και όσο το δυνατόν δροσερότερη) :-)