Entre aimer et abimer...
Ένα βιβλίo που έχει περάσει μέχρι στιγμής απαρατήρητo είναι το "Η ιστορία του έρωτα" (Διόπτρα, 2006 - μτφρ Πόλυ Μοσχοπούλου) πράγμα που μου προκάλεσε μεγάλη απορία διότι, εκτός του ότι η συγγραφέας του συγκαταλέγεται ανάμεσα στους 20 πιο υποσχόμενους συγγραφείς της Αμερικής κάτω των 40 ετών, πρόκειται για ένα συγκινητικό βιβλίο με λογοτεχνικές αρετές και "προκλητικά" τεχνάσματα που κρατούν τον αναγνώστη σε εγρήγορση. Δλδ, δεν μπορείς να το αφήσεις από τα χέρια σου πριν γυρίσεις και την τελευταία σελίδα.
Η Nicole Krauss "δανείζεται" τον τίτλο του βιβλίου της από ένα άλλο βιβλίο, το ομότιτλο “η ιστορία του έρωτα” που έγραψε ο Λέοπολντ Γκρούτσκι, ο Πολωνός πρωταγωνιστής του μυθιστορήματός της, όταν ήταν είκοσι χρονών. Ο Λέο γράφει για τον έρωτά του για την Άλμα Μερεμίνσκι, την συμμαθήτρια με την οποία ήταν ερωτευμένος. Ο έρωτάς τους αυτός θα διακοπεί με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία. Οι γονείς της Άλμα την στέλνουν στην Αμερική παρά την θέλησή της και δίχως να γνωρίζει κανείς τους (ούτε οι γονείς, ούτε ο Λέο ή η ίδια) πως είναι έγκυος Για να σώσει το γραπτό του, ο Λέο το εμπιστεύεται στον φίλο του Ζβι Λίτβινοφ ο οποίος έχει ήδη νόμιμα χαρτιά και φεύγει για την Αμερική ενώ ο ίδιος μένει πίσω και καταφεύγει στο δάσος δίπλα στο Σλόνιμ, “μια πόλη που πότε ανήκε στην Πολωνία και πότε στην Ρωσσία”. Για να επιβιώσει τρώει ρίζες, ζωύφια, μικρά ζώα και ό,τι μπορεί να κλέψει από τα κελάρια των άλλων. Ο Λέο θα παραμείνει "αόρατος" στο δάσος για τριάμισι χρόνια αλλά με την εισβολή των ρώσικων τεθωρακισμένων θα βρεθεί σε στρατόπεδο εκτοπισμένων για έξι μήνες. Όταν θα βγει, θα ψάξει να βρει επαφές στην Αμερική και θα ταξιδέψει με σκοπό να βρει την Άλμα του. Και την βρίσκει. Η Άλμα, ωστόσο, έχει γεννήσει τον γιο τους και θεωρώντας τον νεκρό έχει παντρευτεί τον γιο του αφεντικού της στο εργοστάσιο όπου δούλευε και έχει ήδη δημιουργήσει οικογένεια μαζί του. Ο Λέο της προτείνει να πάνε -η Άλμα και ο γιος τους Ισαάκ- μαζί του αλλά η Άλμα αρνείται. Ο Λέο τότε αναζητά το βιβλίο του, το μόνο που του απέμεινε από εκείνη. Επικοινωνεί με τον Ζβι αλλά η γυναίκα του, η Ρόζα, τον ενημερώνει πως το χειρόγραφό του δεν υπάρχει γιατί καταστράφηκε σε μια πλημμύρα.
Ο
Λέο αφηγείται την ιστορία του όντας σε μεγάλη ηλικία. Είναι ογδόντα, έχει κλείσει το
κλειδαράδικο που διατηρούσε και δεν εργάζεται πλέον αλλά συνεχίζει να
γράφει - μόλις ολοκλήρωσε το τέταρτό του βιβλίο (το "η ιστορία του έρωτα" είναι το τρίτο. Τα δύο που προηγήθηκαν τα πέταξε
διότι η Άλμα που τα διάβασε του είπε πως δεν ήταν καλά.) Εκτός από την
μοναξιά του και τον Μπρούνο Σουλτς, τον μοναδικό φίλο που έχει και που συνάντησε
κατά τύχη, εκείνο που
απασχολεί κυρίως τον Λέο είναι ο φόβος του μήπως πεθάνει μια μέρα δίχως να τον δει
κανείς.
Γι' αυτό κάθε, μα κάθε, μέρα σκαρφίζεται διάφορα καψόνια για να τραβά
την προσοχή
των ανθρώπων, άγνωστών του τις περισσότερες φορές: του υπαλλήλου στο
κατάστημα με τα αθλητικά που τον στέλνει να του φέρει διάφορα παπούτσια
ή του ντιλιβερά με το κινέζικο τον
οποίο κάνει να περιμένει στην πόρτα ώσπου να βρει τάχα το πορτοφόλι του. Μέχρι που
ποζάρει γυμνός σε σχολή ζωγραφικής ως μοντέλο.
Πίσω στην δεκαετία του '60 (αν δεν κάνω λάθος), ο Ντέιβιντ Σίνγκερ, ένας Ισραηλινός που έχει φύγει από το κιμπούτζ και ταξιδεύει για να βρει τον προσανατολισμό του, θα “ξετρυπώσει” ένα ταλαιπωρημένο βιβλίο σ'ένα παλαιοβιβλιοπωλείο στην Χιλή και θα το δωρίσει στην αγαπημένη του Σάρλοτ. Είναι το “η ιστορία του έρωτα” του Ζβι Λίτβινοφ και είναι γραμμένο στα ισπανικά. Η Σάρλοτ, που έχει αφήσει τις σπουδές της στην Οξφόρδη για να είναι κοντά στον Ντέιβιντ, μαθαίνει ισπανικά και διαβάζει λίγο-λίγο το βιβλίο. Οι δύο τους θα λατρέψουν το ιδιότυπο μυθιστόρημα και θα δώσουν στην κόρη τους το όνομα της Άλμα Μερεμίνσκι. Είναι ήδη εγκαταστημένοι μόνιμα στις ΗΠΑ όταν, λίγο αργότερα, ο Ντέιβιντ πεθαίνει. Η μικρή Άλμα είναι τεσσάρων χρονών και ο αδελφός της, Μπερντ, αρκετά μικρότερος. Τα δυο παιδιά μεγαλώνοντας θα προσπαθήσουν με διάφορους τρόπους να καλύψουν την απουσία του πατέρα τους. Η μικρή Άλμα, που στο βιβλίο την βρίσκουμε στην ηλικία των 15 χρόνων, θα αρχίσει να κρατά ημερολόγιο που το ονομάζει "Πως να επιβιώσεις στη Φύση" ενώ ο Μπερντ αγγιστρώνεται από την θρησκεία και πότε νομίζει ότι είναι ένας από τους τριάντα έξι αγίους του Ιουδαϊσμού που κρατούν τον κόσμο ενωμένο και πότε ότι είναι η ενσάρκωση του Μεσσία. Είναι τόσο αφοσιωμένος σε τούτη την πίστη που για μήνες ολόκληρους πουλά σπιτική λεμονάδα με σκοπό να μαζέψει αρκετά χρήματα για να αγοράσει το εισιτήριο που χρειάζεται για να πετάξει στην Ιερουσαλήμ. Η Σάρλοτ παραμένει εντός πραγματικότητας μόνο λόγω δουλειάς - έχει γίνει μεταφράστρια.
Κάποια στιγμή η Σάρλοτ θα δεχθεί μια παραγγελία για να μεταφράσει το κείμενο από τα ισπανικά στα αγγλικά από έναν άγνωστο σ' αυτήν συγγραφέα, τον Τζάκομπ Μάρκους. Η πρόταση αρχικά τής φαίνεται ύποπτη διότι το ποσό της αμοιβής της είναι μεγάλο ($100.000) συμφωνεί όμως για την μετάφραση μετά την αιτιολογία που της εξομολογείται ο Τζ. Μάρκους: το βιβλίο έχει μεγάλη συναισθηματική αξία γι' αυτόν διότι τού το διάβαζε η μητέρα του όταν ήταν μικρός. Η Άλμα Σίνγκερ που διαβάζει το γράμμα του Τζ. Μάρκους μπαίνει αμέσως σε περιπέτειες: αφενός προσπαθεί να φέρει τον άγνωστο συγγραφέα σε επαφή με την μητέρα της με σκοπό οι δυο τους να δημιουργήσουν μια ρομαντική σχέση κι έτσι η Σάρλοτ να βγει από την κατάθλιψή της. Και κατόπιν, όταν θα διαβάσει τα μεταφρασμένα κεφάλαια του βιβλίου, συμπεραίνει πως η Άλμα Μερεμίνσκι είναι υπαρκτό πρόσωπο και αποφασίζει να την βρει.
Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της Νικόλ Κράους κι έκανε μεγάλη αίσθηση με την κυκλοφορία του - πολλές εγκωμιαστικές κριτικές και μία θέση στην μικρή λίστα του Orange Prize for Fiction. Η ίδια, ωστόσο, λέει πως η συγγραφή του βιβλιου ήταν τόσο έντονα προσωπική που αναρωτιόνταν εάν η ιστορία θα άρεσε και σε κάποιον άλλο εκτός από την ίδια. Είναι φανερό πως η συγγραφέας, ένα από τα χρυσά παιδιά του Στάνφορντ με σπουδές και στην Οξφόρδη, άντλησε υλικό από την οικογένειά της - το βιβλίο άλλωστε φέρει στην πρώτη σελίδα αφιέρωση "Στους παππούδες και τις γιαγιάδες μου". Η γιαγιά της, από την πλευρά του πατέρα της, όπως η ίδια διηγείται, ήταν στην Νυρεμβέργη και από εκεί κατέληξε σ' ένα στρατόπεδο εκτοπισμένων στην Πολωνία όπου συνάντησε έναν γιατρό. Εκείνος την βοήθησε να φτιάξει τα χαρτιά της για να βγει από το στρατοπέδου ως συνοδός στην τελευταία μεταφορά παιδιών στο Λονδίνο. Οι γονείς της πέθαναν και υπέθεσε πως πέθανε και ο γιατρός. Χρόνια αργότερα (αφότου η γιαγιά της Κράους είχε παντρευτεί και μετοικήσει στις ΗΠΑ) έλαβε γράμματά του από την Νότιο Αμερική. Η γιαγιά της ποτέ δεν απάντησε σ'εκείνα τα γράμματα του γιατρού, επιλέγοντας να μην περιπλέξει την αφοσίωσή της στη νέα της οικογένεια. Είναι μία επιλογή που προκαλεί στην Κράους θλίψη αλλά και θαυμασμό.
Από την μια, λοιπόν, διαβάζουμε για την ταπεινή πραγματικότητα ενός ανθρώπου που επέζησε από το Ολοκαύτωμα, τη φθορά της ζωής, την μοναξιά, το ανεκπλήρωτο, την απώλεια και τον θάνατο που κάνει την εμφανισή του παντού: από την οικογένειά του Λέο στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής, περνά στον πατέρα της μικρής Άλμα, στην ίδια την μεγάλη Άλμα, στον Ισαάκ και φτάνει μέχρι τον ίδιο τον Λέο. Και από την άλλη υπάρχει ο έρωτας. Ή η αγάπη, πείτε το όπως θέλετε - στην αγγλική γλώσσα η λέξη "love" αποδίδει και τις δύο έννοιες. Στο βιβλίο άλλωστε υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις της: η αγάπη μεταξύ φίλων, εκείνη μεταξύ συγγενών, μεταξύ αδελφών και φυσικά μεταξύ εραστών και συντρόφων. Ωστόσο, entre aimer et abimer, il n'y a qu'une lettre de difference, le petit “b” de la beaute - και η Νικόλ Κράους περιγράφει καθαρά τούτη την ομορφιά των αληθινών συναισθημάτων και της ανθρώπινης υπόστασης. Δίνει με μεγάλη τρυφερότητα, χιούμορ και οξυδέρκεια λεπτομέρειες και σκηνές που αποτυπώνουν την επιμονή, τη δράση και το θράσος των πολύ προηγούμενων γενεών για τη ζωή, κάτι που μπορούμε κι εμείς να διαπιστώσουμε από τους "προπολεμικούς" συγγενείς μας. Η Κράους ασχολείται ακόμη και με τις πολλές εκδοχές του ψέματος. "Μ' ενδιαφέρει η έννοια του αναπόφευκτου ψέματος, εκείνου που λες για να αποζημιώσεις κάποιον για την σκληρότητα του κόσμου" λέει.
Οι δύο παράλληλες αφηγήσεις πλέκονται όμορφα αλλά εύκολα τις διακρίνει κανείς από τις μικρές εικόνες που χρησιμοποιούνται σε κάθε κεφάλαιο - μία καρδιά για του Λέο και μία πυξίδα για εκείνη της μικρής Άλμα. Ανάμεσα σ' αυτές τις αφηγήσεις παρεμβάλλονται κεφάλαια από το "η ιστορία του έρωτα", το μυθιστόρημα του Λέο. Τα αποσπάσματα αυτά είναι πραγματικά ξεχωριστά διότι αν μη τι άλλο έχουν ένα εντελώς διαφορετικό ύφος γραφής - μαγικός ρεαλισμός έως υπαρξιακός ιμπρεσιονισμός από έναν άνθρωπο που γνώρισε κι επέζησε της Γερμανικής θηριωδίας.
Ο μικρός Μπερντ θα παίξει κι αυτός έναν σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Όταν λείπει η Άλμα από το σπίτι, μιλά στο τηλέφωνο με τον Τζάκομπ Μάρκους ο οποίος του δίνει ένα μήνυμα για την αδελφή του γεμάτο πληροφορίες που αποκαλύπτουν μέσες-άκρες βασικά στοιχεία της έρευνας της Άλμα. Μέσα στην σύγχυσή του, ο Μπερντ θα βρει αφορμή για να κάνει μια καλή πράξη δίχως να το ξέρει κανείς - στέλνει από μία επιστολή στον Λέο Γκρούτσκι και στην αδελφή του ορίζοντας την ώρα και τον τόπο συνάντησής τους. Έτσι ο Λέο και η Άλμα Σίνγκερ θα συναντηθούν, τελικά, σ'ένα πάρκο αν και μέχρι να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο και να καταλάβουν το πως και γιατί, η όλη συνάντηση θα κινδυνεύσει με αποτυχία.
Πίσω στην δεκαετία του '60 (αν δεν κάνω λάθος), ο Ντέιβιντ Σίνγκερ, ένας Ισραηλινός που έχει φύγει από το κιμπούτζ και ταξιδεύει για να βρει τον προσανατολισμό του, θα “ξετρυπώσει” ένα ταλαιπωρημένο βιβλίο σ'ένα παλαιοβιβλιοπωλείο στην Χιλή και θα το δωρίσει στην αγαπημένη του Σάρλοτ. Είναι το “η ιστορία του έρωτα” του Ζβι Λίτβινοφ και είναι γραμμένο στα ισπανικά. Η Σάρλοτ, που έχει αφήσει τις σπουδές της στην Οξφόρδη για να είναι κοντά στον Ντέιβιντ, μαθαίνει ισπανικά και διαβάζει λίγο-λίγο το βιβλίο. Οι δύο τους θα λατρέψουν το ιδιότυπο μυθιστόρημα και θα δώσουν στην κόρη τους το όνομα της Άλμα Μερεμίνσκι. Είναι ήδη εγκαταστημένοι μόνιμα στις ΗΠΑ όταν, λίγο αργότερα, ο Ντέιβιντ πεθαίνει. Η μικρή Άλμα είναι τεσσάρων χρονών και ο αδελφός της, Μπερντ, αρκετά μικρότερος. Τα δυο παιδιά μεγαλώνοντας θα προσπαθήσουν με διάφορους τρόπους να καλύψουν την απουσία του πατέρα τους. Η μικρή Άλμα, που στο βιβλίο την βρίσκουμε στην ηλικία των 15 χρόνων, θα αρχίσει να κρατά ημερολόγιο που το ονομάζει "Πως να επιβιώσεις στη Φύση" ενώ ο Μπερντ αγγιστρώνεται από την θρησκεία και πότε νομίζει ότι είναι ένας από τους τριάντα έξι αγίους του Ιουδαϊσμού που κρατούν τον κόσμο ενωμένο και πότε ότι είναι η ενσάρκωση του Μεσσία. Είναι τόσο αφοσιωμένος σε τούτη την πίστη που για μήνες ολόκληρους πουλά σπιτική λεμονάδα με σκοπό να μαζέψει αρκετά χρήματα για να αγοράσει το εισιτήριο που χρειάζεται για να πετάξει στην Ιερουσαλήμ. Η Σάρλοτ παραμένει εντός πραγματικότητας μόνο λόγω δουλειάς - έχει γίνει μεταφράστρια.
Κάποια στιγμή η Σάρλοτ θα δεχθεί μια παραγγελία για να μεταφράσει το κείμενο από τα ισπανικά στα αγγλικά από έναν άγνωστο σ' αυτήν συγγραφέα, τον Τζάκομπ Μάρκους. Η πρόταση αρχικά τής φαίνεται ύποπτη διότι το ποσό της αμοιβής της είναι μεγάλο ($100.000) συμφωνεί όμως για την μετάφραση μετά την αιτιολογία που της εξομολογείται ο Τζ. Μάρκους: το βιβλίο έχει μεγάλη συναισθηματική αξία γι' αυτόν διότι τού το διάβαζε η μητέρα του όταν ήταν μικρός. Η Άλμα Σίνγκερ που διαβάζει το γράμμα του Τζ. Μάρκους μπαίνει αμέσως σε περιπέτειες: αφενός προσπαθεί να φέρει τον άγνωστο συγγραφέα σε επαφή με την μητέρα της με σκοπό οι δυο τους να δημιουργήσουν μια ρομαντική σχέση κι έτσι η Σάρλοτ να βγει από την κατάθλιψή της. Και κατόπιν, όταν θα διαβάσει τα μεταφρασμένα κεφάλαια του βιβλίου, συμπεραίνει πως η Άλμα Μερεμίνσκι είναι υπαρκτό πρόσωπο και αποφασίζει να την βρει.
Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της Νικόλ Κράους κι έκανε μεγάλη αίσθηση με την κυκλοφορία του - πολλές εγκωμιαστικές κριτικές και μία θέση στην μικρή λίστα του Orange Prize for Fiction. Η ίδια, ωστόσο, λέει πως η συγγραφή του βιβλιου ήταν τόσο έντονα προσωπική που αναρωτιόνταν εάν η ιστορία θα άρεσε και σε κάποιον άλλο εκτός από την ίδια. Είναι φανερό πως η συγγραφέας, ένα από τα χρυσά παιδιά του Στάνφορντ με σπουδές και στην Οξφόρδη, άντλησε υλικό από την οικογένειά της - το βιβλίο άλλωστε φέρει στην πρώτη σελίδα αφιέρωση "Στους παππούδες και τις γιαγιάδες μου". Η γιαγιά της, από την πλευρά του πατέρα της, όπως η ίδια διηγείται, ήταν στην Νυρεμβέργη και από εκεί κατέληξε σ' ένα στρατόπεδο εκτοπισμένων στην Πολωνία όπου συνάντησε έναν γιατρό. Εκείνος την βοήθησε να φτιάξει τα χαρτιά της για να βγει από το στρατοπέδου ως συνοδός στην τελευταία μεταφορά παιδιών στο Λονδίνο. Οι γονείς της πέθαναν και υπέθεσε πως πέθανε και ο γιατρός. Χρόνια αργότερα (αφότου η γιαγιά της Κράους είχε παντρευτεί και μετοικήσει στις ΗΠΑ) έλαβε γράμματά του από την Νότιο Αμερική. Η γιαγιά της ποτέ δεν απάντησε σ'εκείνα τα γράμματα του γιατρού, επιλέγοντας να μην περιπλέξει την αφοσίωσή της στη νέα της οικογένεια. Είναι μία επιλογή που προκαλεί στην Κράους θλίψη αλλά και θαυμασμό.
Από την μια, λοιπόν, διαβάζουμε για την ταπεινή πραγματικότητα ενός ανθρώπου που επέζησε από το Ολοκαύτωμα, τη φθορά της ζωής, την μοναξιά, το ανεκπλήρωτο, την απώλεια και τον θάνατο που κάνει την εμφανισή του παντού: από την οικογένειά του Λέο στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής, περνά στον πατέρα της μικρής Άλμα, στην ίδια την μεγάλη Άλμα, στον Ισαάκ και φτάνει μέχρι τον ίδιο τον Λέο. Και από την άλλη υπάρχει ο έρωτας. Ή η αγάπη, πείτε το όπως θέλετε - στην αγγλική γλώσσα η λέξη "love" αποδίδει και τις δύο έννοιες. Στο βιβλίο άλλωστε υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις της: η αγάπη μεταξύ φίλων, εκείνη μεταξύ συγγενών, μεταξύ αδελφών και φυσικά μεταξύ εραστών και συντρόφων. Ωστόσο, entre aimer et abimer, il n'y a qu'une lettre de difference, le petit “b” de la beaute - και η Νικόλ Κράους περιγράφει καθαρά τούτη την ομορφιά των αληθινών συναισθημάτων και της ανθρώπινης υπόστασης. Δίνει με μεγάλη τρυφερότητα, χιούμορ και οξυδέρκεια λεπτομέρειες και σκηνές που αποτυπώνουν την επιμονή, τη δράση και το θράσος των πολύ προηγούμενων γενεών για τη ζωή, κάτι που μπορούμε κι εμείς να διαπιστώσουμε από τους "προπολεμικούς" συγγενείς μας. Η Κράους ασχολείται ακόμη και με τις πολλές εκδοχές του ψέματος. "Μ' ενδιαφέρει η έννοια του αναπόφευκτου ψέματος, εκείνου που λες για να αποζημιώσεις κάποιον για την σκληρότητα του κόσμου" λέει.
Οι δύο παράλληλες αφηγήσεις πλέκονται όμορφα αλλά εύκολα τις διακρίνει κανείς από τις μικρές εικόνες που χρησιμοποιούνται σε κάθε κεφάλαιο - μία καρδιά για του Λέο και μία πυξίδα για εκείνη της μικρής Άλμα. Ανάμεσα σ' αυτές τις αφηγήσεις παρεμβάλλονται κεφάλαια από το "η ιστορία του έρωτα", το μυθιστόρημα του Λέο. Τα αποσπάσματα αυτά είναι πραγματικά ξεχωριστά διότι αν μη τι άλλο έχουν ένα εντελώς διαφορετικό ύφος γραφής - μαγικός ρεαλισμός έως υπαρξιακός ιμπρεσιονισμός από έναν άνθρωπο που γνώρισε κι επέζησε της Γερμανικής θηριωδίας.
Ο μικρός Μπερντ θα παίξει κι αυτός έναν σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Όταν λείπει η Άλμα από το σπίτι, μιλά στο τηλέφωνο με τον Τζάκομπ Μάρκους ο οποίος του δίνει ένα μήνυμα για την αδελφή του γεμάτο πληροφορίες που αποκαλύπτουν μέσες-άκρες βασικά στοιχεία της έρευνας της Άλμα. Μέσα στην σύγχυσή του, ο Μπερντ θα βρει αφορμή για να κάνει μια καλή πράξη δίχως να το ξέρει κανείς - στέλνει από μία επιστολή στον Λέο Γκρούτσκι και στην αδελφή του ορίζοντας την ώρα και τον τόπο συνάντησής τους. Έτσι ο Λέο και η Άλμα Σίνγκερ θα συναντηθούν, τελικά, σ'ένα πάρκο αν και μέχρι να αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο και να καταλάβουν το πως και γιατί, η όλη συνάντηση θα κινδυνεύσει με αποτυχία.
Το “η ιστορία του έρωτα” είναι ένα κείμενο, ή καλύτερα πολλά κείμενα συρραμένα με εξαιρετικό και πρωτότυπο τρόπο. Δίχως ίχνος μελοδραματισμού είναι ένα βιβλίο από τα πιο γενναιόδωρα που έχω διαβάσει. Καθόλου τυχαίο που -τηρουμένων των αναλογιών- μου θύμησε το "Στο τέλος της γης". Ειλικρινά όμως, η ελληνική έκδοσή του το αδικεί. Ελπίζω το πιο πρόσφατο βιβλίο της Nicole Krauss, το Great House, που αναμένεται να κυκλοφορήσει στα ελληνικά εντός του Φεβρουαρίου να τύχει καλύτερης αντιμετώπισης, εκδοτικής και αναγνωστικής.
Σημείωση: Αν και απέχω από τις συγκρίσεις μεταξύ βιβλίων και κινηματογραφικών μεταφορών τους ωστόσο, είμαι αρκετά περίεργη να δω την κινηματογραφική μεταφορά αυτού του βιβλίου που θα βγει στις αίθουσες -σύμφωνα με τις ανακοινώσεις- το 2012. Θα τη σκηνοθετήσει ο Αλφόνσο Κουαρόν ο οποίος έχει στο παλμαρέ του το "Μεγάλες Προσδοκίες" κι αυτό προνηνύει κάτι ιδιαίτερο. Ο πρώτος πίνακας είναι το "Σύννεφο" και ο τρίτος το "Εραστές στο δάσος" - και τα δύο του Γκέρχαρντ Ρίχτερ. Ο δεύτερος πίνακας είναι το "Πορτραίτο ενός γηραιού κυρίου" και ανήκει στον Ίγκον Σίλε ενώ ο τέταρτος πίνακας είναι το "Ανθρώπινη συνθήκη" του Ρενέ Μαγκρίτ. Στην ασπρόμαυρη φωτό η συγγραφέας.