Soundtracking
An Identity
Στο τρίτο όροφο μένει ο Άρης Κοντός. Μεταφορέας και συναρμολογητής σε γνωστή πολυεθνική εταιρεία επίπλων ποιότητας, ζει μια μονότονη ρουτίνα. H κοινωνικότητά του είναι συρρικνωμένη σε δυο-τρεις κουβέντες που ανταλλάσσει με τον συνάδελφό του Τεό και κάποιες φορές που συμμετέχει στην συνέλευση των ενοίκων της πολυκατοικίας. Η μόνη επαφή με την οικογένειά του είναι οι αναμνήσεις: από μία προστατευμένη κι αδιάφορη παιδική ηλικία, και από τον παππού στην Αλεξάνδρεια, που αποτελεί πρότυπο για τον Άρη – είναι ο μόνος που του δείχνει εμπιστοσύνη και του μαθαίνει την δραστήρια, δημιουργική ζωή. Μοναδική διέξοδός του –κόλλημα το λέει– είναι το να συναρμολογεί μεγάλα παζλ και το να παίζει Super Mario και τένις στο Wii. Κάπου κάπου κάνει και φάρσες στα ελιτίστικα κτηματομεσιτικά γραφεία.
Ο Φίλιππος Ροδόπουλους μένει στον τέταρτο. Έχει φήμη εναλλακτικού καλλιτέχνη, είναι μία διασημότητα. Το επιβεβαιώνει ο κόσμος –καλλίγραμμος γυναικείος, κυρίως– που τον επισκέπτεται και τα πολύβουα πάρτυ στο ρετιρέ του. Νέος, στυλάτος, φτασμένος· με αναμφίβολο ταλέντο, κύρος και μεγάλη δόση ευζωίας είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά του που θαυμάζει ο Άρης καθώς τον παρατηρεί συστηματικά και από απόσταση. Η απόσταση αυτή, ωστόσο, θα καταργηθεί όταν ο ΄Άρης έχει ένα εργατικό ατύχημα: καθώς μοντάρει, σκυμμένος, μία βιβλιοθήκη, τα ράφια πέφτουν από ψηλά και προσγειώνονται με δύναμη στο πίσω μέρος του κεφαλιού του, κοντά στο δεξί αυτί. Εκτός από ένα επίμονο καρούμπαλο και πονοκέφαλο, ο Άρης νιώθει την ακοή του να οξύνεται υπερβολικά – μπορεί να ακούει ήχους και ομιλίες από μέτρα μακριά. Έτσι, η λαθρακρόαση θα γίνει το κλειδί του για να εισβάλλει –ηχητικά, στην αρχή– στο διαμέρισμα του Φίλιππου και να οικειοποιηθεί την ιδιωτική ζωή του.
Παράλληλα με την ιδιωτική ζωή των δύο πρωταγωνιστών, εκτυλίσσονται και οι ζωές των άλλων ενοίκων της πολυκατοικίας – η κυρία του κουταλιού με τον διπολικό σύζυγό της, στον πρώτο όροφο· ο νεαρός Μάριος του Β1 και το κουτάβι που προσπαθεί να πουλήσει· η ένοικος του δίπλα διαμερίσματος που προσπαθεί να πάρει μια σημαντική απόφαση· ο γηραιός διαχειριστής της πολυκατοικίας με την βαρηκοΐα του. Οι ιστορίες τους μοιάζουν παραπληρωματικές της προσωπικότητας του Άρη καθώς υποδηλώνουν, με τον τρόπο που κλιμακώνονται, τις διαφορετικές εκφάνσεις που έχει το συναισθηματικό αδιέξοδο ενός ανθρώπου. Γι' αυτό, το "Καρμπόν" θα μπορούσε να είναι και μία μελέτη για το ψυχικό κενό και την έλλειψη σκοπού, τον εθισμό και την μίμηση ως τρόπο ζωής. Δεν υπάρχουν όμως παρά λίγοι στοχασμοί που εμβαθύνουν και θα προβλημάτιζαν τον αναγνώστη για τις όψεις και τις τροπές που παίρνει η αναζήτηση της προσωπικής ταυτότητας: ο ΄Αρης θα παραιτηθεί από την δουλειά του, θα ανακαινίσει το διαμέρισμά του ως ακριβές αντίγραφο του διαμερίσματος του Φίλιππου και, ενισχύοντας την ήδη οξυμένη ακοή του με ακουστικά βαρηκοΐας, αφουγκράζεται και αντιγράφει επακριβώς όλες τις κινήσεις του – ένα έμβιο καρμπόν. Εξού και ο τίτλος του βιβλίου.
Βέβαια, στην διάρκεια αυτού του εμμονικού μιμητισμού, ο Άρης θα ανακαλύψει την ικανότητά του να ζωγραφίζει (κάποια άδηλη μορφή συναισθησίας, μάλλον) και μάλιστα με πρωτότυπο, μοντέρνο ύφος. Αυτό, όμως, είναι κάτι που δεν σημαίνει γι' αυτόν τίποτα και το προσπερνά.
Με θητεία στο επάγγελμα του μηχανικού, στην σχεδίαση καινοτόμων ιατρικών συσκευών και στην ανάπτυξη εφαρμογών νευροτεχνολογίας, με ενδιάμεσες σπουδές στην Διοίκηση Επιχειρήσεων, ο Γιώργος Κούβας είναι ασκημένος στην συγγραφή τεχνικών κειμένων. Έτσι, η τεχνική αρτιότητα του "Καρμπόν" είναι παραπάνω από εμφανής – η στιβαρή κι εκλεπτυσμένη γραφή το κάνουν ένα ευανάγνωστο κι απολαυστικό βιβλίο. Ένα page-turner με συνεχείς ανατροπές (από το δεύτερο, περίπου, μισό του βιβλίου και μετά) που αναδεικνύουν την ιδεοψυχαναγκαστική προσήλωση του Άρη στον Φίλιππο που φθάνει στο σημείο να σκηνοθετήσει την ενοχή του για να σώσει τον Φίλιππο από την σύλληψη για κατοχή ναρκωτικών. Στην ρέουσα ανάγνωση συμβάλλουν επίσης τόσο η πλούσια γλώσσα και η πυκνή -όχι ασφυκτική- συνεκτικότητα του κειμένου όσο και η γενικότερη οργάνωσή του με μικρά κεφάλαια κι εύστοχους τίτλους.
Λόγω της έντονης αληθοφάνειας της πλοκής δεν μπόρεσα να διακρίνω κάποια κωμικά στοιχεία. Δεν έχει άλλωστε και τόση σημασία για ένα βιβλίο που αποκαλύπτει εύστοχα, με οξυδέρκεια και με χροιά κινηματογραφικού ψυχολογικού θρίλερ το αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου και την αδυναμία του να χειριστεί την ζωή. Ως μυθιστόρημα δεν πυροδοτεί αναμνήσεις ή τρυφερές νοσταλγίες όπως συνήθως συμβαίνει και με τους ήχους, ωστόσο γεννά προσδοκίες για το επόμενο βήμα του συγγραφέα.
Σημειώσεις: Πιθανότατα είναι από παραδρομή, μου έκανε όμως εντύπωση ότι στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου υπάρχουν σημειώσεις που επεξηγούν/σχολιάζουν συγκεκριμένα σημεία του μυθιστορήματος ενώ μέσα στο κείμενο λείπουν οι αντίστοιχες παραπομπές. // Το πρώτο εικαστικό είναι κεντρικό μέρος του τρίπτυχου In Memory of George Dyer του Francis Bacon. Η φωτογραφία προέρχεται από το εργαστήριο του ολλανδού καλλιτέχνη Mark Manders.