Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015








Η Αλίκη, η πόλη

και το μπαλόνι  





Όλοι για πάρτη τους; Όλα για τα λεφτά; Γιατί δεν μπορώ να κάνω αυτό που θέλω; Μερικά από τα ερωτήματα που βαραίνουν την πρωταγωνίστρια του "Η Αλίκη στην πόλη"  (Πατάκης, 2014). Το πρώτο βιβλίο εφηβικής/νεανικής λογοτεχνίας που γράφει η  Αργυρώ Πιπίνη είναι ένα σύγχρονο μίνι-bildungsroman (μυθιστόρημα μαθητείας), περισσότερο πικρό κι αγχώδες παρά γλυκό και κατευναστικό, στο οποίο η συγγραφέας δίνει την ευκαιρία στην πρωταγωνίστριά της να αποδράσει από την καταπιεστική πραγματικότητα και να ανακαλύψει τις απαντήσεις της μέσα από την περιπλάνηση  στην νυχτερινή Αθήνα. 

Μαθήτρια Λυκείου, η Αλίκη είναι θυμωμένη με την κατάσταση που βιώνει: από την μια, το πρόγραμμα σπίτι-σχολείο-φροντιστήριο-ιδιαίτερα είναι δεδομένο και ασφυκτικό· κι από την άλλη, ο πατέρας, αν και την καταλαβαίνει, λείπει συνεχώς για δουλειές ενώ η μητέρα αδιαφορεί πλήρως για τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες και συνεχώς μοιάζει να πολεμά - τον μπαμπά της Αλίκης, την Αλίκη, την ζωή. Η πίεση για καλύτερους βαθμούς είναι επίσης δεδομένη και ασφυκτική και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για οποιοδήποτε άλλο ενδιαφέρον. "Τέρμα οι βόλτες και η τέχνη" της ανακοινώνει η μητέρα. Μία Πέμπτη απόγευμα μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων και μετά από έναν ακόμη καβγά για τους βαθμούς και τα χρήματα, η Αλίκη το σκάει. Θα πάει μέχρι το Σύνταγμα, θα πάρει το λεωφορείο για Πειραιά και όταν φτάσει εκεί, θα επιστρέψει με το ίδιο δρομολόγιο στο κέντρο. Θα κατέβει κάπου στην Πλάκα γύρω στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα κι εκεί, στο κατώφλι μιας εκκλησίας,  θα κοιμηθεί το βράδυ. Το επόμενο πρωί θα συνεχίσει την περιπλάνησή της.


Στις εικοσιτέσσερις περίπου ώρες που διαρκεί η απόδραση, η Αλίκη θα έρθει αντιμέτωπη με τις αναμνήσεις και τις επιθυμίες της αλλά και την πραγματικότητα και την βία που αυτή περικλείει. Θα θυμηθεί την αγαπημένη της γιαγιά και το καλοκαίρι που πέρασε, τον πρώτο έρωτα με τον Μάκη, το σοκ που υπέστη από το θάνατό του, τις συνεδρίες με τον ψυχολόγο, την μητέρα που δεν χάρηκε με το ποίημά της που πήρε τον μεγαλύτερο βαθμό στην τάξη, την  επιτακτική λαχτάρα της να μεγαλώσει, να ταξιδέψει, να ζωγραφίσει, να ερωτευτεί, να ζήσει αληθινά.  Ωστόσο, τώρα που είναι ελεύθερη να κάνει αυτό που θέλει, η Αλίκη θα ζήσει σαν άστεγη, ανάμεσα σε περιθωριακούς και σε ανέστιους μετανάστες, θα νιώσει την απειλή από τις σεξουαλικές ορέξεις νυχτόβιων, και θα καταφύγει στις κρυφές και κρύες γωνιές της πόλης για να προστατευτεί από το σκοτάδι. Την επόμενη μέρα θα συναντήσει τον Σταύρο, έναν γνωστό της που εκδηλώνει τρυφερότητα για εκείνη, και θα περπατήσουν μαζί μέχρι το Μοναστηράκι όπου θα αναμειχθούν σε μια διαδήλωση και θα παρακολουθήσουν τις διάφορες επιδείξεις υπαίθριων καλλιτεχνών.




Στην συγγραφή, το πέρασμα από την λογοτεχνία για τις μικρές ηλικίες σε εκείνη που απευθύνεται σε μεγαλύτερες κρύβει κακοτοπιές - η έκταση του κειμένου, η επιλογή των λέξεων,  η εστίαση του συγγραφέα και, κυρίως, ο χειρισμός των μυθιστορηματικών καταστάσεων έχουν δυσδιάκριτα όρια κι ευμετάβλητες ισορροπίες. Η αφήγηση πρέπει να υπερκεράσει και να αναμορφώσει ευαισθησίες  και ευερεθιστότητες με τρόπο ελκυστικό έως συνενοχικό για τους εφήβους, ένα κοινό που δύσκολα ελκύεται από τον γραπτό λόγο δίχως οπτικά ερεθίσματα και σοσιαλμηντιακή ή άλλη τεχνολογική διάδραση, δύσκολα αφιερώνει στατικό χρόνο (όπως απαιτεί η ανάγνωση της λογοτεχνίας) χωρίς μετρήσιμο αποτέλεσμα (βλ. εξετάσεις), δύσκολα επιστρέφει σε αυτόν.

Η συγγραφέας αποφεύγει τις κακοτοπιές και το "Η Αλίκη στην πόλη" θα μπορούσε να είναι διήγημα για ενηλίκους λόγω ύφους και δομής του κειμένου. Λόγω θέματος, ωστόσο, απευθύνεται στους έφηβους αναγνώστες  διότι αφορά αποκλειστικά τον θεμελιώδη για τον νεανικό ψυχισμό προβληματισμό για την ταυτότητα του ατόμου, τα θέλω και την απαγόρευσή τους. Η άσχημη πλευρά της πόλης, αν και προσφέρεται για πολλά κοινωνιολογικά σχόλια, λειτουργεί εδώ πρωτίστως ως το πιο κατάλληλο πεδίο αναμέτρησης με τον εαυτό καθώς η περιπλάνησή της Αλίκης δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ασύνειδη εξερεύνηση της ελευθερίας και η διερεύνηση των προσωπικών ορίων - οι σκληρές σκηνές παραιτημένων ανθρώπων που δείχνουν στην Αλίκη καλοσύνη όπως κι εκείνες των ανερμάτιστων βίαιων ανθρώπων που της επιτίθενται, δεν είναι θεωρητικές ασκήσεις επί χάρτου στον προστατευμένο χώρο της οικογένειας ή του σχολείου. Σε αυτό το στοιχείο της επικινδυνότητας και στην θύελλα των συναισθημάτων που νιώθει η Αλίκη αποσκοπούν ο γοργός ρυθμός της αφήγησης, οι σφιχτοδεμένες κοφτές προτάσεις και τα γρήγορα περάσματα από την μία σκηνή στην επόμενη. Οι μουσικές, συγγραφικές και κινηματογραφικές αναφορές άλλων καλλιτεχνών που η συγγραφέας ενσωματώνει στην πλοκή είναι πολύ ενδιαφέρουσες ωστόσο με κούρασαν τόσο με τον μεγάλο αριθμό τους όσο και με τους ταχύτατους ρυθμούς που προβάλλονται - Πωλ Ελυάρ, Έμιλυ Ντίκινσον, Έιμυ Γουάινχάουζ, Τζόναθαν Σάφραν Φόερ, Γιάννης Ρίτσος, Joy Division, Μισέλ Φάις, Green Day, Άκης Πάνου, Βιμ Βέντερς. Εάν ήμουν έφηβη πιθανόν να αποθαρρυνόμουν να συνεχίσω την ανάγνωση αν έπρεπε να γκουγκλίσω παραπάνω από ένα-δύο ονόματα για να λύσω τις απορίες μου. Ως ενήλικη, ωστόσο, το θεωρώ μια πολύ έξυπνη και ρεαλιστική απόδοση της  αίσθησης της μη-ταυτότητας της Αλίκης.

Ευαίσθητη, ιδιότυπα σιωπηλή και δυνητικά εκρηκτική, όπως ακριβώς ένα μπαλόνι, η εφηβεία είναι μία σκληρή δοκιμασία. Το μόλις 59 σελίδων αφήγημα της Αργυρώς Πιπίνη ακολουθεί τον ιδιοσυγκρασιακό ψυχισμό της ηλικίας και με γλώσσα σύγχρονη και άμεση -που γίνεται όμως μελοδραματική σε ορισμένα σημεία- μιλά με ευθύτητα τόσο για τις σκοτεινές σκέψεις των εφήβων  όσο και  για τις φωτεινές που είναι βέβαια μικρότερης έκτασης. Το κιαροσκούρο τούτο αποδεικνύεται ιδιαίτερα αποτελεσματικό για την οριοθέτηση της ατομικότητας της έφηβης Αλίκης και την ικανότητά της να πάρει αποφάσεις.


"...για να μην είναι ανόητος, ο αισιόδοξος πρέπει να γνωρίζει πόσο θλιβερό μέρος μπορεί να γίνει ο κόσμος" είπε ο Πίτερ Ουστίνωφ και η Αλίκη κατακτά, στο τέλος, ένα μικρό κομμάτι αυτής της γνώσης. Οι έφηβοι αναγνώστες θα αποκτήσουν κι εκείνοι το αντίστοιχο μερίδιό τους διαβάζοντας το αφήγημα ετούτο και μάλλον θα εμπιστευτούν περισσότερο τον κόσμο της λογοτεχνίας. Κι έτσι, η επιστροφή σ' αυτήν γίνεται εύκολη.




Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον Αναγνώστη, το ηλεκτρονικό περιοδικό για το βιβλίο και τις Τέχνες, στις 31 Αυγούστου 2015.





Σημειώσεις: "Η Αλίκη στην πόλη" συμπεριλήφθηκε στην βραχεία λίστα των Λογοτεχνικών Βιβλίων για παιδιά κι εφήβους των φετινών Bραβείων του Αναγνώστη ενώ το πιο πρόσφατο βιβλίο της συγγραφέως, το "Το δικό τους ταξίδι" (σε εικονογράφηση της Μ. Μελισσηνού - Καλειδοσκόπιο, 2014) απέσπασε τελικά  το Βραβείο του Αναγνώστη στην κατηγορία Εικονογραφημένου Βιβλίου για παιδιά. // Η εγκατάσταση  της πρώτης φωτογραφίας είναι των Anna Burns και Michael Bodiam  ενώ οι δύο επόμενες εικόνες είναι από το εξώφυλλο του βιβλίου που σχεδιάστηκε από την Ελένη Θεοφυλάκτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: