Άκρα και Γέφυρες
Μία αριστοτεχνική άσκηση στην συντομία είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του Mathias Énard που εκδόθηκε στα ελληνικά. Στο "Μίλησέ τους για μάχες, για ρηγάδες και για ελέφαντες" (μτφρ. Σοφίας Διονυσιοπούλου – Στερέωμα, 2018) ο πολυβραβευμένος γάλλος συγγραφέας ασχολείται με μία από τις κορυφαίες μορφές της ιταλικής Αναγέννησης, τον "Θεϊκό" Μichelangelo Buonarroti και γράφει με στοχασμό για την Τέχνη και την βάσανο της δημιουργίας, και τις περίπλοκες σχέσεις που συνυφαίνονται μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Το 1506, νέος αλλά ήδη διάσημος γλύπτης, ο Μιχαήλ Άγγελος προσκαλείται από τον σουλτάνο Βαγιαζίτ Β' στην Κωνσταντινούπολη για να σχεδιάσει και να κατασκευάσει μια γέφυρα που θα ενώνει δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου, την Πόλη και το Πέραν. Έχει προηγηθεί στη θέση του ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, το σχέδιο του οποίου απορρίφθηκε, κι έτσι εκτός από την τεράστια χρηματική αμοιβή, η πρόσκληση προσφέρει, επίσης, την πιθανότητα της αθανασίας καθώς το έργο αυτό θεωρείται υψίστης σημασίας.
Είναι 31 χρονών, στην ακμή της δημιουργικής πορείας του και, ως γνήσιος αναγεννησιακός, έχει ήδη εκδηλώσει το πολυδιάστατο ταλέντο του – γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής. Στην Φλωρεντία, την κατά γενική ομολογία κοιτίδα της Αναγέννησης, υπήρχαν ήδη μερικά απο τα πιο μεγάλα κι εντυπωσιακά έργα του ενώ τελευταία είχε αναλάβει την κατασκευή της βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Ωστόσο, η σκαιά συμπεριφορά του πάπα Ιουλίου Β΄, ο οποίος αρνείται να τον πληρώσει, τον αναγκάζει να αθετήσει την συμφωνία και να παρατήσει το μαυσωλείο στην μέση.
Μην έχοντας, πρακτικά, υποχρεώσεις στην πατρίδα του, και παρά τις προειδοποιήσεις για την οργή του Πάπα και τις συνέπειές της, ο Μιχαήλ Άγγελος δέχεται την πρόσκληση. Στις 17 Απριλίου, φτάνει στην Κωνσταντινούπολη και φιλοξενείται στο σπίτι του πλούσιου φλωρεντινού εμπόρου Τζιοβάννι ντι Φραντζέσκο Μαρίνι. Στις περιπλανήσεις του στην πόλη τον συνοδεύουν αποκλειστικά, και κατά περίπτωση, ο ελληνικής καταγωγής διερμηνέας Εμμανουήλ και ο ποιητής Μεσιχί, από την Πρίστινα, ο οποίος τον μυεί στα μυστικά της πόλης και την διασκέδαση της τουρκικής νύχτας. Αργότερα, σε αυτήν την μικρή παρέα θα προστεθεί ο Αρσλάν - ένας νεαρός που έχει ζήσει καιρό στη Βενετία και, προς μεγάλη έκπληξη του γλύπτη, όχι μόνο μιλάει τέλεια ιταλικά, με βενετσιάνικη μάλιστα προφορά, αλλά επιπλέον έχει δει με τα μάτια του τον Δαβίδ του. Την παλέτα των πρωταγωνιστών συμπληρώνει μία ανδαλουσιανή ανδρόγυνη φιγούρα που, με τον χορό και το τραγούδι της, σαγηνεύει τον Μιχαήλ Άγγελο και η οποία θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην διαμονή του καλλιτέχνη.
Στα τέλη Ιουνίου 1506 η διαμόρφωση του χώρου όπου θα γίνει η γέφυρα έχει αρχίσει. Ο Μικελάντζελο επιβλέπει το εργοτάξιο ενώ παράλληλα συνεχίζει τις περιπλανήσεις, τα σχέδια και την προσπάθειά του να δημιουργήσει με κάθε λεπτομέρεια αυτό που προορίζεται για το μεγαλύτερο αρχιτεκτονικό αριστούργημά του. Απορροφημένος όπως είναι, θα βρεθεί εν αγνοία του στην μέση μιας παλατινής πλεκτάνης και θα κινδυνεύσει θανάσιμα η ζωή του.
Το "Μίλησέ τους..." προηγήθηκε της εξαιρετικής και βραβευμένης με Γκονκούρ "Πυξίδας". Eκδόθηκε το 2010 και την ίδια χρονιά βραβεύτηκε με το Γκονκούρ των Μαθητών Λυκείου. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση καθώς το διάβαζα είναι η σφιχτά αρμολογημένη αφήγηση του Ενάρ ενώ περιέχει μία πληθώρα λεπτομερειών, πληροφοριών, ιστορικών γνώσεων, εικόνων και σκέψεων. Το ίδιο εντυπωσιακό είναι και το πώς, μέσα από αυτή την αφήγηση, ζωντανεύει η Κωνσταντινούπολη η οποία, ως πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την Άλωση, βρισκόταν τότε στο επίκεντρο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ του Ανατολικού και του Δυτικού Κόσμου – η καθημερινή ζωή στην Πόλη έσφυζε από την συνύπαρξη Οθωμανών με Ρωμιούς, Εβραίους, Λατίνους, Κροάτες, κ.ά. και οι αγορές της από πλήθος εμπορεύματα σε πλούσιες ποσότητες και ποικιλίες. Τα εργαστήρια λειτουργούσαν συνέχεια για την κατασκευή έξοχων σπαθιών ενώ η κίνηση συνεχιζόταν τη νύχτα με οινοποσίες, εκλεκτά εδέσματα και ηδυπαθή διασκέδαση.
Είμαστε στον 16ο αιώνα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που ελέγχει, μεταξύ άλλων, το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τμήματα της Κεντρικής και της Ανατολικής. Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής είναι οι πιο ομαλές από οποιαδήποτε μετέπειτα περίοδο. Πρόκειται για ένα διάστημα που χαρακτηρίζεται από ανάπτυξη, κινητικότητα και συναλλαγές παρ' όλα τα μαύρα σημεία του. Στην Ευρωπαϊκή Τέχνη δε, η αναπαράστασή της Ανατολής ήταν, γι' αυτό, υπερβολικά ρομαντική. Και ανακριβής, επίσης – ένα στοιχείο που μοιάζει να αποσυνθέτει ο Ενάρ κρατώντας, ωστόσο, τις λεπτές ισορροπίες: όταν βάζει την ανδαλουσιανή φιγούρα να διηγείται τα βράδια στον Μικελάντζελο –με ασυνήθιστη για το ύφος του συγγραφέα πρωτοπρόσωπη αφήγηση– την ιστορία των Εβραίων που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία. Ή, όταν μιλά για τις πολεμικές συρράξεις του Βαγιαζίτ Β΄ στην Ιταλία που έχουν τώρα τελειώσει. Κι όταν, επίσης, μιλά για τις μηχανορραφίες του παλατιού – για τον Αρσλάν με τον διπλό ρόλο του αλλά και για την προσπάθεια της ανδαλουσιανής φιγούρας να σαγηνεύσει τον Μικελάντζελο κι έτσι να μπορέσει ο Αρσλάν να ολοκληρώσει το σχέδιό του. Μηχανορραφίες υπάρχουν και στην ιταλική καλλιτεχνική σκηνή όπου οι τότε διάσημοι συνάδελφοι του Μικελάντζελο προσπαθούν να τον διαβάλουν για να τραβήξουν την προσοχή (και τις διάφορες αναθέσεις και χορηγίες) του πάπα.
Αν και ουσιαστικά το μυθιστόρημα είναι η προσωπογραφία του "Θεϊκού" Ιταλού, ο Ενάρ δεν ωραιοποιεί τον χαρακτήρα του. Τον παρουσιάζει όπως ήταν, σύμφωνα με τις επίσημες πηγές: μονήρη, τραχή, εγκρατή, λακωνικό κι εχθρό της καθαριότητας – φορούσε τα ίδια ρούχα και δεν πλενόταν ποτέ του. Γράφει, επίσης, για την δυσκολία του στις ανθρώπινες σχέσεις - ο Μικελάντζελο δεν μπορεί να επικοινωνήσει λεκτικά με την ανδραλουσιανή φιγούρα παρ' όλο που την ποθεί. Ούτε και με τον Μεσιχί ο οποίος είναι ανομολόγητα ερωτευμένος μαζί του και θυσιάζεται για να του σώσει τη ζωή - όταν ο Μιχαήλ Άγγελος θα κινδυνεύσει, ο Μεσιχί θα παρέμβει την τελευταία στιγμή και θα σκοτώσει κατά λάθος τον θύτη του (βεβαίως και δεν θα σας αποκαλύψω ποιός είναι). Έτσι, όμως, θα ενοχοποιηθεί άδικα και αφού τον διώξουν από την αυλή του σουλτάνου, θα χαθεί στα σοκάκια της πόλης και στα καπηλειά του Ταχτάκαλε, άγνωστος μεταξύ αγνώστων.
Είμαστε στον 16ο αιώνα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι μια πολυεθνική, πολυγλωσσική αυτοκρατορία που ελέγχει, μεταξύ άλλων, το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και τμήματα της Κεντρικής και της Ανατολικής. Ωστόσο, οι σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής είναι οι πιο ομαλές από οποιαδήποτε μετέπειτα περίοδο. Πρόκειται για ένα διάστημα που χαρακτηρίζεται από ανάπτυξη, κινητικότητα και συναλλαγές παρ' όλα τα μαύρα σημεία του. Στην Ευρωπαϊκή Τέχνη δε, η αναπαράστασή της Ανατολής ήταν, γι' αυτό, υπερβολικά ρομαντική. Και ανακριβής, επίσης – ένα στοιχείο που μοιάζει να αποσυνθέτει ο Ενάρ κρατώντας, ωστόσο, τις λεπτές ισορροπίες: όταν βάζει την ανδαλουσιανή φιγούρα να διηγείται τα βράδια στον Μικελάντζελο –με ασυνήθιστη για το ύφος του συγγραφέα πρωτοπρόσωπη αφήγηση– την ιστορία των Εβραίων που εκδιώχθηκαν από την Ισπανία. Ή, όταν μιλά για τις πολεμικές συρράξεις του Βαγιαζίτ Β΄ στην Ιταλία που έχουν τώρα τελειώσει. Κι όταν, επίσης, μιλά για τις μηχανορραφίες του παλατιού – για τον Αρσλάν με τον διπλό ρόλο του αλλά και για την προσπάθεια της ανδαλουσιανής φιγούρας να σαγηνεύσει τον Μικελάντζελο κι έτσι να μπορέσει ο Αρσλάν να ολοκληρώσει το σχέδιό του. Μηχανορραφίες υπάρχουν και στην ιταλική καλλιτεχνική σκηνή όπου οι τότε διάσημοι συνάδελφοι του Μικελάντζελο προσπαθούν να τον διαβάλουν για να τραβήξουν την προσοχή (και τις διάφορες αναθέσεις και χορηγίες) του πάπα.
Αν και ουσιαστικά το μυθιστόρημα είναι η προσωπογραφία του "Θεϊκού" Ιταλού, ο Ενάρ δεν ωραιοποιεί τον χαρακτήρα του. Τον παρουσιάζει όπως ήταν, σύμφωνα με τις επίσημες πηγές: μονήρη, τραχή, εγκρατή, λακωνικό κι εχθρό της καθαριότητας – φορούσε τα ίδια ρούχα και δεν πλενόταν ποτέ του. Γράφει, επίσης, για την δυσκολία του στις ανθρώπινες σχέσεις - ο Μικελάντζελο δεν μπορεί να επικοινωνήσει λεκτικά με την ανδραλουσιανή φιγούρα παρ' όλο που την ποθεί. Ούτε και με τον Μεσιχί ο οποίος είναι ανομολόγητα ερωτευμένος μαζί του και θυσιάζεται για να του σώσει τη ζωή - όταν ο Μιχαήλ Άγγελος θα κινδυνεύσει, ο Μεσιχί θα παρέμβει την τελευταία στιγμή και θα σκοτώσει κατά λάθος τον θύτη του (βεβαίως και δεν θα σας αποκαλύψω ποιός είναι). Έτσι, όμως, θα ενοχοποιηθεί άδικα και αφού τον διώξουν από την αυλή του σουλτάνου, θα χαθεί στα σοκάκια της πόλης και στα καπηλειά του Ταχτάκαλε, άγνωστος μεταξύ αγνώστων.
Με σπουδές στην αραβική και την περσική γλώσσα, ο 47χρονος σήμερα Ενάρ ταξίδεψε για μεγάλο διάστημα στην Μέση Ανατολή και από το 2000, με ένα μικρό διάλειμμα για σπουδές στο Βερολίνο το 2013, μένει μόνιμα στη Βαρκελώνη όπου, κάποια στιγμή, διήθυνε ένα εστιατόριο λιβανέζικης κουζίνας. Έχει μεταφράσει στα γαλλικά από τα φαρσί, τα ισπανικά και τα αραβικά. Έχει γράψει δοκίμια για την σύγχρονη λογοτεχνία της Παλαιστίνης και του Ιράκ, μία συλλογή ποίησης με επιρροές από τον Προυστ, και πολλά ακόμη διηγήματα. Ως εκδότης, έχει εκδόσει ένα βιβλίο πειραματικής μυθοπλασίας (punk journalism) και την μετάφραση του ημερολογιου ενός πρώην παιδιού-στρατιώτη στον εμφύλιο του Λιβάνου. Είναι, επίσης, καθηγητής πανεπιστημίου και λάτρης των κόμικς –την ένατη, κατά πολλούς, τέχνη– και των graphic novels και γράφει κριτικές γι' αυτά στην αντίστοιχη στήλη της Le Monde. Πρόσφατα δε συμμετείχε στην δημιουργία του βιβλίου της λιβανέζας κομίστα Zeina Abirached.
Όπως στη ζωή και τις σπουδές, έτσι και στα βιβλία του, ο Ματίας Ενάρ γεφυρώνει δύο πόλους - την Ανατολή με τη Δύση. Ο σύγχρονος αυτός Οριενταλισμός προκύπτει από την ανάγκη του συγγραφέα να αναδείξει την παρεξηγημένη εικόνα, όπως λέει, που έχουμε για την Ανατολή και το σημείο ώσμωσης των δύο κόσμων. "Για μένα η Ανατολή και η Δύση δεν είναι ποτέ δύο απολύτως διαχωρισμένες ταυτότητες. Αυτό που κυριαρχεί διαχρονικά στην τέχνη, τη λογοτεχνία, αλλά φυσικά στην πολιτική και στρατιωτική ιστορία είναι οι «συναλλαγές». Και από την άλλη, είναι παράδοξο να σκεφτόμαστε ότι μέσα στο παγκοσμιοποιημένο χωριό μας οι μόνοι απολύτως διακριτοί κόσμοι είναι η Ανατολή και η Δύση. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί κανείς να ξεχνάει τις διαφορές μεταξύ των πολιτισμών. Αλλά διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στο Παρίσι και το Βερολίνο ή την Αθήνα και το Βερολίνο ή την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Νομίζω ότι μέχρι τώρα έχουμε σίγουρα μάθει πως το μέλλον μας θα είναι πολυπολιτισμικό...".
Γι' αυτό το γεφύρωμα των δύο άκρων στο "Μίλησέ τους..." ο συγγραφέας βασίζεται σε διάσπαρτα θραύσματα της ιστορίας τα οποία αναφέρει στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου – προσωπικά σημειωματάρια, ημερολόγια κι επιστολές του καλλιτέχνη που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα καθώς και γραπτά μελετητών του που αναφέρουν την πρόσκληση του σουλτάνου. Πραγματικός ήταν και ο κοσοβάρος ποιητής Μεσιχί όπως πραγματικό είναι κι ένα σχέδιό του Μιχαήλ Άγγελου για μια γέφυρα στον Κεράτιο το οποίο φυλάσσεται στο Μουσείο Επιστημών του Μιλάνου. Από πουθενά όμως δεν προκύπτει ότι ο ιταλός καλλιτέχνης επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη. Με την φανταστική επίσκεψή του, ο Ματιάς Ενάρ αναπαριστά τον αόρατο τρόπο που η Πόλη, και ιδίως η Αγια Σοφια, επηρρέασαν κατά πολύ την καλλιτεχνική δημιουργία του "Θεϊκού" γλύπτη. Στήνει, έτσι, μια γέφυρα για την εκ νέου κατανόηση της τόσο αμφίδρομης σχέσης Ανατολής - Δύσης.
Σημείωση: Το πρώτο εικαστικό είναι λεπτομέρεια από το "Ψαράδες στην γέφυρα του Γαλατά", του Ανδρέα Γεωργιάδη. Ακολουθεί μία σπουδή του Μικελάντζελο για τον Αδάμ της Capella Sistina και στη συνέχεια, το φωτογραφικό τρίπτυχο "Οι Γυναίκες του Μαρόκο" της σύγχρονης Μαροκινής Lalla Essaydi. το οποίο θα παρουσιαστεί στην αμέσως προσεχή έκθεση του Βρετανικού Μουσείου για το Πώς ο Ισλαμικός Κόσμος Επιρρέασε την Δυτική Τέχνη. Η φωτογραφία του συγγραφέα ανλήθηκε τυχαία από το διαδίκτυο.