“The past is not dead.
In fact, it's not even past.”
Το "Μακρυά από που" (Καστανιώτης, 2011, σε μτφρ. του Τάσου Ψαρρή) συνδυάζει κινηματογραφική συνοχή με δοκιμιακό λόγο και φιλοσοφικές αναζητήσεις του Εαυτού. Ο Edgardo Cozarinsky εκτός από συγγραφέας είναι και κινηματογραφιστής κι αυτό γίνεται φανερό στον ρυθμό της γραφής του. Υποθέτω πως η χρόνια γνωριμία του με τους Μπόρχες, Κασάρες και Σόνταγκ δεν τον έχουν αφήσει, επίσης, ανεπηρέαστο.
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του Εδγάρδο Κοζαρίνσκι βρίσκεται η Ιστορία και η υπόθεση του βιβλίου στηρίζεται σ' ένα "καρέ" της: ανάμεσα στο 1946 και 1952, γύρω στους 12.000 Γερμανούς κατέφυγαν στην Αργεντινή. Ανάμεσα σ' αυτούς τους εμιγκρέδες είναι και η ηρωίδα του Κοζαρίνσκι το πραγματικό όνομα της οποίας δεν θα μάθουμε ποτέ. Η νεαρή Αυστριακή εργάζεται στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς χωρίς να την ενοχλεί η φρίκη που διαδραματίζεται εκεί. Την ενδιαφέρει μόνο η απλή διεκπαιρέωση του καθήκοντος και ο Γερμανός γιατρός του στρατοπέδου τον οποίο θαυμάζει για τις γνώσεις και τη "δημιουργικότητα" του. Βλέποντας πως δεν θα αργήσει η προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων και για να γλιτώσει τα χειρότερα, ετοιμάζεται να εγκαταλείψει το πόστο της. Καθώς είναι υπεύθυνη για την διατήρηση της τάξης στο στρατόπεδο κι έχοντας πρόσβαση στα διαβατήρια των Εβραίων αιχμαλώτων, παίρνει το διαβατήριο της Εβραίας Τάουμπε Φίσμπαϊν, μιας γυναίκας που είχε μπει στον θάλαμο αερίων τον προηγούμενο μήνα, και φεύγει. Είναι Ιανουάριος του 1945.
Από την Πολωνία απ' όπου θα ξεκινήσει φορώντας μια βαριά στρατιωτική χλαίνη θα φτάσει στη γενέτειρά της, τη Βιέννη όπου θα ανταλλάξει τα είκοσι κιλά χρυσά δόντια που έχει ράψει στην φόδρα της χλαίνης με ένα εισιτήριο για Γένοβα κι από 'κει, μέσω ενός δικτύου βοήθειας της εκκλησίας, θα κατευθυνθεί στο Μπουένος Άιρες "...που από την Ευρώπη το είχε φανταστεί πρωτίστως ως καταφύγιο, στο τέλος θα μετατραπόταν σε κάτι παρόμοιο μ'ένα σπίτι. Ένα σπίτι μακριά απ΄το σπίτι...". Στο Μπουένος Άιρες θα ζήσει ως Εβραία, θα εργαστεί σκληρά κρατώντας ίσως γι' αυτό τη ζωή της άχρωμη και αδιάφορη, και θα φέρει στον κόσμο τον γιο της Φεδερίκο, αποτέλεσμα του ομαδικού βιασμού που υπέστη ένα βράδυ επιστρέφοντας από το μαγειρείο όπου δούλευε. Ο όμορφος και μοναχικός Φεδερίκο θα μεγαλώσει στο δωμάτιο της πανσιόν της φράου Ντορς όπου μένει η μητέρα του. Οι μόνες διεξόδοι που έχει είναι οι πεζοπορίες στην πόλη, το διάβασμα και ο κινηματογράφος απ' όπου προσπαθεί ν' αντλήσει όσες περισσότερες πληροφορίες μπορεί για να σχηματίσει την ταυτότητά του. Κάπου στην αρχή της ενήλικης ζωής του κι ενώ το πραξικοματικό καθεστώς της Αργεντινής σκληραίνει ολοένα και πιο πολύ, ο Φεδερίκο θα ξεκινήσει μια αντίστροφη πορεία προς το παρελθόν της μητέρας του ελπίζοντας να βρει τις απαντήσεις που ποτέ δεν του έδωσε εκείνη.
Εκτός από την αναζήτηση της ταυτότητας, η κατασκευή της Ιστορίας απασχολεί, επίσης, τον Κοζαρίνσκι. Χρησιμοποιεί την διάσημη φωτογραφία που υποτίθεται πως τραβήχτηκε την ημέρα της απελευθέρωσης του Βερολίνου από τον Κόκκινο Στρατό για να σχολιάσει το ποιόν της Ιστορίας - ο Σοβιετικός φωτογράφος Γεβγκένι Χαλντέι παραδέχτηκε πως ο ίδιος σκηνοθέτησε τον Ρώσο στρατιώτη να υψώνει το σφυροδρέπανο στο Ράιχσταγκ, τρεις μέρες μετά την κατάληψη του κτηρίου και πως πρόσθεσε στο αρνητικό της μαύρο καπνό στο βάθος του ουρανού διότι "αυξάνει το δραματικό αποτέλεσμα. Συμβάλλει στην πρωτοτυπία." Η τόσο χαρακτηριστική αυτή ιστορία ενσωματώνεται στο κυρίως σώμα του μυθιστορήματος εγείροντας το ερώτημα της πραγματικής ταυτότητας - της Ιστορίας ή της Τάουμπε δεν έχει μεγάλη σημασία όταν πρόκειται για τον ορισμό της αλήθειας και των ορίων της.
Το ταξίδι της μνήμης θα κλείσει τον Δεκέμβριο του 2008 στο μέρος απ' όπου ξεκίνησε, δλδ στην Γερμανία, κάπου κοντά στην πόλη 'Αουσβιτς. Ο Φεδερίκο, κουρασμένος 55άρης συναντά σ' ένα μπαρ εκείνο που πιθανότατα είναι το παρελθόν της μητέρας του - φεύγοντας από το Άουσβιτς η Αυστριακή γυναίκα άφησε πίσω της τον έρωτά της για τον Γερμανό γιατρό του στρατοπέδου και το μωρό που απέκτησε μαζί του, το οποίο μη μπορώντας και μη θέλοντας να το αναθρέψει μόνη της το έδωσε σ' ένα ζευγάρι Πολωνών χωρικών οι οποίοι στη συνέχεια το υιοθέτησαν. Ο Φεδερίκο δεν το γνωρίζει αυτό μια και η μητέρα του κράτησε καλά κρυμμένη την πρότερη ζωή της. Δεν μπορεί καν να διανοηθεί πως η παρακμιακή φιγούρα της 63χρονης γυναίκας πίσω από το μπαρ θα μπορούσε να είναι αδερφή του. Προσπερνά το παρόν του και απομακρύνεται μέσα στην νύχτα.
Αν και μόλις 141 σελίδων, το μυθιστόρημα του Κοζαρίνσκι είναι χωρισμένο σε πέντε κεφάλαια-σταθμούς της ζωής εκείνης που ξέρουμε ως Τάουμπε Φίσμπαϊν και του Φεδερίκο. Τα μεγάλα χρονικά διαστήματα που μεσολαβούν καλύπτονται από τον πυκνό, πλούσιο λόγο του συγγραφέα που δεν αφήνει κενά ή ασάφειες. Η μικρή φόρμα του μυθιστορήματος είναι επίσης πλεονέκτημα της αφήγησης. Ωστόσο, το "Μακριά από που" είναι ένα βιβλίο που δημιουργεί απόσταση - η τριτοπρόσωπη αφήγηση που χρησιμοποιεί εκτεταμμένα ο Κοζαρίνσκι έχει μια ψυχρή χροιά που δεν σε αφήνει να ταυτιστείς. Τουλάχιστον αυτό συνέβη σ' εμένα - παρ' όλη την προσπάθεια που κατέβαλλα δεν βρήκα κάτι να με συγκινήσει. Δεν μπόρεσα να συμπαθήσω την δεύτερη Τάουμπε Φίσμπαϊν όπως έγινε, πριν από καιρό, με την Χάννα Σμιτς του
Μπέρνχαρντ Σλινκ. Ήταν κι εκείνη η αίσθηση της νύχτας, ή μάλλον μια αίσθηση που μοιάζει με σκοτάδι, που κυριαρχεί στο μυθιστόρημα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου