Πέμπτη 17 Απριλίου 2014












The Last Supper




"Με μια αργή φωνή, ανέκφραστη σχεδόν, ο Ιησούς επιτέλους είπε, Οι γυναίκες να αποσυρθούν, και η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η πρώτη που σηκώθηκε. Ύστερα, όταν η σιωπή, λίγο λίγο, έγινε τοίχος και σκεπή για να τους κλείσει στην πιο βαθιά κρύπτη του εδάφους, είπε ο Ιησούς, Ας ρωτήσει ο Ιωάννης τον Θεό γιατί τον έβαλε να πεθάνει έτσι, από μια τόσο ποταπή αιτία, αυτόν που ήρθε να αναγγείλει τόσο μεγάλα πράγματα, είπε και σώπασε για μια στιγμή, και καθώς ο Ιούδας ο Ισκαριώτης φαινόταν έτοιμος να πάρει το λόγο, σήκωσε το χέρι του για να του κόψει τη φόρα και κατέληξε, Το καθήκον μου, τώρα μόνο το κατανόησα, είναι να σας πω όσα ξέρω εγώ ότι ξέρει ο Θεός, αν δε με εμποδίσει ο ίδιος. Ανάμεσα στους μαθητές του ξέσπασε ένα βουητό λέξεων ειπωμένων με αλλοιωμένη φωνή, μια ανησυχία και μια ασίγαστη ταραχή, έτρεμαν να μάθουν αυτό που φλέγονταν να μάθουν, και μόνο ο Ιούδας ο Ισκαριώτης διατηρούσε την προκλητική έκφραση που οδήγησε στην αναμέτρηση. Είπε ο Ιησούς, Γνωρίζω το πεπρωμένο, το δικό μου  και το δικό σας, γνωρίζω και το πεπρωμένο πολλών που δεν γεννήθηκαν ακόμα, γνωρίζω τους λόγους του Θεού και τις προθέσεις του, και για όλα αυτά πρέπει να σας μιλήσω, γιατί σας αφορά όλους και στο μέλλον ακόμα περισσότερο, Γιατί, ρώτησε ο Πέτρος, για ποιο λόγο  θα πρέπει  εμείς να ξέρουμε  αυτό που σου μετέδωσε ο Θεός, καλύτερα να σωπάσει, Είναι στο χέρι του Θεού να με κάνει να σωπάσω, έστω και τώρα, Τότε είτε σωπάσει είτε όχι, έχει την ίδια σημασία για τον Θεό, αξίζει το ίδιο τίποτα, κι αν ο Θεός έχει μιλήσει από το στόμα σου, αυτό θα συνεχίσει να κάνει ακόμη κι όταν, όπως τώρα, νομίζεις ότι αντιτίθεσαι στο θέλημά του, Εσύ το ξέρεις, Πέτρο, πως θα σταυρωθώ, Μου το είπες, Δεν σου είπα όμως ότι κι εσύ ο ίδιος, ο Ανδρέας, ο Φίλιππος, κι εσείς επίσης θα σταυρωθείτε, ότι ο Βαρθολομαίος θα γδαρθεί, ότι τον Ματθαίο (...)

Οι αποκαλύψεις έγιναν δεκτές σιωπηρά, δεν υπήρχε πια λόγος να φοβούνται ένα μέλλον που το γνώριζαν, ήταν σαν να τους είχε πει απλώς ο Ιησούς, Θα πεθάνετε, κι εκείνοι να του απάντησαν εν χορώ, Σιγά το νέο, αυτό το ξέραμε. Ο Ιωάννης και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης όμως, που δεν άκουσαν να αναφέρεται σ' αυτούς, ρώτησαν, Κι εγώ, κι ο Ιησούς είπε, Ιωάννη, εσύ θα φτάσεις στα γηρατειά και θα πεθάνεις γέρος, κι όσο για σένα, Ιούδα Ισκαριώτη, να αποφεύγεις τι συκιές, δεν αργεί η ώρα που θα κρεμαστείς σε μια απ' αυτές με τα ίδια σου τα χέρια, Θα πεθάνουμε δηλαδή εξαιτίας σου, ακούστηκε μια φωνή, αλλά δεν ξέρουμε ποιανού ήταν, Εξαιτίας του Θεού, όχι εξαιτίας μου, απάντησε ο Ιησούς, Επιτέλους, τι θέλει ο Θεός, ρώτησε ο Ιωάννης, (...)

Η επιλογή σας θα είναι πάντα ανάμεσα στον Θεό και τον Θεό, εγώ βρίσκομαι, όπως εσείς κι οι άλλοι άνθρωποι, στο μέσον, Τι προστάζεις λοιπόν να κάνουμε, Να βοηθήσετε ο θάνατός μου να γλιτώσει τις ζωές αυτών που είναι να έρθουν, Δεν μπορείς να πας ενάντια στο θέλημα του Θεού, Όχι αλλά είναι χρέος μου να προσπαθήσω, Εσύ έχεις σωθεί γιατί είσαι γιος του Θεού, εμείς όμως θα χάσουμε την ψυχή μας, Όχι, αν αποφασίσετε να με υπακούσετε, πάλι στον Θεό θα υπακούτε. Στον ορίζοντα, κάτω, στο έσχατο άκρο της ερήμου, εμφανίστηκε το περίγραμμα μιας κόκκινης σελήνης. Λέγε, είπε ο Ανδρέας, ο Ιησούς όμως περίμενε μέχρι να υψωθεί ολόκληρη η σελήνη πάνω από τη γη, τεράστια κι αιμάτινη, και τότε μόνο είπε, Ο γιος του Θεού θα πεθάνει στο σταυρό για να εκπληρωθεί έτσι το θέλημα του Πατέρα του, αν όμως στη θέση του βάζαμε έναν απλό άνθρωπο, Κάποιον από μας, ρώτησε ο Πέτρος, Όχι εγώ θα πάω να καταλάβω την θέση του Υιού του, Για όνομα του Θεού, εξηγήσου, Έναν απλό άνθρωπο, έναν απλό άνθρωπο που θα έχει όμως αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς των Ιουδαίων, που θα ξεσηκώσει το λαό για να ρίξει από το θρόνο τον Ηρώδη και να διώξει τους Ρωμαίους από τη χώρα, αυτό σας ζητώ, να τρέξει κάποιος από εσάς στον Ναό και να πει ότι αυτός ο άνθρωπος είμαι εγώ, κι ίσως,αν η δίκη είναι σύντομη, να μην προλάβει να τη σταματήσει η δίκη του Θεού, όπως δεν σταμάτησε το χέρι του αλήτη που αποκεφάλισε τον Ιωάννη. Η κατάπληξη έπνιξε τη φωνή όλων, για λίγο όμως, γιατί αμέσως από όλα τα στόματα βγήκαν λέξεις απέχθειας, διαμαρτυρίας και απείθειας, Αν είσαι ο γιος του Θεού, ως τέτοιος πρέπει να πεθάνεις, φώναζε ο ένας, Έφαγα από το ψωμί που έκοψες, πώς θα μπορούσα τώρα να σε καταδώσω, αναστέναζε ο άλλος, Μη θέλεις τώρα να γίνεις βασιλιάς  των Ιουδαίων εσύ, που είσαι βασιλιάς του κόσμου, είπε κάποιος άλλος, Θα πεθάνει επιτόπου αυτός που θα κουνηθεί για να πάει να σε καταδώσει, απειλούσε ένας τέταρτος. Τότε ήταν που ακούστηκε καθαρή, ευδιάκριτη, μέσα στην οχλοβοή, η φωνή του Ιούδα του Ισκαριώτη, Θα πάω εγώ, αν είναι αυτό που θέλεις. Οι υπόλοιποι τον έπιασαν από τα χέρια, κάποια μαχαίρια έβγαιναν ήδη από τις δίπλες των χιτώνων, όταν ο Ιησούς διέταξε, Αφήστε τον, μην του κάνει κανείς κακό. Ύστερα σηκώθηκε, τον αγκάλιασε και τον φίλησε στα δυο μάγουλα, Πήγαινε, αυτή είναι η ώρα μου και η δική σου ώρα. Χωρίς κουβέντα, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης έριξε την άκρη του χιτώνα του πάνω από τον ώμο και, σαν να τον κατάπιε η νύχτα, εξαφανίστηκε στο σκοτάδι."









Το εκτενές απόσπασμα προέρχεται από το "Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον" (σε θαυμάσια μετάφραση Αθηνάς Ψυλλιά - Καστανιώτης, 2010) ένα μυθιστόρημα όπου ο πάντα αντισυμβατικός και άθεος Ζοζέ Σαραμάγκου ασχολείται με τις αφανείς λεπτομέρειες των γεγονότων της Καινής Διαθήκης και με την βιτριολική του σάτυρα αποδομεί την περσόνα του Ιησού όπως αυτή είναι ευρέως γνωστή - τoν παρουσιάζει εντελώς γήινο και με ανθρώπινες αδυναμίες κι αντιδράσεις. Πρόκειται για το βιβλίο που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων της Καθολικής Εκκλησίας κατά του συγγραφέα και παρά λίγο να του στοιχίσει το Νόμπελ Λογοτεχνίας.  Είναι, επίσης, το βιβλίο που μετά από πολύ καιρό, με έκανε να ξενυχτήσω διαβάζοντας. Το εικαστικό είναι του Andy Warhol

Δεν υπάρχουν σχόλια: