Μετά την πολύχρονη ενασχόλησή της με το ιστορικό παρελθόν που της απέφερε δύο αξιοζήλευτα Man Booker για την μυθιστορηματική αναπαράσταση της ζωής του Τόμας Κρόμγουελ, ενός πληβείου που αναρριχήθηκε στα ανώτατα αξιώματα του βασιλικού κύκλου της Αγγλίας στις αρχές του 16ου αι. (βλ. "Γούλφ Χωλ" το 2009 και "Γεράκια" το 2012), η Βρετανίδα Hilary Mantel επανέρχεται στον σύγχρονο κόσμο με μια συλλογή διηγημάτων. Το "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" (μτφρ. Εριφύλη Μαρωνίτη - Πάπυρος, 2014) περιέχει δέκα συνολικά εκτενή διηγήματα από τα οποία το ομότιτλο δημιούργησε πολιτικό επεισόδιο στην Αγγλία για συντηρητικούς κι ακατανόητους λόγους. Τα υπόλοιπα εννέα, ωστόσο, είναι εξίσου προκλητικά κι αυτό διότι η Μαντέλ παρατηρεί με αιχμηρότητα ορισμένα δύσκολα θέματα.
Όπως για παράδειγμα, η ψυχογενής νευρική ανορεξία στο "Και η καρδιά σταματά" όπου η Μόρνα οδεύει προς τον βέβαιο θάνατο με την επιμονή της εφηβείας και το θράσος της μικρότερης αδερφής της η οποία θα γίνει η φωνή της όταν η ίδια θα είναι πολύ αδύναμη ακόμη και να μιλήσει. Στην πορεία τούτη, τα κορίτσια θα ανακαλύψουν τον εθισμό του πατέρα τους με το πορνό μέσα από αντίστοιχες σελίδες του διαδικτύου.
Ή τα παραβατικά/παρατημένα παιδιά όπως η έφηβη Μαίρη Τζόπλιν στο "Κόμμα". Παιδική φίλη της 8χρονης αφηγήτριας, παίζουν μαζί στις αλάνες του χωριού κι ένα απόγευμα εξερευνούν την μυστηριώδη έπαυλη της περιοχής. Εκεί, λίγο πριν πέσει ο ήλιος το απόγευμα, βλέπουν μια όμορφη κυρία να βγάζει στη βεράντα μια επιμήκη καρέκλα με τροχούς πάνω στην οποία κάθεται ένα ακαθόριστου σχήματος, σκοτεινό και φασκιωμένο πράγμα που η Μαίρη θεωρεί πως έχει το σχήμα ενός κόμμα. Τα δύο κορίτσια δεν θα μπορέσουν να το ερμηνεύσουν (εσείς όμως θα το καταλάβεται από την τρυφερότητα της περιγραφής) και το επεισόδιο θα ξεχαστεί. Ο καιρός θα περάσει γρήγορα, η Κίτυ θα συνεχίσει το σχολείο ενώ η Μαίρη θα σταλεί σε "σχολείο για καθυστερημένα". Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η συγγραφέας θα την συναντήσει τυχαία στον δρόμο, σε μια εικόνα σπαρακτικά σκληρή.
Και η παιδική εργασία και η εκμεταλευση των παιδιών όπως είναι η Λουίζ που εργάζεται στο πανάθλιο μοτέλ όπου καταλύει μία συγγραφέας στο "Πως να το ξέρω;" Εδώ η Μαντέλ αφηγείται την περιπέτεια μιας ομιλίας "σε μια λογοτεχνική ομάδα από εκείνες που ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα θεωρούνταν παρωχημένες". Στο τέλος της επίσκεψης, η ηρωίδα είναι άυπνη, νηστική και κυρίως ανήμπορη να βοηθήσει το κορίτσι.
Υπάρχουν, επίσης, και τα μικρά εγκλήματα που επιβάλλουμε στους οικείους μας στο "Χειμερινές διακοπές". Ένα ζευγάρι ταξιδεύει με ταξί από το αεροδρόμιο με προορισμό το ξενοδοχείο τους. Στην διαδρομή ο σύζυγος μιλά με εγκυκλοπαιδικές λεπτομέρειες για το θαυμάσιο μέρος που θα καταλύσουν ενώ η σύζυγος σκέφτεται πόσο θα ήθελε ένα παιδί που εκείνος της επέβαλλε να μην έχουν. Στο τέλος της διαδρομής, που θα αποδειχθεί περιπετειώδης, η γυναίκα ανακαλύπτει την εγκληματική αντίδραση του ταξιτζή σε κάτι που πετάχτηκε μπροστά τους στο δρόμο, το οποίο λειτουργεί αντιστικτικά με την ευζωία του άντρα της. Και τα "Αδικήματα κατά προσώπου" αφορούν την εξωσυζυγική περιπέτεια του πατέρα της αφηγήτριας με την γοητευτική -στα πρότυπα ηρωίδας του Mad Men- γραμματέα του με την οποία, τελικά, θα παντρευτεί. Λίγο καιρό μετά, η αφηγήτρια θα επισκεφθεί το σπίτι τους και θα διαπιστώσει πως τα νεογέννητα δίδυμα αδέρφια της, δεν έχουν φέρνει την πολυπόθητη ευτυχία ούτε στην καταρακωμένη πλέον Νικολέτ ούτε στον πατέρα της.
Τα περισσότερα από τα διηγήματα της συλλογής αντλούν φανερά από την προσωπική ζωή της συγγραφέως. Ιδιαίτερα, ωστόσο, φορτισμένο είναι το "Ο Επισκέπτης" που δημοσιεύτηκε αρχικά το 2009 στο LRB ως αυτοβιογραφικό. Εδώ η Μαντέλ εξιστορεί ένα ενοχλητικό περιστατικό με έναν Πακιστανό εμπορικό αντιπρόσωπο που χάνει τον δρόμο του και χτυπά το κουδούνι της για να ζητήσει πληροφορίες. Αυτή θα είναι η αφετηρία μιας φιλικής σχέσης η οποία όμως στα μάτια του Μοχάμεντ Ιτζάζ θα πάρει ερωτικές διαστάσεις. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας 1980, στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας όπου η Μαντέλ πράγματι έζησε για τέσσερα χρόνια λόγω των επαγγελματικών υποχρεώσεων του γεωλόγου συζύγου της. Το ημερήσιο χρονοδιάγραμμα που επέβαλλε η θρησκεία (με τις καθορισμένες προσευχές) και η φαρμακευτική αγωγή στην οποία υποβαλλόταν εκείνο το διάστημα για τις χρόνιες ημικρανίες που την ταλαιπωρούσαν, την ανάγκασαν να απομονωθεί στο διαμέρισμα. Έτσι είχε την δυνατότητα να παρατηρεί πιο προσεκτικά τις πολιτισμικές διαφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και της κτητικής συμπεριφοράς του Ιτζάζ ο οποίος έφτασε στο σημείο να χωρίσει την γυναίκα του προκειμένου να την αντικαταστήσει με την Μαντέλ. Αυτό ανησύχησε τόσο την συγγραφέα -που στο μεταξύ είχε ήδη προσπαθήσει μάταια να τον απομακρύνει- που τελικά ζήτησε από τον άντρα της να γράψει μια επιστολή ζητώντας του να μην την ξαναεπισκεφθεί. Είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά, και μακριά από τη Τζέντα, η αφηγήτρια δεν μπορεί να καταλάβει το πως ακριβώς συνέβησαν τα πράγματα· ούτε γιατί έβρισκε τα έπιπλά της συνεχώς σε διαφορετική θέση.
Ξέρεις ότι διαβάζεις κάτι σπουδαίο όταν ακολουθείς τις λέξεις του βιβλίου άπνοος. Κι αυτό ακριβώς μού συνέβη διαβάζοντας τα διηγήματα της Ντέιμ Χίλαρυ η οποία κατευθύνει με εξαιρετική μαεστρία και μειλιχιότητα το συναίσθημα του αναγνώστη μέσα από ζοφερές καταστάσεις, μοιραίες παρεξηγήσεις και επιλογές, την μοναξιά, τον πόνο και το τραύμα της παιδικής ηλικίας όταν αναδύεται στο ενήλικο παρόν. Ομολογώ πως ο γρήγορος ρυθμός, οι στακάτοι διάλογοι και η εναλλαγή των καταστάσεων χάνουν ελαφρώς από την σπιρτάδα που έχει το πρωτότυπο· εξακολουθούν ωστόσο να βάζουν την σκέψη σε δοκιμασία - διαβάζοντας έχεις την αίσθηση πως η Μαντέλ παίζει με το μυαλό σου καθώς οι ασυνήθιστες παρομοιώσεις, τα δυναμικά ρήματα, ακόμη και η παραμικρή λεκτική ιδιορρυθμία που χρησιμοποιεί αποδεικνύεται πως είναι άμεσα συνδεδεμένα με την πλοκή, μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Όπως στο "Κόμμα" που χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά τα σημεία στίξης. Ή όπως στο ιμπρεσσονιστικό "Terminus" όπου η πραγματικότητα μπερδεύεται με το θυμικό και δίνει μια ανοιχτή κατάληξη· κι όσο αντιφατικό κι αν είναι, αυτό το ανοιχτό τέλος -που συναντάς στα περισσότερα διηγήματα της συλλογής- ενέχει έναν μεγάλο βαθμό αποφασιστικότητας.
Η υπονομευτική γραφή με στοιχεία μαύρου χιούμορ και η ευφυΐα των παρατηρήσεων της Μαντέλ όπως και η στωικότητα με την οποία πραγματεύεται ασυνήθιστα θέματα υπήρξαν και πολύ πριν τα ιστορικά μυθιστορήματά της, κάτι που έχει αποφέρει αρκετά βραβεία μέχρι σήμερα στην ευθύβολη Μαντέλ που δεν διστάζει να αποκαλύψει την ανάποδη, συνήθως βρόμικη πλευρά της ζωής στην πόλη και στα προάστια. Η αλήθεια της λογοτεχνικότητάς της είναι το μόνο που εξηγεί -κι αυτό εν μέρει- την αντίδραση των Συντηρητικών στο "Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ" - διήγημα το οποίο απηχεί την δηλωμένη απέχθεια της συγγραφέως για την Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας. Αλλά και πάλι. Η εντολή διενέργειας αστυνομικής έρευνας στο διαμέρισμα της Μαντέλ εξαιτίας ενός λογοτεχνικού διηγήματος όπως και η σφοδρότατη θύελλα αντιδράσεων που ακολούθησε την απόφαση του BBC4 να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο διήγημα -μαζί με άλλα τέσσερα από το βιβλίο- στην εκπομπή "Book at Bedtime" παραμένουν τόσο ακατανόητα που ακόμη και η ίδια η Θάτσερ θα επέπλητε τους υποστηρικτές της για σπατάλη χρόνου.
Η λογοτεχνία δεν είναι Πολιτική, ασκεί όμως μια συγκεκριμένη πολιτική για την καλλιέργεια της σκέψης και του ατόμου με τον τρόπο που αναδεικνύει τη διαμάχη μεταξύ ισχυρών και αδυνάτων, τις παραδοξότητες της ζωής και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Κι αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει και τούτη τη συλλογή, ένα θαυμάσιο δείγμα σύγχρονης κλασικής λογοτεχνίας. Μπορεί και κλασικής, σκέτα. Αυτό όμως θα το δείξει είτε ο χρόνος είτε το επόμενο Man Booker για το "Ο καθρέφτης και το Φως", το τελευταίο μέρος της τριλογίας για τον Τόμας Κρόμγουελ που ετοιμάζει αυτόν τον καιρό η συγγραφέας. Ίδωμεν.
.
Σημειώσεις: Ο πίνακας είναι του Ιρλανδού Oliver Jeffers, γνωστού από τα παιδικά βιβλία που γράφει και εικονογραφεί (στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος). Στο ενήλικο κοινό, ίσως είναι γνωστός από την πρόσφατη σκηνογραφία και την συν-σκηνοθεσία του συγκεκριμένου βίντεο-κλιπ για τους U2.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου