Murder, he wrote
Ο σαραντάχρονος Ιβάν Πέτροβιτς Καμύτσωφ, πτυχιούχος νομικής και πρώην ανακριτής, παραδίδει στον αρχισυντάκτη μίας εφημερίδας ένα χειρόγραφο με την φιλοδοξία αφενός μεν να δημοσιευτεί κι έτσι να αναγνωριστεί ως συγγραφέας, κι αφετέρου να αποκτήσει κάποια χρήματα μιας και εκείνη τη στιγμή είναι άνεργος. Το μυθιστόρημά του, όπως τονίζει, αναφέρεται σε πραγματικά περιστατικά που συνέβησαν πριν από καιρό σε μία επαρχιακή πόλη όπου εργαζόταν ως ανακριτής, κάτι που πείθει τον αρχισυντάκτη να το δεχτεί. Μετά τις σχετικές διορθώσεις το δημοσιεύει κι εμείς διαβάζουμε για την ζωή του Σεργκέι Πέτροβιτς Ζινόβιεφ, του μυθιστορηματικού alter ego του Καμύτσωφ, και την κατ' ανάγκη φιλία του με τον ξεπεσμένο αλκοολικό κόμη Αλεξέι Καρνέγιεφ που επιστρέφει στην εξοχική κατοικία του μετά από χρόνια. Ένα απόγευμα, στην βόλτα τους στο δάσος, συναντούν την κόρη του δασοφύλακα Σκβόρτσωφ - η νεαρή Όλγα, ντυμένη στα κόκκινα, προκαλεί το ερωτικό ενδιαφέρον και των δύο ανδρών που την ερωτεύονται. Εκείνη όμως αδιαφορεί και παντρεύεται τον Ουρμπένιν, τον άσχημο αλλά ευγενικό μεσήλικα επιστάτη του κόμη που κάποτε υπήρξε ειρηνοδίκης. Αμέσως μετά τον γάμο η Όλγα, με την έπαρση της ομορφιάς της, συνειδητοποιεί ότι δεν αγαπά τον σύζυγό της· αντίθετα, είναι ερωτευμένη με τον Σεργκέι Πέτροβιτς ενώ δέχεται, παράλληλα, τις ερωτικές αξιώσεις του κόμη πηγαίνοντας να ζήσει στον πύργο του.
Σ' ένα κυνήγι που οργανώνει ο κόμης, η κουστωδία του σταματά σ' ένα ξέφωτο για πικνίκ. Εκεί εμφανίζεται ακάλεστος ο δυσάρεστος Καετάν Καζιμίροβιτς με την Σόζια, την σύζυγο του κόμη. Μετά την κεραυνοβόλο έκπληξη, το πικνικ διαλύεται και ο Σεργκέι Πέτροβιτς, πολύ θυμωμένος από το μυστικό που του κρατούσε ο υποτιθέμενος φίλος του, επιστρέφει τρέχοντας στο σπίτι του περνώντας μέσα από το δάσος. Το επόμενο βράδυ, θα τον καλέσουν, με την ιδιότητά του ως ανακριτή κι όχι ως απλό φίλο, στον πύργο για ένα τραγικό συμβάν - η Όλγα βρέθηκε αιμόφυρτη μέσα στο δάσος. Oι υποψίες αφορούν τους πάντες - από την σύζυγο του κόμη και τον αδερφό της μέχρι και την Κουκουβάγια, την γριά παραμάνα του κόμη. Την ίδια στιγμή οι γιατροί προσπαθούν να σώσουν την Όλγα που ψυχορραγεί χωρίς την παραμικρή βοήθεια από τους υπηρέτες που έχουν αφηνιάσει από την έλλειψη ελέγχου. Καθόλου τυχαία, οι έρευνες του Σεργκέι Πέτροβιτς αποδεικνύονται χρονοβόρες κι άκαρπες. Από αυτό το σημείο κι έπειτα, το μυθιστόρημα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς η Όλγα πεθαίνει δίχως να αποκαλύψει τον δολοφόνο και στο τόπο του εγκλήματος καταφθάνει ο Πολουγκράντωφ, ο δανδής αντιεισαγγελέας που κλήθηκε για να επαληθεύσει τις έρευνες του Σεργκέι Πέτροβιτς που οδηγούν στο εύκολο και προφανές θύμα - τον Ουρμπένιν. Μετά την φυλάκιση του Ουρμπένιν, ωστόσο, εμφανίζεται ο μονόφθαλμος υπηρέτης Κούζμα που διατείνεται πως είδε τον δολοφόνο κι αυτός δεν είναι ο πρώην επιστάτης.
Στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης -που είναι απόσπασμα από την Εισαγωγή της Φρανσουάζ Μορβάν στην γαλλική έκδοση του έργου- αναφέρεται πως ο ο Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ υποχρεωμένος από τις συνθήκες -έπρεπε να συντηρήσει την οικογένειά του και να ολοκληρώσεις τις σπουδές του στην Ιατρική- αναγκάστηκε να συνεργαστεί με τα "σκουπίδια της ημέρας" όπως αποκαλούσε την εφημερίδα "Νέα της ημέρας" όπου δημοσιεύτηκε σε συνέχειες το "Δράμα στο κυνήγι" όπως ήταν ο πρωτότυπος τίτλος του πεζογραφήματος στα ρωσικά. Χρειάστηκε, επίσης, να υπακούσει στους όρους του είδους που του υπαγόρευσε ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας, κάτι που δεν νομίζω να του άρεσε και πολύ γι' αυτό τους τακτοποιεί με τις πρέπουσες συγγραφικές ανατροπές - το έγκλημα διαδραματίζεται στο δεύτερο μισό του βιβλίου, υπάρχει εγκιβωτισμένο μυθιστόρημα με ανοιχτό τέλος και άγνωστο δολοφόνο, και η αποκάλυψη του ενόχου που, τελικά, διαφεύγει του νόμου γίνεται από τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας. Και βεβαίως, ο Τσέχωφ δεν αποφεύγει να σχολιάσει τις ψυχολογικές διαστάσεις των βασικών ηρώων του και να αναπαραστήσει με μελανά χρώματα τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής.
Ο Έρνεστ Χέμινγουέι σχολιάζοντας βιτριολικά τον Τσέχωφ είπε πως έγραψε μόνο έξι καλές ιστορίες. "Το έγκλημα" δεν είναι μία από αυτές αξίζει ωστόσο να διαβαστεί όχι μόνο για το πρωτόλειο ύφος του αλλά και για ένα στοιχείο που οι περισσότεροι σκηνοθέτες -του θεάτρου κυρίως αλλά και των κινηματογραφικών μεταφορών του- αποφεύγουν να παρουσιάζουν στα έργα του - το κωμικό. Κατά γενική ομολογία, ο Τσέχωφ διέθετε αρκερό χιούμορ κι εδώ, καταφέρνει να δώσει μια έντονη απόχρωση παρωδίας - είναι χαρακτηριστική η σκηνή όπου ο θίασος των τσιγγάνων, που έχει καλέσει ο κόμης πριν φύγουν για κυνήγι και αγνοεί το τραγικό συμβάν, υποδέχεται με χορούς και τραγούδια το αιμόφυρτο σώμα της Όλγας. Γενικότερα όμως, ο συγγραφέας αφήνει σε πολλά σημεία να διαρρεύσει ένα ύφος αφελές κι αβέβαιο, μια αμηχανία ίσως, που προσθέτει ιδιαίτερο τόνο σε τούτη την ιστορία - διακόπτει αρκετές φορές την ροή της αφήγησης του Καμύτσωφ παραθέτοντας υποσημειώσεις -που ευτυχώς βρίσκονται στο κάτω μέρος της σελίδας- οι οποίες υποδεικνύουν με έμμεσο τρόπο τον δολοφόνο και τα ενοχοποιητικά στοιχεία.
Μικρές λεπτομέρειες που, ωστόσο, δεν μειώνουν στο ελάχιστο την ευχαρίστηση της ανάγνωσης και την κατανόηση "Του Εγκλήματος" που διαλευκάνεται με τον συμπερασματικό τρόπο της Άγκαθα Κρίστυ - "...unravelling from within" όπως θα το έθετε και ο μεσιέ Πουαρό.
Σημειώσεις: Το πρώτο εικαστικό είναι το "Κόκκινο Φως" του Ivan Kliun, και το δεύτερο είναι η "Βόλτα στο Δάσος" του Henri Rousseau, λεπτομέρεια του οποίου κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου. Στο πορτραίτο εικονίζεται ο συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου