Αιωρούμενη μνήμη
Μια ασυνήθιστη αίσθηση αποπνέουν τα βιβλία του Patrick Modiano κι αυτό ισχύει και στο πιο πρόσφατο βιβλίο του. Το "Για να μην χάνεσαι στη γειτονιά" (μτφρ. Ρούλα Γεωργακοπούλου – Πόλις, 2016) είναι μία ακόμη νουάρ περιήγηση στην θολή μνήμη του παρελθόντος του γάλλου νομπελίστα. Αυτή τη φορά, για να επουλώσει ο πρωταγωνιστής του το τραύμα της απουσίας των γονιών του.
Σημείο εκκίνησης του μυθιστορήματος είναι η χαμένη αντζέντα του ηλικιωμένου συγγραφέα Ζαν Νταραγκάν, το alter ego του Μοντιανό ο οποίος είναι αυτοαναφορικός στα περισσότερα βιβλία του. Ένας επίδοξος συγγραφέας, ο Ζιλ Οττολινί, την βρίσκει κι επικοινωνεί μαζί του για να του την επιστρέψει με απώτερο σκοπό, όπως αφήνεται να εννοηθεί, να τον βοηθήσει στην συγγραφή του δικού του βιβλίου. Γι' αυτό ο Οττολινί χρησιμοποιεί επίμονα, σχεδόν εκβιαστικά, ένα όνομα: Γκυ Τορστέλ. Ο Νταραγκάν δεν θυμάται καθόλου το όνομα ούτε το πρόσωπο πίσω από αυτό. Όντας στην διαδικασία συγγραφής του επόμενου βιβλίου του, και με την βοήθεια της φίλης του Οττολινί, Σαντάλ Γκριππέ, ο Νταραγκάν αρχίζει να αναζητά περισσότερα στοιχεία γι' αυτό, κάτι που θα τον οδηγήσει στην εποχή της παιδικής του ηλικίας – όταν η μόνη ταυτότητα που είχε ήταν μόνο ένα όνομα γραμμένο σε ένα χαρτί με την σημείωση "Για να μην χάνεσαι στη γειτονιά". Κάθε λεπτομέρεια που ξαναθυμάται ο Νταραγκάν στην πορεία πυροδοτεί κι από μία εικόνα του παρελθόντος του – η αρχή γίνεται με ένα παλιό μαύρο σατέν φόρεμα με δύο κίτρινα χελιδόνια που βρίσκεται κρεμασμένο στο πορτ-μαντώ της Σαντάλ. Στον φάκελο με τις φωτοτυπημένες σημειώσεις του Οττολινί, ο Ζαν θα ανακαλύψει κι άλλα γνώριμα ονόματα δίχως ωστόσο η αχνή θύμησή τους να καλύπτει τα κενά – των χαμένων ανθρώπων, των χαμένων ευκαιριών, του χαμένου χρόνου.
Ο Νταραγκάν θα επιστρέψει στην γειτονιά όπου έζησε ως παιδί και θα συναντήσει τον γιατρό Βουστραάτ ο οποίος φαίνεται πως θυμάται αρκετά καλά το παρελθόν κι εκείνον τον επτάχρονο μικρούλη που έμενε στο Λεπροκομείο και μεγάλωνε στον απόηχο της Κατοχής με μιαν αρτίστα και το συνάφι της – όταν οι γονείς του Ζαν τον εγκατέλειψαν κρυφά ένα βράδυ, η νεαρή Αννί Αστράν, χορεύτρια-συνοδός κυρίων, τον πήρε υπό την προστασία της. Η συζήτηση με τον γιατρό Βουστραάτ φωτίζει κάποιες μνήμες του ηλικιωμένου συγγραφέα, δεν απαλύνει ωστόσο την μόνιμη αίσθηση ενοχής του κι έτσι ο Νταραγκάν θα συνεχίσει να αναζητά εικόνες και ονόματα· να εξερευνά τόπους και γεγονότα, και να σκέφτεται διάφορους ορισμούς για να προσδιορίσει την καταγωγή και την ύπαρξή του. Τα εμπεριστατωμένα σχόλια της μεταφράστριας βοηθούν τον αναγνώστη να ξεδιαλύνει τις καταστάσεις στο παρελθόν του Ζαν ενώ το επίμετρο στις τελευταίες σελίδες της έκδοσης, επίσης από την ίδια, δίνει μία εξήγηση για τούτη την επίμονη σκιά των γεγονότων στην ζωή του.
Θα περίμενε κανείς μία πιο
απαιτητική εξιστόρηση όπως αυτές που προηγήθηκαν στα άλλα έργα του.
Ωστόσο, ακόμη και σε τούτη την λιγότερο περίτεχνη δομή τού "Για να μην
χάνεσαι στη γειτονιά", ο Πατρίκ Μοντιανό διατηρεί το χαρακτηριστικά χαμηλόφωνο, κομψό ύφος του και την ιδιότυπη αίσθηση του άπιαστου που έρχεται σε αντίθεση με την τόση ακρίβεια που προσδίδει στις περιγραφές του. Αποπροσανατολιστικό αυτό για τον αναγνώστη, όπως και η επιμονή του συγγραφέα να αφήνει ανοιχτό το τέλος στα μυθιστορήματά του – ο τρόπος του, υποθέτω, να εμπλέξει τον αναγνώστη στον
μύθο ώστε ο καθένας να εντοπίσει τις δικές του ερμηνείες στο μεταίχμιο αλήθειας
και λογοτεχνίας. Ή αλλιώς, η λογοτεχνία πάντα βλέπει την ζωή.
Σημείο εκκίνησης του μυθιστορήματος είναι η χαμένη αντζέντα του ηλικιωμένου συγγραφέα Ζαν Νταραγκάν, το alter ego του Μοντιανό ο οποίος είναι αυτοαναφορικός στα περισσότερα βιβλία του. Ένας επίδοξος συγγραφέας, ο Ζιλ Οττολινί, την βρίσκει κι επικοινωνεί μαζί του για να του την επιστρέψει με απώτερο σκοπό, όπως αφήνεται να εννοηθεί, να τον βοηθήσει στην συγγραφή του δικού του βιβλίου. Γι' αυτό ο Οττολινί χρησιμοποιεί επίμονα, σχεδόν εκβιαστικά, ένα όνομα: Γκυ Τορστέλ. Ο Νταραγκάν δεν θυμάται καθόλου το όνομα ούτε το πρόσωπο πίσω από αυτό. Όντας στην διαδικασία συγγραφής του επόμενου βιβλίου του, και με την βοήθεια της φίλης του Οττολινί, Σαντάλ Γκριππέ, ο Νταραγκάν αρχίζει να αναζητά περισσότερα στοιχεία γι' αυτό, κάτι που θα τον οδηγήσει στην εποχή της παιδικής του ηλικίας – όταν η μόνη ταυτότητα που είχε ήταν μόνο ένα όνομα γραμμένο σε ένα χαρτί με την σημείωση "Για να μην χάνεσαι στη γειτονιά". Κάθε λεπτομέρεια που ξαναθυμάται ο Νταραγκάν στην πορεία πυροδοτεί κι από μία εικόνα του παρελθόντος του – η αρχή γίνεται με ένα παλιό μαύρο σατέν φόρεμα με δύο κίτρινα χελιδόνια που βρίσκεται κρεμασμένο στο πορτ-μαντώ της Σαντάλ. Στον φάκελο με τις φωτοτυπημένες σημειώσεις του Οττολινί, ο Ζαν θα ανακαλύψει κι άλλα γνώριμα ονόματα δίχως ωστόσο η αχνή θύμησή τους να καλύπτει τα κενά – των χαμένων ανθρώπων, των χαμένων ευκαιριών, του χαμένου χρόνου.
Ο Νταραγκάν θα επιστρέψει στην γειτονιά όπου έζησε ως παιδί και θα συναντήσει τον γιατρό Βουστραάτ ο οποίος φαίνεται πως θυμάται αρκετά καλά το παρελθόν κι εκείνον τον επτάχρονο μικρούλη που έμενε στο Λεπροκομείο και μεγάλωνε στον απόηχο της Κατοχής με μιαν αρτίστα και το συνάφι της – όταν οι γονείς του Ζαν τον εγκατέλειψαν κρυφά ένα βράδυ, η νεαρή Αννί Αστράν, χορεύτρια-συνοδός κυρίων, τον πήρε υπό την προστασία της. Η συζήτηση με τον γιατρό Βουστραάτ φωτίζει κάποιες μνήμες του ηλικιωμένου συγγραφέα, δεν απαλύνει ωστόσο την μόνιμη αίσθηση ενοχής του κι έτσι ο Νταραγκάν θα συνεχίσει να αναζητά εικόνες και ονόματα· να εξερευνά τόπους και γεγονότα, και να σκέφτεται διάφορους ορισμούς για να προσδιορίσει την καταγωγή και την ύπαρξή του. Τα εμπεριστατωμένα σχόλια της μεταφράστριας βοηθούν τον αναγνώστη να ξεδιαλύνει τις καταστάσεις στο παρελθόν του Ζαν ενώ το επίμετρο στις τελευταίες σελίδες της έκδοσης, επίσης από την ίδια, δίνει μία εξήγηση για τούτη την επίμονη σκιά των γεγονότων στην ζωή του.
Σημείωση: Στην πρώτη φωτογραφία, η Place de Furstenberg – εδώ βρισκόταν η αίθουσα εκδηλώσεων όπου πήγαινε ο Μοντιανό ως παιδί για μαθήματα κατηχητικού. Ανήκει στην προσωπική συλλογή του συγγραφέα και δημοσιεύτηκε με την άδειά του εδώ. Στη δεύτερη, ο ίδιος στο γραφείο του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου