Η
αβάσταχτη ελαφρότητα
της
ανυπαρξίας
Ένα εντυπωσιακά
λιτό μυθιστόρημα είναι το πρώτο
έργο της Γερμανίδας, ουγγρικής καταγωγής, Zsuzsa Bánk. Το "Ο κολυμβητής" (σε πολύ καλή μετάφραση Λένας Σακαλή - Μελάνι, 2007) θα μπορούσε να είναι μία απλή ιστορία
για την εγκατάλειψη, την περιπλάνηση
και την καταβύθιση στην ανυπαρξία αλλά είναι κάτι παραπάνω απ' αυτό.
Το μυθιστόρημα ακολουθεί τα βήματα του Κάλμαν Βελεντσέι και των δύο παιδιών του, της Κάτα και του μικρότερου Ίστι, από την στιγμή που τους εγκαταλείπει ξαφνικά και δίχως κάποια προειδοποίηση η μητέρα τους. Ο Κάλμαν πέφτει σε κατάθλιψη που δεν θα τον εγκαταλείψει, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του βιβλίου, κι εκδηλώνεται με στιγμές αφασικής ύπνωσης. “Ο πατέρας μου δεν άφηνε από τα χέρια του αυτή τη φωτογραφία (σ.: έδειχνε την Κάταλιν). Ξάπλωνε στο ντιβάνι της κουζίνας κρατώντας την, κάρφωνε το βλέμμα του στο ταβάνι και κάπνιζε. Κάτι τέτοιες στιγμές δεν άκουγε ούτε καν το σκύλο που στηνόταν μπροστά του και γάβγιζε δυνατά. Τον αδερφό μου τον Ίστι κι εμένα μας κοίταζε λες και ήμασταν ξένοι. Αυτή την κατάσταση τη λέγαμε βουτιά. Ο πατέρας κάνει βουτιά. Ο πατέρας πήγε για βουτιές. Βγήκε ο πατέρας από τη βουτιά του; ρωτούσαμε ο ένας τον άλλο.”
Η άλλη αντίδραση του Κάλμαν στην φυγή της Κάταλιν είναι να πάρει τα παιδιά και να φύγει με τον ίδιο τρόπο που το έκανε κι εκείνη - χωρίς αιτιολογίες, χωρίς φωνές ή φανερό θυμό. Χωρίς, επιπλέον, κάποιον συγκεκριμένο σκοπό ή προορισμό. "Τότε δεν ήξερα αν η ζωή του κυλούσε δίπλα του, προσπερνώντας τον χωρίς να τον αγγίξει ή αν ο ίδιος τη διέσχιζε χωρίς καμμία δυσκολία" λέει η μικρή Κάτα, η αφηγήτρια καθώς ξετυλίγει το νήμα της περιπλάνησής τους στην ενδοχώρα. Πρώτα κατευθύνονται προς τα ανατολικά όπου μένει η μητέρα του Κάλμαν, στην συνέχεια στην Βουδαπέστη, κατόπιν ακόμη πιο ανατολικά της χώρας στην ξαδέρφη του Ζόφι και μετά από εκεί στον αδερφό της Ζόλταν και την οικογένειά του.
Το βιβλίο αποτελείται από 17 κεφάλαια, το καθένα από τα οποία σκιαγραφεί τα άτομα-σταθμούς στην περιπλάνηση των τριών νομάδων. Η Εύα, η ερωτική περιπέτεια του Κάλμαν που διηγούνταν ιστορίες που συνέπερναν την Κάτα· ο Κάρτσι, ο σύζυγός της, που θα αναγκάσει τον Κάλμαν να εγκαταλείψει την Πέστη. Ο Ζόλταν, η Άγκι και η κόρη τους, Βίραγκ, που θα τους φιλοξενήσουν τον περισσότερο καιρό. Στο σπίτι τους η Κάτα θα μπει στην εφηβεία, και στη λίμνη που βρίσκεται δίπλα στο αμπέλι της οικογένειας ο Κάλμαν θα τους μάθει κολύμπι - την πρώτη από τις δύο φορές όλες κι όλες φορές που θα ασχοληθεί μαζί τους. Η δεύτερη θα είναι έναν χειμώνα, όταν ο μικρός Ίστι θα παρασυρθεί από το ποτάμι και θα ξεβραστεί αρκετά μέτρα έξω από το χωριό. Στο σπίτι του Ζόλταν τα παιδιά θα γνωρίσουν τον Μίχαϊ και τον Τάμας, δύο αδέρφια που σπουδάζουν στην Βουδαπέστη αλλά επιστρέφουν συχνά στο χωριό και δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Βίραγκ και την Ιρέν, την φουρνάρισσα. Στιβαρή φιγούρα η Άννα, η γιαγιά των παιδιών και μητέρα του Κάλμαν η οποία, ωστόσο, όσο τούς φιλοξενεί δεν μπορεί να σπάσει την σιωπή του γιου της, ούτε να προσφέρει κάτι παραπάνω στα εγγόνια της από ένα παγωτό και μια σκεπή για το λίγο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι ο Κάλμαν να αποφασίσει την επόμενη φυγή του.
Το μυθιστόρημα ακολουθεί τα βήματα του Κάλμαν Βελεντσέι και των δύο παιδιών του, της Κάτα και του μικρότερου Ίστι, από την στιγμή που τους εγκαταλείπει ξαφνικά και δίχως κάποια προειδοποίηση η μητέρα τους. Ο Κάλμαν πέφτει σε κατάθλιψη που δεν θα τον εγκαταλείψει, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του βιβλίου, κι εκδηλώνεται με στιγμές αφασικής ύπνωσης. “Ο πατέρας μου δεν άφηνε από τα χέρια του αυτή τη φωτογραφία (σ.: έδειχνε την Κάταλιν). Ξάπλωνε στο ντιβάνι της κουζίνας κρατώντας την, κάρφωνε το βλέμμα του στο ταβάνι και κάπνιζε. Κάτι τέτοιες στιγμές δεν άκουγε ούτε καν το σκύλο που στηνόταν μπροστά του και γάβγιζε δυνατά. Τον αδερφό μου τον Ίστι κι εμένα μας κοίταζε λες και ήμασταν ξένοι. Αυτή την κατάσταση τη λέγαμε βουτιά. Ο πατέρας κάνει βουτιά. Ο πατέρας πήγε για βουτιές. Βγήκε ο πατέρας από τη βουτιά του; ρωτούσαμε ο ένας τον άλλο.”
Η άλλη αντίδραση του Κάλμαν στην φυγή της Κάταλιν είναι να πάρει τα παιδιά και να φύγει με τον ίδιο τρόπο που το έκανε κι εκείνη - χωρίς αιτιολογίες, χωρίς φωνές ή φανερό θυμό. Χωρίς, επιπλέον, κάποιον συγκεκριμένο σκοπό ή προορισμό. "Τότε δεν ήξερα αν η ζωή του κυλούσε δίπλα του, προσπερνώντας τον χωρίς να τον αγγίξει ή αν ο ίδιος τη διέσχιζε χωρίς καμμία δυσκολία" λέει η μικρή Κάτα, η αφηγήτρια καθώς ξετυλίγει το νήμα της περιπλάνησής τους στην ενδοχώρα. Πρώτα κατευθύνονται προς τα ανατολικά όπου μένει η μητέρα του Κάλμαν, στην συνέχεια στην Βουδαπέστη, κατόπιν ακόμη πιο ανατολικά της χώρας στην ξαδέρφη του Ζόφι και μετά από εκεί στον αδερφό της Ζόλταν και την οικογένειά του.
Το βιβλίο αποτελείται από 17 κεφάλαια, το καθένα από τα οποία σκιαγραφεί τα άτομα-σταθμούς στην περιπλάνηση των τριών νομάδων. Η Εύα, η ερωτική περιπέτεια του Κάλμαν που διηγούνταν ιστορίες που συνέπερναν την Κάτα· ο Κάρτσι, ο σύζυγός της, που θα αναγκάσει τον Κάλμαν να εγκαταλείψει την Πέστη. Ο Ζόλταν, η Άγκι και η κόρη τους, Βίραγκ, που θα τους φιλοξενήσουν τον περισσότερο καιρό. Στο σπίτι τους η Κάτα θα μπει στην εφηβεία, και στη λίμνη που βρίσκεται δίπλα στο αμπέλι της οικογένειας ο Κάλμαν θα τους μάθει κολύμπι - την πρώτη από τις δύο φορές όλες κι όλες φορές που θα ασχοληθεί μαζί τους. Η δεύτερη θα είναι έναν χειμώνα, όταν ο μικρός Ίστι θα παρασυρθεί από το ποτάμι και θα ξεβραστεί αρκετά μέτρα έξω από το χωριό. Στο σπίτι του Ζόλταν τα παιδιά θα γνωρίσουν τον Μίχαϊ και τον Τάμας, δύο αδέρφια που σπουδάζουν στην Βουδαπέστη αλλά επιστρέφουν συχνά στο χωριό και δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Βίραγκ και την Ιρέν, την φουρνάρισσα. Στιβαρή φιγούρα η Άννα, η γιαγιά των παιδιών και μητέρα του Κάλμαν η οποία, ωστόσο, όσο τούς φιλοξενεί δεν μπορεί να σπάσει την σιωπή του γιου της, ούτε να προσφέρει κάτι παραπάνω στα εγγόνια της από ένα παγωτό και μια σκεπή για το λίγο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι ο Κάλμαν να αποφασίσει την επόμενη φυγή του.
Κεντρικό θέμα εμφανίζεται η οικογένεια και οι συνέπειες της διάλυσής της. Ο ιδιόρρυθμος κι εσωστρεφής Κάλμαν και η ανεξάρτητη Κάταλιν ερωτεύονται, παντρεύονται και μετά την γέννηση των δύο παιδιών τους αναζητούν τις ισορροπίες που, εκ των πραγμάτων, δεν υπάρχουν. "Οι επιθυμίες του πατέρα μου ήταν νόμος απαράβατος. Η μητέρα μου δεν του έφερνε ποτέ αντιρρήσεις. Απλά, κάποτε τον εγκατέλειψε." Μετά την φυγή της, τα παιδιά δυστυχούν χωρίς να μπορούν καν να το αρθρώσουν - με το άκουσμα της λέξης 'σχολείο', ο Κάλμαν φεύγει από την Βουδαπέστη (όπου βρισκόταν την περίοδο που έπρεπε η Κάτα και ο Ίστι να ξεκινήσουν το σχολείο) κι έτσι, τα παιδιά, δίχως ουσιαστική φροντίδα, τακτικά γεύματα, κανόνες και μάθηση αρχίζουν να παραπαίουν στον χρόνο και στην παραφροσύνη. Η στωική, μελαγχολική Κάτα δεν έχει αίσθηση του χρόνου (μετρά τον χρόνο με τις αλλαγές των εποχών) και παρατηρεί τους πάντες και τα πάντα γύρω της προσπαθώντας να καταλάβει την πραγματικότητα. Η προσοχή της όμως είναι στον Ίστι - ο μικρός λέει πως ακούει φωνές από άψυχα αντικείμενα και διηγείται παράλογα περιστατικά που του συμβαίνουν ενώ αναπτύσσει, επίσης, και μία -σχεδόν- εμμονή με το κολύμπι στην λίμνη.
Οι συνθήκες ένδειας στις οποίες ζουν οι τρεις τους αλλά και οι συγγενείς που τους φιλοξενούν προδίδουν όχι μόνο το βάθος της παραίτησης του Κάλμαν αλλά και την πρωτόγονη κατάσταση που επικρατούσε στην Ουγγαρία του ρωσικού κομμουνιστικού απολυταρχισμού και αυτό αποτελεί το υπόβαθρο του μυθιστορήματος που ο αναγνώστης θα πρέπει να ανιχνεύσει ανάμεσα από τις γραμμές και τα λόγια που τα πρόσωπα του βιβλίου δεν λένε - στις 313 σελίδες του λίγες είναι εκείνες που αναφέρουν με το όνομά τους τις επιβολές του κομμουνιστικού καθεστώτος στην χώρα, την συνταρακτική Εξέγερση του 1956, τους Ούγγρους που κατάφεραν να δραπετεύσουν πρόσφυγες στην Αυστρία και την Γερμανία (η Κάταλιν και η φίλη της Βάλι είναι δύο από αυτούς) και την συμμετοχή των σοβιετικών στρατευμάτων που μετακινούνται από την Ουγγαρία για να καταστείλουν την Άνοιξη της Πράγας το 1968.
"Ο
κολυμβητής" διακρίθηκε με πέντε λογοτεχνικά
βραβεία* και υποθέτω πως αυτό οφείλεται, εκτός από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αναφέρω πιο πάνω, και στο χαμηλόφωνο
ύφος της Ζούζα Μπανκ με το οποίο τονίζει
τις αφανείς λεπτομέρειες - την ανερμάτιστη
περιπλάνηση, την απραξία και την ματαίωση του εαυτού, την καταστολή κάθε
σκέψης και δράσης από την πραγματικότητα, την αντίδραση. Την βαθιά επιθυμία για ελευθερία πάση θυσία. Και
την επιτακτική νοσταλγία των παιδιών
για την μητέρα τους που είναι διάχυτη σε
όλο το μυθιστόρημα αν και η ίδια η Κάταλιν εμφανίζεται σε ένα μόνο κεφάλαιο του βιβλίου κι αυτό μέσω της διήγησης της γιαγιάς (της μητέρας της Κάταλιν, όχι της Άννας) στα παιδιά για το γράμμα που της έστειλε - ένα ακόμη επίτευγμα της
συγγραφέως που δίχως καλλίεπειες (εντόπισα μόλις τρία επίθετα σε όλο το μυθιστόρημα),
και μέσα από την θλιβερή ατμόσφαιρα της εποχής που ανασυστήνει, καταφέρνει να απορροφήσει τους αναγνώστες και να τους μεταδώσει πραγματικό
ενδιαφέρον και συμπάθεια για ετούτους τους τόσο ταπεινούς ανθρώπους.
Σημειώσεις: Τα βραβεία είναι τα εξής: aspekte-Literaturpreis, Deutschen Bücherpreis, Jürgen-Ponto-Preis, Mara Cassens Preis sowie, Adelbert-von-Chamisso-Preis ausgezeichnet. // Το πρώτο εικαστικό είναι "Ο κολυμβητής" του Pablo Picasso και η επόμενη φωτογραφία της Regine Petersen είναι λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου. Η φωτογραφία της συγγραφέως αντλήθηκε από εδώ κι εδώ μπορείτε να δείτε το μπλογκ της.
Σημειώσεις: Τα βραβεία είναι τα εξής: aspekte-Literaturpreis, Deutschen Bücherpreis, Jürgen-Ponto-Preis, Mara Cassens Preis sowie, Adelbert-von-Chamisso-Preis ausgezeichnet. // Το πρώτο εικαστικό είναι "Ο κολυμβητής" του Pablo Picasso και η επόμενη φωτογραφία της Regine Petersen είναι λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου. Η φωτογραφία της συγγραφέως αντλήθηκε από εδώ κι εδώ μπορείτε να δείτε το μπλογκ της.