the love that dare not speak its name*
"Πρέπει να ήταν κατά τη δεύτερη ή τρίτη μου επίσκεψη στο τέμενος όταν προκλήθηκε ο σπινθήρας και, τόσο εκείνος όσο και ο σύντροφός του, ο Τζωρτζ Μέριλ, είχαν συμμαχήσει στο να μου προξενήσουν βαθιά εντύπωση και να μου αγγίξουν κάποια δημιουργική φλέβα. Ο Τζωρτζ Μέριλ μου άγγιξε επίσης την πλάτη - απαλά και ακριβώς πάνω από τους γλουτούς. Πιστεύω ότι άγγιζε των περισσότερων ανθρώπων. Η αίσθηση ήταν ασυνήθιστη και τη θυμάμαι ακόμα (...) Επέστρεψα κατόπιν στο Χάρογκέιτ (...) και αμέσως άρχισα να γράφω τον Μώρις" εξομολογείται ο Ε.Μ.Φόρστερ για το πως δημιούργησε το "Μώρις" (Καστανιώτης, 1988).
Ο συγγραφέας παρακολουθεί τον ήρωά του από την εφηβεία έως και τα τριάντα+ χρόνια του. Το μυθιστόρημα ξεκινά με τον Μώρις (κι όχι Μωρίς όπως λανθασμένα αποδίδεται στο κείμενο) 13χρονο μαθητή - μία μετριότητα όπως περιγράφεται που προκειμένου να γίνει δεκτός από τους υπόλοιπους συμμαθητές του υιοθετεί την συμπεριφορά τους ενώ την απεχθάνεται. Στην πραγματικότητα, αδιαφορεί και πιέζεται τόσο στο σχολείο όσο και στο σπίτι διότι τα ενδιαφέροντα κι όλες οι συζητήσεις των οικείων του περιστρέφονται γύρω από τους καθωσπρεπισμούς της εποχής και την κοινωνική αποκατάσταση.
Ο Μώρις συνεχίζει τις σπουδές του στο Κέιμπριτζ όπου δεν σταματά να νιώθει διαφορετικός από τους υπόλοιπους κι αποξενωμένος. Μέχρι που γνωρίζει τον Κλάιβ Ντάραμ, έναν τριτοετή συμφοιτητή του που στην πορεία γίνεται μέντοράς του. Ο Κλάιβ τον μυεί στην αρχαία ελληνική γραμματεία και στα κείμενα περί ομοφυλοφιλίας. Γίνεται η αφορμή για να "ανοίξει" το μυαλό του Μώρις και να απαλλαγεί από τις βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις του για την θρησκεία και τις κοινωνικές συμβατικότητες. Να βρει, να κατανοήσει και να αποδεχθεί την σεξουαλική του ταυτότητα. Ουσιαστικά, ο Κλάιβ απελευθερώνει τον Μώρις και για όσο διαρκεί η σχολή, οι δυο τους έχουν μια υπέροχη -πλατωνική όμως- σχέση παρόλο που ο Μώρις προσδοκά κάτι περισσότερο.
Εξαιτίας ενός εγωϊσμού, ο Μώρις εγκαταλείπει τις σπουδές του και εργάζεται ως χρηματιστής ενώ αντίθετα, ο Κλάιβ τις ολοκληρώνει. Μετά το τέλος των σπουδών του κι ενώ βρίσκεται σε ταξίδι στην Ελλάδα με άλλη παρέα, ο Κλάιβ βιώνει μία εσωτερική μεταστροφή σχετικά με τις σεξουαλικές προτιμήσεις του και η ιδιαίτερη, τρυφερή, φιλία που ένιωθε για τον Μώρις δίνει την θέση της στην έλξη για το γυναικείο φύλο που είναι τόσο ένθερμη ώστε αποφασίζει να παντρευτεί. Από το κείμενο γίνεται φανερό ότι ο Κλάιβ ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για την κοινή γνώμη και την κοινωνική του θέση απ' ότι διατεινόταν ως φοιτητής. Φυσικό επακόλουθο λοιπόν να επιλέξει έναν συμβατικό, "στεγνό", γάμο και να αποκηρύξει την ομοφυλοφιλία του θεωρώντας την μία εμμονή, ένα καπρίτσιο της ηλικίας. Η συμπεριφορά του προς τον Μώρις γίνεται συγκαταβατική, τυπική. Καθαρά βρετανική. Ο Μώρις, ωστόσο, αντιμετωπίζει το απροσδόκητο αυτό τέλος όσο καλύτερα μπορεί δίχως να απαρνηθεί λεπτό την πραγματική του ταυτότητα. Καθώς διάβαζα τον "Μώρις" σκεφτόμουν ότι αν στη θέση των δύο αντρών έβαζα τα ονόματα ενός ετερόφυλου ζευγαριού, δεν θα υπήρχε καμμία διαφορά στις αντιδράσεις των ηρώων. Έτσι, μπόρεσα να προβλέψω τη συνέχεια - όπως γίνεται συνήθως σε όλες τις σχέσεις αγάπης κι έρωτα που τελειώνουν άδοξα, τον πόνο της απόρριψης και της ήττας, το βάσανο της απώλειας τα γιατρεύει ο χρόνος κι ένας καινούργιος έρωτας.
Ο Μώρις ερωτεύεται τον Άλεκ Σκάντερ, τον θυροφύλακα του Κλάιβ. Βρίσκει, επιτέλους, την ανταπόκριση και την αμοιβαιότητα που ποθούσε και παρόλες τις διαφορές -κοινωνικές και πνευματικές- που υπάρχουν, οι δυο εραστές μένουν μαζί ως το βάθος της ηλικίας τους. Μάλιστα, ο Ε.Μ.Φόρστερ, στο αρχικό χειρόγραφό του είχε γράψει έναν διαφορετικό επίλογο που ναι μεν δημοσιεύτηκε αλλά κατόπιν τον απέσυρε γιατί θεώρησε ότι δεν θα ήταν δημοφιλής. Σ' εκείνον τον επίλογο, λίγα χρόνια μετά το τέλος της νουβέλας -νουβέλα ονομάζει ο ίδιος ο Ε.Μ.Φ. το "Μώρις"- γίνεται μια συνάντηση του Μώρις με την μικρότερη αδελφή του, Κίττυ, η οποία τελικά υποψιάζεται τον πραγματικό λόγο που ο αδελφός της είχε εγκαταλείψει το πατρικό τους και του δείχνει πόσο πολύ τον απεχθάνεται γι' αυτό. Η τελευταία σκηνή περιέγραφε τον Μώρις και τον Άλεκ να συζητούν, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, και να αποφασίζουν να μετακομίσουν για να αποφύγουν μία τυχόν μελλοντική συνάντηση μαζί της.
Ο Ε.Μ.Φόρστερ δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να ολοκληρώσει την συγγραφή αυτού του μυθιστορήματος αλλά δεν θα επιτρέψει να δημοσιευθεί παρά μόνον μετά θάνατον. Ομοφυλόφιλος ο ίδιος, γνωρίζει από πρώτο χέρι τους κομφορμισμούς της εποχής και τις ποινικές διώξεις και κυρώσεις που επιφέρει η ομοφυλοφιλία στην εποχή του κι αυτό τον κάνει αρκετά αρνητικό για την έκδοση του "προκλητικού" Μώρις. Άλλωστε, η απήχηση και η "μεθεόρτια" εντύπωση της δίκης του Όσκαρ Ουάιλντ που σκανδάλισε τα τότε χρηστά ήθη της Μεγάλης Βρετανίας, διαρκούσαν ακόμη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, το 1913, όταν ο Ε.Μ. Φόρστερ έγραφε τον "Μώρις" (υπάρχει σχετική αναφορά και στην πλοκή του βιβλίου). Είναι επίσης επιφυλακτικός κι αβέβαιος για την λογοτεχνική αξία του βιβλίου μολονότι το έργο του μέχρι εκείνη τη στιγμή (πέντε μυθιστορήματα και μία συλλογή διηγημάτων) είναι ήδη αναγνωρισμένο. Ο ίδιος σημειώνει: "Δημοσιεύσιμο - αλλά το αξίζει;" Ο "Μώρις" θα χρειαστεί να περιμένει πενήντα οκτώ χρόνια πριν βρεθεί στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Το 1971, ο Ε.Μ.Φόρστερ έχει πεθάνει και τόσο οι αντιλήψεις όσο και η αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας έχουν αλλάξει κατά πολύ.
Ξεκίνησα να διαβάζω τον "Μώρις" επηρρεασμένη από την πολύ καλή κινηματογραφική μεταφορά του από τον Τζέιμς Άιβορυ που φαίνεται ότι είναι ο αποκλειστικός σκηνοθέτης των βιβλίων του Ε.Μ.Φόρστερ. Μιλώντας για την ταινία, δεν θυμάμαι τι στ' αλήθεια ήταν αυτό που μου είχε κάνει περισσότερο εντύπωση: η σχέση δύο ανθρώπων από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις ή ο άγνωστος και γοητευτικός νεαρός -τότε- ηθοποιός Ρούπερτ Γκρέιβς που υποδυόταν τον Άλεκ Σκάντερ. Η ομοφυλοφιλία, πάντως, δεν ήταν. Ανέκαθεν, δεν με προκαλούσαν οι όποιες ιδιαιτερότητες του σώματος. Μάλλον με θυμώνουν όταν τους δίνεται περισσότερη προσοχή απ' ότι είναι απαραίτητο και κυρίως όταν χρησιμοποιούνται για να βάλλουν κάποιον. Πιο πολύ με έλκυουν οι αδυναμίες της ψυχής και η δύναμη της θέλησης - "You can do anything. Once you know what it is", λέει ο Μώρις. Ο Φόρστερ χειρίζεται πολύ καλά την περίπτωση του - ο Μώρις καλύπτει όλη την παλέτα των συναισθημάτων ενός αληθινά ερωτευμένου ανθρώπου. Ωστόσο, το βιβλίο δεν διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες, ιδίως τη στιγμή που η ελληνική μετάφρασή του το αδικεί σε αρκετά σημεία. Δίνει όμως με απλό τρόπο, χωρίς στόμφο και δραματικές υπερβολές, την αυθεντικότητα των συναισθημάτων ενός άντρα που έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του. Στο τέλος δε, ο Μώρις εμφανίζεται τόσο ολοκληρωμένος, και γι' αυτό ισχυρός, που φέρνει σε τραγική αμηχανία τον πάντα ετοιμόλογο Κλάιβ.
Γυρνώντας την τελευταία του σελίδα ένιωσα ότι διάβαζα όχι απλώς μία περιγραφή γεγονότων αλλά κάτι βαθύτερο - τα πράγματα στην σωστή τους βάση. Κι αυτό έκανε τη μέρα μου καλύτερη.
__
* Πρόκειται για φράση από το ποίημα "Δύο Αγάπες" του λόρδου Άλφρεντ Ντάγκλας, εραστή του Όσκαρ Ουάιλντ. Χρησιμοποιήθηκε από τον δημόσιο κατήγορο για να φέρει σε δύσκολη θέση τον Όσκαρ Ουάιλντ αλλά και από τον ίδιο τον συγγραφέα για την υπεράσπισή του στην πολύκροτη δίκη του που έγινε τον Απρίλιο του1895.
Σημειώσεις: Η πρώτη φωτογραφία είναι από το εξώφυλλο του βιβλίου ενώ η δεύτερη από την κινηματογραφική μεταφορά του "Μώρις" - ο (ξανθός) Τζειμς Γουΐλμπυ ήταν ο Μώρις και ο Ρούπερτ Γκρέιβς ο Άλεκ. Η τρίτη φωτογραφία είναι από χειρόγραφο του Ε.Μ.Φόρστερ για το "Πέρασμα στην Ινδία"